Η γραφή του μας φέρνει στη μνήμη χαρές από το παρελθόν, αλλά και μας αποκαλύπτει κάτι από το μέλλον. Η ουσιαστική του καλλιέργεια δεν κρύβεται. Χτίζει υπομονετικά τη σταδιοδρομία του, χωρίς να κυνηγάει τη φήμη και τη δόξα.
Ο Δημήτρης Αλεξίου έχει τις αντοχές να πορεύεται με τους δικούς του όρους και δεν είναι διατεθειμένος να λοξοδρομήσει.
Έφυγε από την πρωτεύουσα, όταν εκεί η κρίση υποκίνησε τη θύελλα, και εγκαταστάθηκε στη Σκύρο, ακολουθώντας τον καλπασμό τού ονείρου του. Δεν δίστασε στιγμή.
Ο ίδιος πιστεύει πως αξίζει κανείς να παλεύει για τα όνειρά του, όποιο κι αν είναι το τίμημα. Για να αγγίξει κανείς την ομορφιά τής λογοτεχνίας, είναι απαραίτητες τρεις προϋποθέσεις: ελπίδα, μάχη και κατάκτηση. Εκείνος τις διαθέτει και τις τρεις. Ανήκει στην κατηγορία των δημιουργών, που μέσα από το έργο τους μπορούμε να βρούμε ξανά τις λέξεις μας, τη φωνή μας, τον δρόμο μας.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Διαβάζοντας το βιβλίο σας «Αλάτι Κόκκινο», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα», παρατηρεί ο αναγνώστης ότι το περιεχόμενο είναι αστυνομικό. Από πού εμπνευστήκατε την υπόθεση, κύριε Αλεξίου;
Η αστυνομική υπόθεση δεν ήταν αυτοσκοπός ούτε ήθελα να γράψω ένα αμιγώς αστυνομικό βιβλίο. Ήθελα απλώς έναν τρίτο προς τον χώρο και την κοινωνία «ερευνητή» να προσπαθήσει να ανακαλύψει πράγματα. Το «ποιος το έκανε» δεν με απασχόλησε ποτέ ιδιαίτερα, και η απάντησή μου ήταν εξαρχής δεδομένη: όλοι μας.
Ήταν δύσκολη η συγγραφή ενός βιβλίου με τόσο ευαίσθητο περιεχόμενο;
Τα πολύ δύσκολα κομμάτια ήταν τα ενδιάμεσα παραμύθια τής Ειρήνης. Δύσκολα στη ζωή γενικότερα τα θέματά τους. Γι’ αυτό διάλεξα να ειπωθούν σαν παραμύθια:για να γίνουν λιγότερο σκληρά και να είναι τα μηνύματά τους πιο εύληπτα. Κατά τα λοιπά, η δυσκολία μου ήταν να μη δημιουργήσω λάθος εντυπώσεις για τη σκυριανή κοινωνία. Δεν έχει περισσότερα καλά ή περισσότερα κακά από κάθε μικρή κοινωνία. Και το βιβλίο ήταν μυθιστόρημα, δηλαδή δεν βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα.
Το εν λόγω βιβλίο εκθειάζει το νησί τής Σκύρου. Τα προσωπικά βιώματα μας κάνουν ν’ αγαπάμε έναν τόπο ή το φυσικό κάλλος. Ποια είναι η γνώμη σας;
Νομίζω ένας συνδυασμός αυτών των δύο με ένα τρίτο πολύ ισχυρό στοιχείο: την ενέργεια ενός τόπου, την αύρα που εκπέμπει συνολικά σαν τοπίο αλλά και σαν κοινότητα. Το φυσικό κάλλος μπορεί να παίξει ρόλο σε μία φωτογραφία. Σε ένα βιβλίο όμως –και στο δικό μου– υπάρχει ο κίνδυνος ο τόπος να σου κλέψει την ουσία σου και να γίνει το βιβλίο τουριστικός οδηγός. Ελπίζω ότι το νησί εξυπηρέτησε την υπόθεση του βιβλίου μου και όχι το ανάποδο.
Αν σας ρωτούσε ένας νέος αναγνώστης –ο νέος σήμερα ταυτίζεται με ανεργία, εξαθλιωμένη ζωή, διαλυμένα όνειρα– «Τι πρέπει να αποκομίσω από το βιβλίο σας;», τι θα του απαντούσατε;
Νομίζω ότι η αρχή της λύσης είναι να κοιτάμε πάντα τα ελαττώματα τα δικά μας και τα προβλήματα του συνόλου. Αν πάσχει μία κοινωνία, είναι συνέπεια της αντιστροφής αυτής της οπτικής. Τα ελαττώματα που «βλέπουμε» στους άλλους δεν κάνουν εμάς καλύτερους, απλώς μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτεροι από αυτούς. Και φυσικά, κανενός τα προβλήματα δεν λύνονται ευκολότερα, όταν προσπαθεί μόνος του. Θα έρθει, θέλω να πιστεύω, η εποχή τής συλλογικότητας.
Η οικονομική κρίση πόσο επηρέασε το βιβλίο και ποιες απαιτήσεις έχει ο αναγνώστης από έναν συγγραφέα;
Το βιβλίο έχει επηρεαστεί από την οικονομική κρίση σαν προϊόν αγοράς, κυρία Δούλη. Αλλά επειδή πιστεύω ότι το βιβλίο δεν είναι καταναλωτικό προϊόν, βλέπω τη θετική πλευρά. Νομίζω ότι πια αγοράζονται λιγότερα βιβλία, αλλά διαβάζονται περισσότερα. Οι άνθρωποι ανακαλύπτουν τις δανειστικές και ανταλλακτικές βιβλιοθήκες, τα παλιά βιβλία που σκονίζονταν στις βιβλιοθήκες τους, τα βιβλία των φίλων τους. Μιλάνε περισσότερο για βιβλία και διαβάζουν περισσότερο. Αυτό μακροπρόθεσμα μόνο καλό μπορεί να είναι. Οι απαιτήσεις των αναγνωστών (πρέπει να) αυξάνονται και συνειδητοποιούν μάλλον ότι το βιβλίο δεν είναι μοντέλο κινητού για να βγάζεις ένα κάθε χρόνο. Το καλό βιβλίο δεν είναι αυτό που το διαβάζεις (ή το γράφεις) σε μια μέρα, είναι αυτό που μένει μέσα σου για χρόνια.
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ξεκινήσετε τη συγγραφή, κύριε Αλεξίου;
Ο φόβος, το άγχος και η αδυναμία μου να διαχειριστώ καταστάσεις στην προσωπική μου ζωή. Ήθελα να αισθανθώ την παντοδυναμία τού συγγραφέα πάνω στη μοίρα των ηρώων του. Απέτυχα οικτρά, αλλά απόλαυσα την αποτυχία μου αρκετά για να το επιχειρήσω ξανά. Κατά τύχη ανακάλυψα τον τρόπο να δραπετεύεις από την πραγματικότητα ή να την ξεγελάς.
Οι αρνητικές κριτικές σάς επηρεάζουν ή σας δίνουν και δύναμη;
Ως φανατικός αναγνώστης, αλλά και ως bookcrosser, έχω πειστεί ότι δεν είναι όλα τα βιβλία για όλους τους ανθρώπους, αλλά και ότι πάντα υπάρχει ένας αναγνώστης που θα του «μιλήσει» προσωπικά κάποιο βιβλίο, ίσως για άσχετους με το βιβλίο λόγους. Είναι απολύτως φυσιολογικό λοιπόν να μην αρέσει σε όλους κάποιο βιβλίο. Εγώ συνήθως αποζητώ και τις αρνητικές κριτικές, και χαίρομαι όταν μου κάνουν τη χάρη να μου τις πουν ή να τις δημοσιεύσουν. Δεν αλλάζουν ποτέ τη γνώμη μου για το τι ήθελα να πω με το βιβλίο ή το πώς ήθελα να το γράψω, αλλά πολλές φορές κρύβουν «αναγνώσεις» τού βιβλίου, που ο συγγραφέας δεν είχε σκεφτεί. Και γι’ αυτό είναι πολύτιμες.
Φαντάζομαι πως, και λόγω της ιδιότητας σας ως συγγραφέας, έρχεστε καθημερινά σε επαφή με πολύ κόσμο. Ποια είναι τα θέματα που τον απασχολούν; Σας τα εκμυστηρεύονται;
Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές άνθρωποι μου λένε: να σου πω εγώ ιστορίες δικές μου, βιβλίο θα γράψεις! Μάλλον με μπερδεύουν με δημοσιογράφο. Εγώ δεν θα μπορούσα να δουλέψω με έτοιμες αφηγήσεις. Το να μιλήσω για υπαρκτούς ανθρώπους μου φαίνεται ότι προσβάλλει βάναυσα τους ήρωές μου. Δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε μία προδιαγεγραμμένη ήδη ζωή.
Νιώθετε πως εσείς οι συγγραφείς παλεύετε μοναχικά κόντρα στο ρεύμα;
Δεν μπορώ να μιλήσω για τους άλλους συγγραφείς, και εγώ δεν είμαι ακόμα σίγουρος αν είμαι συγγραφέας. Είμαι όμως σίγουρος ότι πολλοί που θεωρούν εαυτούς συγγραφείς δεν παλεύουν καθόλου και σίγουρα όχι κόντρα στο ρεύμα. Το ζήτημα είναι αν παλεύουμε κόντρα στον εαυτό μας, αν τον παιδεύουμε, αν τον πονάμε και τον δυσκολεύουμε.
Τι αποτελεί πρόκληση για σας και τι σας φοβίζει, κύριε Αλεξίου;
Πρόκληση για μένα είναι η καινούργια μου ζωή στη Σκύρο με την οικογένειά μου. Με φοβίζει η ώρα που πρέπει να ζητήσω συγνώμη απ’ τα παιδιά μου για πολλά πράγματα. Διότι θα έρθει…
Τα πολιτικά συστήματα, κατά τη γνώμη σας, έχουν κάποια χρησιμότητα σήμερα;
Δυστυχώς δεν υπάρχουν πλέον πολιτικά συστήματα σήμερα και η πολιτική δεν ασκείται από τους πολιτικούς. Ελπίζω μόνο να μπορέσουμε κάποια στιγμή εμείς οι ίδιοι οι πολίτες να ασκήσουμε πολιτική έστω στην καθημερινότητά μας ή στη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους.
Έχετε τα ίδια όνειρα, τις ίδιες προσδοκίες που είχατε όταν πρωτοξεκινήσατε την σταδιοδρομία σας;
Όχι βέβαια, κυρία Δούλη. Μεγάλωσα, έκανα οικογένεια, μετακόμισα στην επαρχία, φτώχυνα. Τώρα ζω πιο ανθρώπινα και ελπίζω να μπορώ να το κάνω και στο μέλλον.
Δέχεστε τη συγνώμη των άλλων;
Πάντα, όταν την αισθάνομαι. Δεν χρειάζεται –και δεν φτάνει– να την ακούσω.
Πώς αντιδράτε όταν κάτι σας βγάζει εκτός προγράμματος; Μπορεί να στερήσει τη δημιουργικότητα σας;
Έχω ένα προσωπικό θέμα με το «πρόγραμμα». Είναι από τα μεγαλύτερα ελαττώματά μου. Εκνευρίζομαι πάντα όταν βγαίνω εκτός προγράμματος. Ελπίζω ότι ο χρόνος και τα παιδιά μου θα με στρώσουν.
Τί είναι αυτό που σας κάνει πνευματικά ανεξάρτητο;
Αντικατέστησα την τηλεόραση με βιβλία και ανθρώπους. Αρκεί ειδικά όταν αυτά τα δύο συνδυάζονται.
Με τρεις λέξεις πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας;
Πατέρας, σύζυγος και… χοντρός.
Ποια είναι τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια;
Ελπίζω να βρω την ηρεμία και τον χρόνο να γράψω το βιβλίο που με βασανίζει δύο χρόνια τώρα στο μυαλό μου, και μάλλον θα με παιδέψει περισσότερο από όλα. Προς το παρόν διασκεδάζω εμένα και τους φίλους μου με τη θεατρική κωμωδία «Άσε κάτω το βιβλίο», που έγραψα με αφορμή το 8ο Συνέδριο Bookcrossing που συνδιοργανώνω με φίλους στη Σκύρο στις 28-30 Ιουνίου 2013. Θα ανέβει από τον ερασιτεχνικό θίασο «Ζω» του Δήμου Ζωγράφου σε σκηνοθεσία Γιώργου Κρασαδάκη σε Αθήνα και Σκύρο το φετινό Ιούνιο.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας να με ακούσετε.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1974. Η καταγωγή του –που βαραίνει περισσότερο με τα χρόνια– είναι από το Αγρίνιο και τη Σκύρο.
Αποφοίτησε από το 1ο Πειραματικό Λύκειο Αθηνών (τα Πλακιώτικα χρόνια του), σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών (τα χρόνια τής εσωτερικής πάλης μεταξύ Κολωνακίου και Εξαρχείων).
Ασχολείται με την ελληνική παράδοση και τους ελληνικούς χορούς στον Όμιλο Ελληνικών Λαϊκών Χορών «Ελένη Τσαούλη» επί 30 χρόνια (τα Κουκακιώτικα χρόνια του).
Είναι δικηγόρος και με τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του πρόσφατα εγκαταστάθηκαν στη Σκύρο.
Είναι συνειδητοποιημένος Book-crosser, ερασιτέχνης ζαχαροπλάστης και αθεράπευτα αισιόδοξος.
Δεν δηλώνει διανοούμενος, αλλά έχει γράψει τρία βιβλία.
* Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 17 Μαΐου 2013.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!