Τη διακρίνει η ευγένεια, η ποιότητα κι ένα πλατύ χαμόγελο. Αυτό όμως που είναι ιδιαίτερα ευανάγνωστο πάνω της είναι η ευπρέπεια, η δεκτικότητα, η χαρά, το ταλέντο και η φιλοτιμία της. Είναι ένα πλάσμα που βγαίνει από τις βαθιές ρωγμές των βράχων, των δικών μας μεγαλόπρεπων βράχων των Μετεώρων.
Η Ελένη Χατζή πιστεύει πως αυτοί οι βράχοι έχουν επηρεάσει σοβαρά τον χαρακτήρα της και πως μια ατίθαση και επαναστατική διάθεση αλλά και μια δύναμη επιβίωσης, που ελπίζει πως έχει, οφείλεται σ’ αυτούς τους θεόρατους και προϊστορικούς βράχους.
Η αφοσίωση σε ό,τι κάνει, η σκληρή δουλειά, η πίστη σ’ αυτό που ακολουθεί, η καλλιέργεια, ο αέρας παιδείας και πολιτισμού που αποπνέει δομούν ένα συγκροτημένο άτομο. Θεωρεί πως η δημιουργία, εφόσον είναι ειλικρινής και πηγαία, είναι μια μορφή επανάστασης, διότι αναπόφευκτα συγκρούεται με τις βεβαιότητες και τα στερεότυπα κάθε κοινωνίας. Γι’ αυτό, η ίδια χτίζει ψηλούς φάρους για να φυλάει το μέλλον, το οποίο κάποιες φορές δείχνει την ποιότητά του πριν ακόμη έρθει.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Όσο προχωρούσατε στη ζωή σας, κυρία Χατζή, ποιο στοιχείο τού χαρακτήρα σας εμφανίστηκε κι εσείς είπατε «αυτό δεν ήξερα ότι το είχα»;
Η υπομονή. Ήμουν πάντα εξαιρετικά ανυπόμονη ή έτσι νόμιζα. Η συγγραφική διαδικασία όμως είναι πολύ αργή, τόσο από άποψη δημιουργική όσο και κατά την έκδοση των βιβλίων και αργότερα, όταν το βιβλίο φτάσει στους αναγνώστες.
Υπάρχει κάτι που πραγματικά φοβάστε και λέτε «αυτό δεν θα ήθελα να μου τύχει σ’ αυτή τη ζωή;»
Ναι. Φοβάμαι κάποιες αρρώστιες που έχουν συμβεί σε πολύ αγαπημένα μου πρόσωπα.
Υπάρχει κάποιο βιβλίο που διαβάσατε, κάποιος συγγραφέας ή ποιητής, ο οποίος να έχει λειτουργήσει λυτρωτικά μέσα σας;
Βέβαια, αρκετοί συγγραφείς. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω, θα διάλεγα τρεις: τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, τη Βιρτζίνια Γουλφ και τον Χέρμαν Μπροχ με τους “Υπνοβάτες” του.
Ποιες λεπτομέρειες της καθημερινότητας σας κεντρίζουν;
Τα πάντα γύρω μου άψυχα και έμψυχα, πιο πολύ όμως η ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι αντιδράσεις των ανθρώπων, τα λόγια, οι εκφράσεις, οι κινήσεις τους, φαινομενικά ασήμαντα πράγματα. Έχω διαπιστώσει πως αυτό είναι μέρος μιας εσωτερικής αναζήτησης, που σχετίζεται με τη γραφή και την έλξη, που μου ασκεί η μυστηριώδης φύση μας.
Πιστεύετε πως η λογοτεχνία μπορεί να θεωρηθεί επαναστατική πράξη;
Οπωσδήποτε, όπως και οποιαδήποτε άλλη δημιουργική διαδικασία. Η δημιουργία, εφόσον είναι ειλικρινής και πηγαία, είναι μια μορφή επανάστασης, διότι αναπόφευκτα συγκρούεται με τις βεβαιότητες και τα στερεότυπα κάθε κοινωνίας. Η σύγκρουση είναι προϋπόθεση της δημιουργίας.
Πόσο εύκολο είναι να τιθασεύσει κανείς τις σκέψεις του, για να δημιουργήσει ένα λογοτεχνικό βιβλίο;
Νομίζω πως αυτό πρέπει να ποικίλλει, ανάλογα με το συγγραφέα. Στη δική μου περίπτωση, όταν υπάρχει κατάλληλο έδαφος, δηλαδή κάποια βασική ιδέα- ανάγκη που χρειάζεται να εκφραστεί, κι είναι ώριμη να εκφραστεί, οι σκέψεις μπαίνουν από μόνες τους σε μια ροή και γίνονται λέξεις, πλοκή και ήρωες. Όταν χάνομαι στις σκέψεις μου, σημαίνει πως δεν είμαι έτοιμη ακόμη.
Ποια ήταν η πηγή τής έμπνευσης για το τελευταίο σας βιβλίο, «Ο Λάκκος του θριάμβου», που κυκλοφορεί από τον Εκδοτικό οίκο Λιβάνη;
Ο κόσμος που ζούμε, κυρία Δούλη. Αυτά που ακούω και βλέπω κάθε μέρα, οι διηγήσεις των φίλων μου, οι χώροι που έχω εργαστεί. Εκεί παρατηρούσα τις συμπεριφορές των «αφεντικών», τον παραλογισμό τής εξουσίας. Δεν ήξεραν τι ήθελαν να κάνουν και πώς να το κάνουν, αλλά μόνο να χειρίζονται τους ανθρώπους και να επιδεικνύουν τη δύναμη τους. Όσοι εργάζονταν και ήταν οι πιο συνεπείς και εργατικοί, με ιδέες και όρεξη, ήταν πάντα στο περιθώριο. Καθαρή τρέλα.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, δύο από τους βασικούς πρωταγωνιστές, «Ο Μάγος» κι ο στενός συνεργάτης του, γιατρός, Φίλιππος Στάμου διακατέχονται από εγωκεντρισμό, έλλειψη συνείδησης, απληστία. Κατά την άποψή σας, τι μπορεί να κάνει τους ανθρώπους «τέρατα»;
Το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι πως αυτοί οι άνθρωποι δεν θεωρούνται από την κοινωνία μας «τέρατα». Αντίθετα, η κοινωνία τούς στηρίζει και τους ανταμείβει, είναι οι «έξυπνοι» και γίνονται life style πρότυπα. Όσο πιο αδίστακτος και ψυχρός είσαι, τόσο το καλύτερο, διότι «κερδίζεις»! Συγκεντρώνεις εξουσία και δύναμη να επιβάλλεσαι στους άλλους.
Το βιβλίο σας στηλιτεύει ένα «ισχυρό» σύστημα, που καθορίζει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Πιστεύετε πως το σημερινό σύστημα εξακολουθεί να καταδικάζει τους ανθρώπους που διεκδικούν το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής;
Πιστεύω πως η ελεύθερη επιλογή τώρα είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Οπωσδήποτε, ο άνθρωπος είναι δυνατός και καθορίζει τη μοίρα του με τις επιλογές και τις αποφάσεις του. Όμως, μέσα σε έναν κόσμο που ο ανταγωνισμός είναι τόσο σκληρός και η αναζήτηση της ανθρώπινης ευτυχίας μια μάλλον θολή ανάμνηση, πόσο μπορείς να αντισταθείς και να μην απελπιστείς; Αυτά τα ερωτήματα με απασχολούν.
Πιστεύετε πως οι ζωές των ανθρώπων κρύβουν μοιραία τερτίπια και το παρελθόν είναι η μοναδική πατρίδα, από την οποία δεν μπορεί κανείς να ξεφύγει ποτέ;
Πιστεύω πως το παρελθόν μας μάς καθορίζει με την έννοια ότι περιλαμβάνει τις επιλογές, τις εμπειρίες και τις μνήμες μας. Αυτό που είσαι σήμερα, περιέχει μέσα του και αυτό που ήσουν χθες. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε στην πραγματικότητα να «ξεχάσουμε» τίποτα. Όλα υπάρχουν μέσα μας την ίδια στιγμή.
Όσον αφορά στους ανθρώπους, υπάρχει κάτι που σας είναι ακατανόητο;
Ακατανόητο όχι. Απλώς δεν σταματά να με πειράζει η κενότητα, ακόμα κι όταν μπορώ να την κατανοήσω.
Από πού, κατά τη γνώμη σας, πηγάζει η ανάγκη σας να επινοείτε χαρακτήρες και ιστορίες;
Ίσως από ανασφάλεια. Η φαντασία είναι ένα πεδίο, όπου νιώθουμε ασφαλείς, όπως στην παιδική ηλικία φτιάχνεις τον δικό σου κόσμο, τις ιστορίες σου, τους ήρωες σου, με τους οποίους συζητάς και σου λένε διάφορα.
Έλκετε την καταγωγή σας από την πόλη της Καλαμπάκας. Ποια είναι τα συναισθήματά σας για την γενέτειρά σας, κυρία Χατζή;
Ο πατέρας μου, Σπύρος Χατζής, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καλαμπάκα. Ερχόμασταν πολύ συχνά για να δούμε τη γιαγιά μου τη Μαρία, το γένος Τσιάμη, και τον θείο μου τον Στέφανο, τον αδελφό του πατέρα μου αλλά και θείες, θείους και ξαδέλφια. Από τη μεριά τής γιαγιάς μου είμαστε μεγάλη οικογένεια. Η Καλαμπάκα είναι πολύ στενά δεμένη με την οικογένειά μου, με τις πολύ προσωπικές στιγμές και τις αναμνήσεις τής παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας. Όμως, ήταν πάντα κοντά μου και μακριά μου την ίδια στιγμή, διότι έπρεπε να φεύγω, και αυτό με στεναχωρούσε. Μου είχε καρφωθεί στο μυαλό μια παράξενη ιδέα πως οι βράχοι των Μετεώρων έχουν επηρεάσει σοβαρά τον χαρακτήρα μου και πως μια ατίθαση και επαναστατική διάθεση αλλά και μια δύναμη επιβίωσης, που ελπίζω πως έχω, οφείλεται σ’ αυτούς τους θεόρατους και προϊστορικούς βράχους. Κάθε φορά που επέστρεφα σκεφτόμουν το ίδιο. Κάτι σαν έμμονη ιδέα. Ακόμη συμβαίνει αυτό.
Η πόλη μας έχει μια πλούσια ιστορία αλλά και έναν μοναδικό γεωφυσικό πλούτο χάρη στην ύπαρξη του Παγκόσμιου φαινομένου των Μετεώρων. Σας ενδιαφέρει η πρόοδος της πόλης μας και πώς θα θέλατε να τη δείτε στο μέλλον;
Δυσκολεύομαι λίγο να δω το μέλλον μιας πόλης, είτε πρόκειται για την Καλαμπάκα, απ’ την οποία κατάγομαι, είτε πρόκειται για την Αθήνα. Μπορώ όμως να σκεφτώ για το μέλλον των ανθρώπων. Θα ήθελα όλοι μας σε αυτή τη χώρα να είχαμε περισσότερη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας. Να μην αντιγράφουμε αυτά που γίνονται στο εξωτερικό και να μην πιστεύουμε ότι όλα οι ξένοι τα κάνουν καλά κι εμείς όχι. Να πιστεύουμε στη δημιουργικότητά μας και να κάνουμε τις δικές μας προτάσεις.
Σας βοηθά η συγγραφή να κρατάτε ισορροπίες;
Η συγγραφή για μένα είναι μάλλον ανισορροπία, μια επίπονη και σκληρή διαδικασία. Απ’ την άλλη σε καμία περίπτωση δεν θα μου άρεσε να ζω αλλιώς.
Η επιτυχία στη συγγραφική συνέχειά σας σάς απασχολεί, κυρία Χατζή;
Με απασχολεί το να έχει μια συνέχεια αυτό που κάνω. Δεν με ενδιαφέρει να έχω μια σχέση κολακείας και ελαφρότητας με τους αναγνώστες για να διαβάζουν τα βιβλία μου αλλά μια σχέση ειλικρίνειας. Άλλου είδους επιτυχία, οικονομική, κοινωνική κ.λπ. δεν με απασχολεί.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Ελένη Χατζή γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Είναι Γλωσσολόγος (Πανεπιστήμιο Αθηνών) με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (ΜΑ, Royal Holloway) όπου μελέτησε τις προϊστορικές γραφές της Αιγαιακής εποχής του Χαλκού και της Μεσοποταμίας.
Έχει εργαστεί στον χώρο της διαφήμισης, των εκδόσεων και της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Το 2006 εξέδωσε την ποιητική συλλογή με τίτλο «Ορείχαλκος», (Γαβριηλίδης).
Μετέφρασε και επιμελήθηκε συλλογή ποιημάτων του νομπελίστα ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Γουόλε Σογίνκα: Η Σαμαρκάνδη και άλλα ποιήματα, (Γαβριηλίδης, 2011).
Εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Ο Μάγος» το 2011 (Γαβριηλίδης). Το δεύτερο μυθιστόρημα της με τίτλο «ο Λάκκος του Θριάμβου» εκδόθηκε το 2013 (εκδόσεις Λιβάνη).
* Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 15 Noεμβρίου 2013.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!