Για εκείνη το κίνητρο και ο λόγος για να γράψει είναι η τεράστια ανάγκη να εκφραστεί. Πιστεύει πως ένας δημιουργός, για να μπορέσει να ζήσει και να είναι υγιής, πρέπει να δημιουργεί. Αλλιώς, η καταπιεσμένη ανάγκη για δημιουργία τον αρρωσταίνει.
Η Ελπίδα Οικονομοπούλου είναι μία γυναίκα με άκρατη αλλά σταθερή ευαισθησία και λογική. Τη χαρακτηρίζει η φιλομάθεια, η φαντασία και η επιμονή. Τονίζει πως οι Έλληνες νέοι πρέπει με κάθε τρόπο να μάθουν τα γεγονότα, πριν διαγραφούν όλες οι μνήμες από τις διάφορες παλιές και νέες πολιτικές σκοπιμότητες της «παγκομιοποίησης», και ελπίζει τα γραπτά της να είναι μια μικρή συνδρομή σ’ αυτή την προσπάθεια.
Κάποιοι επιμένουν πως είναι λάθος να δοθεί ένας ορισμός της Τέχνης. Για την ίδια η Τέχνη πολλές φορές προηγείται της εποχής της και επιπλέον η Τέχνη αλλά και η λογοτεχνία μπορούν να ανεβάσουν ψυχικά τον άνθρωπο και να μας κάνουν καλύτερους.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ο Βλαντιμήρ Ναμπόκοβ λέει: « Η σελίδα είναι ακόμα κενή, αλλά υπάρχει η θαυμάσια αίσθηση ότι οι λέξεις είναι εκεί, γραμμένες με αόρατο μελάνι, περιμένοντας να γίνουν ορατές». Για σας ποιο είναι το κίνητρο και ο λόγος να γράψετε, κυρία Οικονομοπούλου;
Η τεράστια ανάγκη για να εκφραστώ! Ένας δημιουργός, για να μπορέσει να ζήσει και να είναι υγιής, πρέπει να δημιουργεί. Αλλιώς, η καταπιεσμένη ανάγκη για δημιουργία τον αρρωσταίνει. Λέξεις, εικόνες κατακλύζουν τη σκέψη και την ψυχή μου και προσπαθούν να βγουν προς τα έξω, να φανερωθούν στον υλικό κόσμο για να υπάρξουν.
Πότε ανακαλύψατε το ταλέντο σας στη συγγραφή;
Το ταλέντο μου αυτό εκδηλώθηκε νομίζω κάτω από την ηλικία των 10 χρόνων, όπως και το ταλέντο της ζωγραφικής. Από αυτή την ηλικία διηγιόμουν φανταστικές ιστορίες στην αδελφή μου κάθε βράδυ. Ιστορίες που καθώς τις έλεγα τις έβλεπα να διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια μου. Οι διηγήσεις αυτές κράτησαν 16 χρόνια, μέχρι το γάμο της. Το γράψιμο όμως το άρχισα πολύ αργότερα, το 2000, όταν οι συνθήκες ήταν τέτοιες που ευνοούσαν αυτό το τόλμημα!
Ποιοι ήταν εκείνοι που σαν ενθάρρυναν να το καλλιεργήσετε;
Για το ταλέντο αυτό κανείς δεν ήξερε, παρά μόνο η αδελφή μου, η οποία και με ενθάρρυνε, διότι πίστευε ότι είχα τη δυνατότητα.
«Το κουτί του θησαυρού» είναι το τελευταίο σας βιβλίο και κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη. Το βιβλίο κερδίζει τον αναγνώστη από την αρχή, τόσο από το εξώφυλλο, όσο και από τον πολύ ρομαντικό τίτλο. Θέλετε να μου μιλήσετε γι’ αυτή τη νέα κατάθεση ψυχής;
Όπως στο πρώτο βιβλίο μου «Χειμώνας της Ανατολής», έτσι και στο «Κουτί του θησαυρού» οι προσωπικές ιστορίες των χαρακτήρων που πλάθω είναι αξεδιάλυτα πλεγμένες με τα γεγονότα που συνέβησαν στην Μικρά Ασία, από το 1909 μέχρι το 1922, στο πρώτο μου βιβλίο, ενώ το δεύτερο αρχίζει με την καταστροφή της Σμύρνης το 1922 και τελειώνει στην Ελλάδα του 1950.
Είναι ζωές ανθρώπων, οι οποίοι έζησαν στο πετσί τους τα δραματικά ιστορικά γεγονότα, χωρίς να έχουν καμιά ευθύνη για αυτά που τους συνέβησαν, χωρίς να έχουν τρόπο να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Όσο οι μνήμες αυτές είναι ακόμη ζωντανές, καλό είναι να πληροφορούνται οι νεότεροι τι στην πραγματικότητα βίωσαν εκείνοι οι δυστυχείς πρόσφυγες, που αν και αντιμετωπίσθηκαν στην αρχή με περιφρόνηση, κατάφεραν να δώσουν μια νέα πνοή ζωής στην κατεστραμμένη από πολέμους, αλλά και ανάξιους πολιτικούς, Ελλάδα, η οποία όχι μόνο βρήκε πάλι το δρόμο της προς τα πάνω, αλλά έγινε και μοναδικό παράδειγμα αντίστασης στη δεύτερη προσπάθεια παγκόσμιας υποδούλωσης. Πρέπει με κάθε τρόπο οι Έλληνες νέοι να μάθουν τα γεγονότα, πριν οι μνήμες όλες διαγραφούν από τις διάφορες πολιτικές σκοπιμότητες, τις παλιές και τις νέες, της «παγκομιοποίησης». Ελπίζω τα γραπτά μου να είναι μια μικρή συνδρομή στην προσπάθεια αυτή, η οποία ευτυχώς επιχειρείται με διαφόρους τρόπους από πολλούς, μεταξύ των οποίων υπάρχουν και εξέχοντες Έλληνες.
Θα το χαρακτηρίζατε κατά μία έννοια ιστορικό μυθιστόρημα;
Είναι πράγματι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, με όλη τη σημασία του όρου.
Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να εισπράξουν οι αναγνώστες μετά το τέλος του βιβλίου σας;
Τότε, συνέβησαν γεγονότα τα οποία συνέθλιψαν τις ζωές και τις ψυχές πολλών. Τώρα δυστυχώς συμβαίνουν παρόμοια γεγονότα και μάλιστα πιο ύπουλα. Χρειάζεται «αρετή και τόλμη» για να ξεπεραστούν. Εάν οι ψυχές μας δεν αλλοιωθούν και οι συνειδήσεις μας δεν αλλοτριωθούν, τότε υπάρχει η ελπίδα ότι θα έρθουν καλύτεροι καιροί!
Μετά τη λέξη τέλος που γράψατε στο βιβλίο σας, σας γεννήθηκαν αμφιβολίες για τον τρόπο γραφής ή για το είδος της ιστορίας που επιλέξατε να γράψετε;
Πριν ακόμη γράψω την πρώτη γραμμή, ήξερα με ποιον τρόπο θα έγραφα αυτή την ιστορία. Δεν μετάνιωσα ούτε για την υπόθεση του έργου μου, που είναι κατά κάποιο τρόπο η συνέχεια του πρώτου μου βιβλίου, ούτε και για τον τρόπο γραφής.
Ποιο ρόλο διαδραματίζουν τα προσωπικά σας βιώματα και εμπειρίες στη συγγραφή των βιβλίων σας; Θα λέγατε πως σε κάθε βιβλίο σας αποτυπώνονται και ένα κομμάτι του εαυτού σας;
Δεν ταυτίζομαι με καμιά ηρωίδα, αλλά είναι βέβαιο ότι αποτυπώνονται κομμάτια της ψυχής μου και γνώσεις, βιώματα και εμπειρίες μου.
Τα βιβλία σας περιέχουν πολύ ζωντανές εικόνες. Θα θέλατε να δείτε κάποιο από αυτά να μεταφέρετε στο θέατρο ή τον κινηματόγραφο;
Ναι θα ήθελα κάτι τέτοιο, διότι όπως σας είπα, όταν γράφω, περιγράφω τις εικόνες που βλέπω, ακούω διαλόγους, πάσχω όπως πάσχουν και οι ήρωές μου. Έτσι, νομίζω δεν θα είναι δύσκολο να μεταφερθούν ή στο θέατρο ή στον κινηματόγραφο.
Κρίνετε πως η ανθρώπινη κοινωνία, η δυνατότητα επικοινωνίας, η ψυχολογία και η αγωγή κάθε εποχής επηρεάζουν κάποιον συγγραφέα;
Σαφώς και τον επηρεάζουν, κυρία Δούλη. Είναι όμως η μεγάλη παγίδα, που πολλοί δεν προσέχουν. Εάν θέλεις να μιλήσεις για περασμένες εποχές, πρέπει να πάρεις σοβαρά υπόψη τα ήθη και τα έθιμα των εποχών αυτών. Δεν μπορείς να μεταφέρεις, για παράδειγμα, την απελευθερωμένη σεξουαλική ζωή της εποχής μας σε άλλες κοινωνίες και εποχές.
Ασχολείστε επίσης με τη ζωγραφική και μάλιστα κάνατε και δώδεκα εκθέσεις, οι οποίες απέσπασαν πολύ καλές κριτικές. Ποια είναι τα συναισθήματά σας, βλέποντας τα έργα σας εκτεθειμένα;
Καμάρωνα για αυτά όπως μια μάνα καμαρώνει για τα παιδιά της. Αλλά επίσης, ανυπομονούσα να αρχίσω καινούρια έργα.
Η Τέχνη είναι ζωντανή απόδειξη των αλλαγών σε μια κοινωνία;
Συμφωνώ με αυτό. Επιπλέον, πολλές φορές η Τέχνη προηγείται της εποχής της. Πολλά από τα μοντέρνα ρεύματα και αλλαγές είχαν φανεί πολύ πιο πριν στις Τέχνες.
Μπορεί η λογοτεχνία να μας κάνει καλύτερους, κυρία Οικονομοπούλου;
Κανονικά η Τέχνη, και βέβαια και η λογοτεχνία, μπορεί να ανεβάσει ψυχικά τον άνθρωπο, μπορεί και πρέπει να μας κάνει καλύτερους. Αλλά, φαντάζομαι ότι παίζει ρόλο και το λογοτέχνημα και ο αναγνώστης. Θέλω να δώσω ένα παράδειγμα: Στο πρώτο μου βιβλίο, ένα ιστορικό βιβλίο για τη Μικρά Ασία, όπως σας είπα, πολλοί ενθουσιάστηκαν για τα ιστορικά μέρη του και μου έλεγαν: «Επιτέλους καταλάβαμε τι είχε γίνει τότε». Άλλοι είχαν ενθουσιαστεί με το ερωτικό μέρος της ιστορίας, ενώ κάποιοι με ρώτησαν με περιέργεια, πού στο καλό είχα βρει τα τοπωνύμια και τα ονόματα! Έβγαλα το συμπέρασμα ότι άλλα μέρη του βιβλίου τραβούν την προσοχή του ενός αναγνώστη και άλλα του άλλου, ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του.
Τι είναι αυτό που σας δίνει ενέργεια;
Μα η ίδια η δημιουργία. Όλη η σύνθετη πνευματική διεργασία που απαιτεί. Είναι ένας ζωογόνος πυρετός. Αυτός που θα σε σκοτώσει αν δεν δημιουργήσεις.
Ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό σας;
Είναι δύσκολο να το προσδιορίσω μόνη μου. Όπως μου λένε οι φίλοι μου και οι δικοί μου άνθρωποι, είναι η φαντασία, η φιλομάθεια, και η επιμονή. Νομίζω πως έχουν δίκιο.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Ελπίδα Οικονομοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε υπομηχανικός στην Σχολή Υπομηχανικών του Μικρού Πολυτεχνείου και εργάστηκε από το 1966 σε Τεχνικές Εταιρίες Εγγειοβελτιωτικών Έργων. Το 1973 προσλήφθηκε στην Τεχνική Υπηρεσία του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δούλεψε ως εθελόντρια στην παιχνιδοθεραπεία στο Νοσοκομείο της Αγλαΐας Κυριακού, με άρρωστα παιδιά, καθώς επίσης στη «Φλώγα», για τη φροντίδα καρκινοπαθών παιδιών.
Παρακολούθησε μαθήματα ψυχολογίας παιδιού στην Αντλεριανή Εταιρεία, και αργότερα παρακολούθησε μαθήματα ψυχολογίας για ενήλικες στο Ανοικτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο. Μετά τη συνταξιοδότησή της ασχολήθηκε επαγγελματικά με την παλιά της αγάπη, τη ζωγραφική, έκανε δώδεκα εκθέσεις, ζωγράφισε πάνω από 300 πίνακες και απέσπασε πολύ καλές κριτικές.
Εξακολουθεί μέχρι σήμερα να ασχολείται με τη ζωγραφική, παράλληλα με την συγγραφή.
Εκτός από ιστορικά μυθιστορήματα, έχει επίσης γράψει και εικονογραφήσει ιστορίες για παιδιά.
Είναι μέλος της Φιλοσοφικής Εταιρείας Κύπρου, και μέλος της PEN International, για την Προώθηση της Λογοτεχνίας και της Ελευθερίας της Έκφρασης. Από το 2009 έχει εγκατασταθεί στην Κύπρο.
Από τον εκδοτικό οργανισμό Λιβάνη κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο της «Ο Χειμώνας της Ανατολής» ενώ είναι υπό έκδοση το νέο της βιβλίο, «Η μαγική ζωή της Περσεφόνης».
* Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Μετέωρα» στις 3/1/2014.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!