Για εκείνη η λογοτεχνία είναι ο τρόπος να ζούμε ζωές που δεν προλαβαίνουμε να ζήσουμε και αποκτούμε εμπειρίες που δεν θα προλαβαίναμε να αποκτήσουμε. Είναι ταυτόχρονα ενδιαφέρουσα ενασχόληση και ταξίδι, διαφυγή και προβληματισμός.
Η λογοτεχνία για νέους όμως είναι ένα πολύ απαιτητικό είδος λογοτεχνίας. Ο ξεχωριστός χειρισμός της γλώσσας, οι εικόνες που συνυπάρχουν με την πλοκή, τα μηνύματα που επιθυμεί να δώσει κάθε συγγραφέας, κάνουν την νεανική λογοτεχνία ένα είδος διαφορετικό και -συχνά- πιο δύσκολο από αυτό των ενηλίκων.
Η συγγραφέας Άννα Βασιλειάδη, εξέδωσε το πρώτο της νεανικό μυθιστόρημα με σκοπό να αφυπνίσει τα παιδιά και τους νέους αλλά να προβληματίσει κι εμάς τους μεγάλους, διότι όπως υποστηρίζει όλοι μας έχουμε χρέος να στηρίζουμε τα παιδιά και οφείλουμε να αναγνωρίζουμε τις σκιές στα μάτια τους και να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να τις πλημμυρίζουμε με φως, με οποιονδήποτε τρόπο.
Το συγκεκριμένο βιβλίο δεν αφορά μόνο στους νέους, αλλά και όσους από εμάς επιθυμούμε να παραδώσουμε ένα καλύτερο και πιο αισιόδοξο μέλλον στην επόμενη γενιά. Το «Η σιωπή της Μελίνας. Μια σχεδόν αληθινή ιστορία» είναι ένα βιβλίο που βοηθά τα παιδιά να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν ότι έχουν δικαίωμα στο σώμα τους κι έχουν δικαίωμα να προστατέψουν τον εαυτό τους, ακόμη κι αν χρειαστεί να φωνάξουν.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το βιβλίο σας με τίτλο «Η σιωπή της Μελίνας. Μια σχεδόν αληθινή ιστορία». Ποιό ήταν το παρασκήνιο μέσα σας (φόβοι, σκέψεις, δισταγμοί…) προτού πάρετε την απόφαση να κυκλοφορήσετε το συγκεκριμένο βιβλίο, το οποίο είναι και το πρώτο σας νεανικό μυθιστόρημα;
Πράγματι δεν είναι ένα εύκολο θέμα. Την ιστορία αυτή την επεξεργαζόμουν για αρκετά χρόνια πριν στρωθώ να τη βάλω στο χαρτί. Υπήρξαν αρκετές αμφιβολίες και δισταγμοί, κυρίως λόγω της ευαισθησίας του θέματος. Το έδωσα εμπιστευτικά στην κ. Μοσχονά των εκδόσεων «Κέδρος» και προς ευχάριστη έκπληξή μου το πίστεψε και το αγάπησε αμέσως!
Στο βιβλίο σας τολμάτε ν’ αγγίξετε το θέμα της «οικογενειακής απειλής». Ποια ήταν η αφορμή να ξεκινήσετε να γράφετε την ιστορία, κυρία Βασιλειάδη;
Αφορμή θα μπορούσα να θεωρήσω το γεγονός ότι «αγανάκτησα», αν μπορούμε να το πούμε έτσι, με τις τόσες ιστορίες οικογενειακής απειλής –και βίας– που βλέπουν το φως της δημοσιότητας εδώ και αρκετά χρόνια, που η πληροφόρηση είναι πλέον πιο άμεση, και στην πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει τίποτε. Η νομοθεσία παραμένει χαλαρή, ο περίγυρος «δεν ήξερε», «δεν κατάλαβε», «πού να το φανταστεί!», τα θύματα ενοχοποιούνται, στιγματίζονται, ενίοτε διαπομπεύονται.
Ποια μηνύματα θέλει να περάσει «Η σιωπή της Μελίνας» και το κορίτσι που πρωταγωνιστεί; Με ποιο τρόπο επικοινωνούν τις δικές σας σκέψεις με τους αναγνώστες;
Το κύριο μήνυμα που θέλει να μεταφέρει σε όλες τις «Μελίνες» είναι ότι δεν είναι ένοχες. Ποτέ δεν φταίει ένα παιδί, όταν του συμβαίνει κάτι τέτοιο. Είναι αδύνατον! Ακόμη, ότι κάπου, κάποιος, σε όλον αυτόν τον περίγυρο είναι έτοιμος και διαθέσιμος να το ακούσει, να το πιστέψει, και να το βοηθήσει. Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την κακοποίησή του και έχει το δικαίωμα να μιλήσει, να διαμαρτυρηθεί, να απαιτήσει βοήθεια. Επίσης, θέλων να στείλω ένα σοβαρό μήνυμα προς τους ενήλικες: να έχουν τον νου τους στα παιδιά και να τα αφουγκράζονται.
Μια ιστορία έχει σκοπό να διδάξει, να πείσει ή να ερεθίσει τη σκέψη του αναγνώστη;
Έχει κυρίως σκοπό να προβληματίσει, να ερεθίσει τη σκέψη του αναγνώστη. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία ο αναγνώστης θα πειστεί ή όχι, και θα διδαχτεί ή όχι, αυτό που επιθυμεί να του προσφέρει η ιστορία.
Τί ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με τον κόσμο της νεανικής λογοτεχνίας;
Έχω ήδη ασχοληθεί με λογοτεχνία για παιδιά, επίσης έχω ασχοληθεί με μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων για νεανικό κοινό. Βέβαια, έχω γράψει και μυθιστορήματα, όμως όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με την ιστορία της Μελίνας, σκέφτηκα ότι δεν θα είχε να πει κάτι στο ενήλικο κοινό. Θα ήταν άλλο ένα μυθιστόρημα. Αυτό που έχει σημασία είναι να αφυπνίσουμε μεν τους ενήλικες, αλλά κυρίως τα παιδιά. Αυτά πρέπει να κατανοήσουν ότι έχουν δικαίωμα στο σώμα τους κι έχουν δικαίωμα να προστατέψουν τον εαυτό τους, να φωνάξουν. Έτσι, προσάρμοσα την ιστορία για νεανικό κοινό, με τρόπο που να μπορεί να αναγνωστεί και από ηλικίες κάτω των δεκαπέντε ετών αλλά και από ενήλικες.
Πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό σας κοινό;
Μάλλον δεν είμαι πολύ καλή στο να συστήνω τον εαυτό μου. Αγαπάω τη λογοτεχνία, προσπαθώ να αποτυπώνω τις σκέψεις μου με συνέπεια και σεβασμό τόσο γι’ αυτούς που θα με διαβάσουν, όσο και για την μητρική μου γλώσσα, την ελληνική, που μου δίνει τη δυνατότητα να εκφράζομαι. Τα υπόλοιπα ας τα εκφράσουν οι αναγνώστες μου.
Τι σημαίνει «γράφω» για εσάς, κυρία Βασιλειάδη;
Σημαίνει «αναπνέω», κυρία Δούλη. Η γραφή αλλά και η ανάγνωση λογοτεχνίας είναι η ισορροπία μου σε έναν δύσκολο κόσμο.
Τι ιδιαιτερότητες έχουν οι νέοι ως αναγνώστες; Είναι πιο δύσκολο να τους τραβήξεις την προσοχή;
Οι νέοι έχουν ήδη μπει σε έναν αγώνα δρόμου με τις απαιτήσεις που έχει στις μέρες μας η ακαδημαϊκή τους κατάρτιση και η προετοιμασία τους για την ανώτατη εκπαίδευση. Ο ελεύθερος χρόνος τους είναι λιγότερος, η δυνατότητά τους για διασκέδαση είναι μεγαλύτερη, συγκριτικά με τις μικρότερες ηλικίες. Δεν είναι εύκολο να τους «κατευθύνουμε», καθώς έχουν ήδη καλλιεργήσει σημαντικά τις επιλογές τους. Κατ’ επέκταση ναι, είναι πιο δύσκολο να τους τραβήξεις την προσοχή, αλλά πιστεύω ότι μια μεγάλη μερίδα αναζητεί αναγνώσματα που να αγγίζουν τους προβληματισμούς τους.
Σε ποια ηλικία πρέπει να ωθήσουμε το παιδί να στραφεί σε άλλο είδος λογοτεχνίας;
Δεν πιστεύω σε «καλούπια». Αυτό εξαρτάται από το ίδιο το παιδί. Για να γίνει αναγνώστης το παιδί, αρχικά πρέπει να έχει ενθάρρυνση από το οικείο περιβάλλον και το σχολείο. Είναι οι δύο πρώτες παράμετροι καθοριστικής σημασίας. Βεβαίως, τίποτε δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι το παιδί θα παραμείνει αναγνώστης μεγαλώνοντας, όπως τίποτε δεν αποκλείει ότι ένα παιδί που δεν δείχνει να αγαπάει το βιβλίο σε μικρή ηλικία δεν θα το αγαπήσει αργότερα, όταν θα εντοπίσει το είδος του αναγνώσματος που το ικανοποιεί. Οι ηλικιακές κατηγορίες έχουν γίνει απαιτητές, για να διευκολύνουν στην επιλογή ενός βιβλίου, όμως δεν είναι στεγανές.
Τι νομίζετε εν τέλει ότι προσφέρει η λογοτεχνία στον αναγνώστη; Πρόκειται για ένα ταξίδι σε κόσμους ονειρικούς και γήινους ή πρόκειται απλά για μια ενδιαφέρουσα ενασχόληση κατά τον ελεύθερο χρόνο;
Και τα δύο και πολλά περισσότερα. Ζούμε ζωές που δεν θα προλαβαίναμε να ζήσουμε και αποκτούμε εμπειρίες που δεν θα προλαβαίναμε να αποκτήσουμε. Είναι ταυτόχρονα ενδιαφέρουσα ενασχόληση και ταξίδι, διαφυγή και προβληματισμός.
Δυστυχώς, γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες κακοποίησης, ακόμη και εγκλημάτων, σε βάρος αθώων παιδιών. Σε όλους μας πέφτει ένα μεγάλο βάρος να αναγνωρίζουμε τη σκιά στα αθώα παιδικά μάτια, να σταθούμε στο πλευρό τους, ακόμη και να καταγγείλουμε κάτι που θα πέσει στην αντίληψή μας. Το θεωρείτε βαρύ φορτίο αυτό, κυρία Βασιλειάδη;
Είναι βαρύ το φορτίο, αλλά γι’ αυτό είμαστε ενήλικες, γι’ αυτό είμαστε γονείς. Έχουμε χρέος να ανταπεξέλθουμε. Είμαστε γονείς όλων των παιδιών και οφείλουμε να αναγνωρίζουμε τις σκιές και να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να τις πλημμυρίζουμε φως, με οποιονδήποτε τρόπο. Διαφορετικά ποια άλλη αποστολή έχουμε στη ζωή, εάν δεν επενδύσουμε στις γενιές που έρχονται να μας ακολουθήσουν; Τι νόημα έχουν οι κορμοί στο δάσος να είναι γεροί, εάν δεν μπορούν να προστατευτούν τα βλαστάρια καθώς μεγαλώνουν;
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Άννα Βασιλειάδη γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και συνέχισε παρακολουθώντας εκπαιδευτικούς και μεταπτυχιακούς κύκλους μαθημάτων στο ΕΚΠΑ, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, σχετικά με την Εγκληματολογία, τις διαταραχές προσωπικότητας, το προσφυγικό ζήτημα και θέματα γεωπολιτικής της Μέσης Ανατολής.
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στιςε 17 Ιουλίου 2020.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!