Επιδιώκει να περάσει με τα βιβλία της συγκεκριμένα μηνύματα, αλλά δεν μας κρύβει ότι συγκινείται όταν οι αναγνώστες νιώθουν τα ίδια συναισθήματα με αυτά που ένιωθε κι εκείνη γράφοντάς τα.
Η Μαρία Παναγοπούλου έχει τη μυρωδιά του ταλέντου. Οι ιστορίες της διαπερνούν καθετί το σύνηθες και αντανακλούν τον ιδιαίτερο και μοναδικό τρόπο συγγραφής της. Μας ταξιδεύουν και προκαλούν τη συνείδηση και την κρίση μας.
Είτε γράφει είτε δραστηριοποιείται στον χώρο των Δημοσίων Σχέσεων και της Επικοινωνίας, είτε αρθρογραφεί στο προσωπικό της blog thisismarias.com, όχι απλώς έρχεται για να μας καθηλώσει, αλλά και για να μας ανυψώσει με την αμεσότητα, τη σαφήνεια, την απλότητα, αλλά πρωτίστως τη βαθιά, αεικίνητη και απροκατάληπτη ματιά της, την ικανή να διαπεράσει τη μονοτονία της εποχής μας και της κάθε εποχής.
Θα τη χαρακτήριζα ασυμβίβαστη, άνθρωπο που πάει κόντρα στην κοινοτοπία και στα στερεότυπα, άνθρωπο που δεν δέχεται να απογοητευθεί, μα ούτε και να μας απογοητεύσει.
Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, η οποία διαθέτει αδιαμφισβήτητη αισθητική και απύθμενη φαντασία, ενώ οι αναζητήσεις της είναι έντονες και διαρκείς.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα σας «Η Πενθερά», που είναι το πρώτο βιβλίο σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ψυχογιός». Ποιο ερέθισμα στάθηκε αφορμή για τη συγγραφή του, κυρία Παναγοπούλου;
Την ιστορία, που με ενέπνευσε για να δημιουργήσω τη Μανιάτικη οικογένεια του βιβλίου, την είχα ακούσει πριν από πολλά χρόνια και την είχα καταγράψει πρόχειρα στα αρχεία μου, όπως κάνω πάντα με οτιδήποτε με γοητεύει, με συγκινεί ή με θυμώνει. Το ερέθισμα για να ξεκινήσω τη συγγραφή όμως μου το έδωσε πολύ αργότερα μια φίλη, όταν αστειευόμενη μου είπε «έτσι μού ’ρχεται να φτιάξω μια ομάδα εξόντωσης κακών πεθερών». Αυτή η φράση έπεσε σαν σπόρος στο μυαλό μου, πήγε και συνάντησε την προηγούμενη ιστορία και γεννήθηκε «Η πενθερά».
Είναι πραγματικά τα πρόσωπα και γεγονότα που αποτελούν τη βασική έμπνευσή σας στην ιστορία του βιβλίου σας; Ποια θεωρείτε ως την πιο σημαντική «πηγή ιδεών» για έναν συγγραφέα;
Προσωπικά αδυνατώ να γράψω ένα βιβλίο βασισμένο εξ ολοκλήρου στη φαντασία μου και αυτό το θεωρώ μειονέκτημα, ωστόσο δεν ξέρω αν θα μπορέσω ποτέ να το ξεπεράσω. Έχω ανάγκη να «πατάω» σε αληθινές ιστορίες, να μεταφέρω πραγματικά γεγονότα, συνδέοντας τα με τη βοήθεια της μυθοπλασίας, για να μπορέσω να δημιουργήσω ένα βιβλίο.
Το μυθιστόρημά σας έχει όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία για να κρατήσει σε εγρήγορση τις αισθήσεις του αναγνώστη. Δράση, περιπέτεια, μυστήριο, έρωτα, γρίφους και πολλά μυστικά. Σε ποιο από αυτά τα στοιχεία δώσατε περισσότερο συγγραφικό χώρο;
Σας ευχαριστώ πολύ για όλα αυτά τα θετικά στοιχεία που βρήκατε στο βιβλίο μου, κυρία Δούλη. Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω μάθει ακόμη να χρησιμοποιώ αυτές τις πολύτιμες μεθόδους που βοηθάνε έναν συγγραφέα να διατηρεί τη χρυσή ισορροπία στα «συστατικά» που βάζει στο βιβλίο του. Θα σας απαντήσω λοιπόν ότι, γράφοντας το μυθιστόρημα «Η πενθερά», έδωσα συγγραφικό χώρο σε ό,τι με εντυπωσίαζε ως αναγνώστρια, χωρίς να μπορώ να το προσδιορίσω πιο συγκεκριμένα.
Φορτιστήκατε συναισθηματικά κατά τη διάρκεια της συγγραφής της υπέροχης ιστορίας σας; Ήταν μια εσωτερική ανάγκη η συγγραφή της;
Φορτίστηκα και θετικά και αρνητικά με όλους τους ήρωες. Το γεγονός ότι είχα να διαχειριστώ αληθινές ιστορίες με πίεσε συναισθηματικά, καθώς δεν ήθελα να αδικήσω κανέναν, αλλά ούτε και να τον ευνοήσω σε βάρος κάποιου άλλου. Όσο για το αν ήταν εσωτερική ανάγκη η συγγραφή της ιστορίας, ναι, σαφώς ήταν όπως είναι κάθε φορά που γράφω.
Θυμάστε το πρώτο ανάγνωσμα που σας «παρέσυρε» στον μαγικό κόσμο της λογοτεχνίας, κυρία Παναγοπούλου;
Φυσικά! Είναι ο λατρεμένος «Τρελαντώνης» της Πηνελόπης Δέλτα. Την πρώτη φορά που τον διάβασα ήμουν παιδί και αμέσως ένιωσα ερωτευμένη με το μαγικό χάρισμα της συγγραφέως να δημιουργεί συναισθήματα στον αναγνώστη.
Είχατε κάποιους «ενδοιασμούς», όταν αποφασίσατε να δώσετε το βιβλίο αυτό προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από τον εκδοτικό σας οίκο και από το αναγνωστικό κοινό;
«Η πενθερά» είναι το τρίτο μου βιβλίο, αλλά το πρώτο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Όταν το έστειλα προς αξιολόγηση, είχα αγωνία, την οποία θα χαρακτήριζα διαχειρίσιμη. Το υπερβολικό άγχος ξεκίνησε από τη στιγμή που έλαβα την πολυπόθητη έγκριση! Το γεγονός πως με είχε εμπιστευτεί ο μεγαλύτερος εκδοτικός οίκος της χώρας, που τοποθετεί τον πήχη στην κορυφή, με έκανε να χάσω τον ύπνο μου. Τώρα πια που «Η πενθερά» βρίσκεται στην 6η χιλιάδα της, μέσα σε λιγότερο από ενάμιση μήνα, άρχισα να κοιμάμαι κανονικά (γέλια).
Όταν ολοκληρώσατε το νέο σας βιβλίο, αρκεστήκατε μόνο στη δική σας γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητήσατε και την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου, την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Ο μοναδικός αναγνώστης του βιβλίου, πριν το στείλω για αξιολόγηση, ήταν ο πολύ αυστηρός μου εαυτός. Μόνο όταν εκείνος μου έδωσε το «πράσινο φως», προχώρησα στην αποστολή του, αλλά πιστέψτε με, για να συμβεί αυτό, με βασάνισε αλύπητα.
Έχετε σπουδάσει Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Πιστεύετε ότι το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;
Όχι, δεν θεωρώ απαραίτητο το επιστημονικό υπόβαθρο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, εκτός αν μπαίνει σε χωράφια αμιγώς επιστημονικά. Προσωπικά, οι σπουδές μου στην Κοινωνιολογία με βοηθούν σημαντικά, αφού μου επιτρέπουν να προσεγγίζω κοινωνικά θέματα με τρόπο που δεν είναι επιφανειακός και χαίρομαι, όταν οι αναγνώστες το διακρίνουν και το εκτιμούν.
Πιστεύετε ότι οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες, «αφυπνίζοντας» τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποια μηνύματα επιδιώκετε να «περάσετε» στους αναγνώστες σας και σε ποιο είδος αναγνωστικού κοινού θέλετε να απευθυνθείτε μέσα από το συγγραφικό σας έργο;
Διαφωνώ με την άποψη πως οι συγγραφείς «οφείλουν» να κάνουν μόνο το ένα ή μόνο το άλλο. Φαντάζεστε ο Ελληνικός κινηματογράφος να είχε μόνο τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο και όχι τον Γιάννη Δαλιανίδη; Οι αναγνωστικές ανάγκες είναι τόσες πολλές, όσες και οι αναγνώστες. Τα δικά μου βιβλία δεν επιδιώκω να περάσουν συγκεκριμένα μηνύματα, αλλά δεν θα σας κρύψω πως συγκινούμαι, όταν οι αναγνώστες νιώθουν τα ίδια συναισθήματα με αυτά που ένιωθα κι εγώ γράφοντάς τα. Ως προς την ερώτηση σε ποιο είδος αναγνωστικού κοινού απευθύνομαι, νομίζω πως η σχέση συγγραφέα – αναγνώστη λειτουργεί όπως ο κεραυνοβόλος έρωτας: όπου κι αν στοχεύσεις εσύ, τα βέλη θα πάνε εκεί που θα τα κατευθύνει ο «φτερωτός θεός».
Θέλετε να μας μιλήσετε για τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Ψυχογιός» και να μοιραστείτε μαζί μας τα συναισθήματά σας, που το βιβλίο σας βρίσκεται κάτω από την «ομπρέλα» του μεγαλύτερου εκδοτικού οίκου στη χώρα μας και μάλιστα σε δύσκολες εποχές;
Η λέξη «ομπρέλα» που χρησιμοποιήσατε στην ερώτησή σας, είναι απολύτως εύστοχη, κυρία Δούλη! «Η πενθερά» επρόκειτο να εκδοθεί στις αρχές Απριλίου. Το βιβλίο είχε τυπωθεί, είχαμε ετοιμάσει δύο πολύ ιδιαίτερες κεντρικές παρουσιάσεις και μετρούσαμε πια τον χρόνο αντίστροφα για τη μεγάλη μέρα. Ο κορονοϊός, η καραντίνα, το λοκ ντάουν, ανέτρεψαν τα πάντα. Πιστέψτε με όμως, χάρη στην οικογένεια του κ. Θάνου Ψυχογιού, στην κ. Σωτηρίου, στην κ. Γαλάτουλα, στην κ. Ζαχαριάδη, στους σπουδαίους συγγραφείς, στους συνεργάτες, στους πωλητές… η όποια ανασφάλειά μου για την τύχη του βιβλίου διήρκησε μόνο μια μέρα. Από την επομένη κιόλας κατάλαβα ότι αυτό το υπέροχο «Ψ» που κοσμεί τα εξώφυλλα των εκδόσεων Ψυχογιός θα γύριζε ανάποδα και θα γινόταν μια προστατευτική «ομπρέλα», στηρίζοντας την «Πενθερά», για να καταφέρει να «πετάξει» ακόμη και μέσα στη χειρότερη χρονική συγκυρία των τελευταίων ετών. Νομίζω πως δεν χρειάζεται να πω κάτι περισσότερο για τα συναισθήματά μου…
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Το πραγματικό της επίθετο είναι Παναγοηλιοπούλου, αλλά όταν σε ηλικία 19 ετών ξεκίνησε να εργάζεται στο ραδιόφωνο, αναγκάστηκε να το περικόψει αφού ήταν γλωσσοδέτης για τους παραγωγούς των εκπομπών.
Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε ως ρεπόρτερ στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ και συνεργάστηκε με περιοδικά και με την πρωινή τηλεοπτική εκπομπή του STAR, «Star Café».
Ο γάμος και η γέννηση του γιού της έβαλαν για κάποια χρόνια σε δεύτερη μοίρα την καριέρα, καθώς επέλεξε συνειδητά τον ρόλο της full time μαμάς, ξεδίνοντας μέσα από το καθημερινό γράψιμο ιστοριών που κατέληγαν πάντα στα συρτάρια της.
Όταν ο γιος της μεγάλωσε αρκετά, επέστρεψε στη δουλειά της επιλέγοντας «το πιο μαγικό κομμάτι των Μέσων Ενημέρωσης», όπως το αποκαλεί, δηλαδή αυτό που βρίσκεται πίσω από τις κάμερες.
Σήμερα δραστηριοποιείται στον χώρο των Δημοσίων Σχέσεων και της Επικοινωνίας, αρθρογραφεί και διατηρεί το προσωπικό της blog thisismarias.com.
Είναι παντρεμένη με τον δημοσιογράφο Κώστα Χαρδαβέλλα και περήφανη μανούλα του Κωνσταντίνου Χαρδαβέλλα, που είναι διαιτολόγος-διατροφολόγος.
Η ΠΕΝΘΕΡΑ είναι το πρώτο βιβλίο της που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ.
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 31 Ιουλίου 2020.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!