Για τη Γιούλα Κωνσταντοπούλου η αναζήτηση των καταγωγικών ριζών μας είναι σύμφυτη με τον άνθρωπο, και η ζωή μας θεωρείται ως συνέχεια των προγόνων μας. Ανίχνευσε τις δικές της ρίζες, προσπαθώντας να αναπλάσει χαρακτήρες, να δώσει «ζωή» στη ζωή των Ρωμιών της Πόλης, να δικαιώσει τη μνήμη τους. Αυτός ήταν και ο λόγος που αποφάσισε να ασχοληθεί συγγραφικά στο πρώτο της μυθιστόρημα με την ιστορία της Πόλης.
Είναι μια μαχήτρια της ζωής και λάτρης της Λογοτεχνίας. Με το δυναμισμό και το ταλέντο της περιγράφει το φως και το σκοτάδι κάθε χαρακτήρα που «χτίζει» συγγραφικά. Είναι μία από τις πιο ευαίσθητες, απλές, σεμνές εργάτριες της τέχνης της, μία γυναίκα άδολης έκφρασης, ζεστή και αυθεντική.
Με κατέπληξε η αμεσότητα της έκφρασής της, ο ρεαλισμός της και η γνησιότητά της κόντρα στα στερεότυπα που έως τώρα γνωρίζαμε για το πώς γράφεται μια ιστορία και πώς εξελίσσεται η πλοκή της.
Κάνοντας λεπτομερή δουλειά και με τη δυνατή εκφραστική της ικανότητα, αναδεικνύει τον ποιητικό κόσμο κάθε χαρακτήρα της με σαφήνεια και διακριτό ύφος.
«Το υλικό μυθοπλασίας πιστεύω ότι αποτελεί για τον άνθρωπο που αγαπά τη Λογοτεχνία ένα πνευματικό καταφύγιο, καθώς αυτό είναι δυνατό να συμβάλλει στην κατανόηση του παρελθόντος, αλλά ενδεχομένως να δώσει διεξόδους σε προβλήματα που αναφύονται στη σύγχρονη πραγματικότητα…» τονίζει, φανερώνοντας πόσο χαίρεται και παθιάζεται με τη συγγραφή και τη Λογοτεχνία.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από την «Άνεμος Εκδοτική» το πρώτο μυθιστόρημά σας με τίτλο «Αμέλια – Ιχνηλατώντας μνήμες των Ρωμιών της Πόλης». Πρόκειται για ένα καθηλωτικό οδοιπορικό που φέρνει στο φως την ιστορία μιας γυναίκας και την Ιστορία των προγόνων μας και που ιχνηλατεί μοναδικά τις μνήμες των Ελλήνων της Πόλης και εσείς την υφαίνετε υπέροχα, παντρεύοντας παρελθόν και παρόν μέσα σε 242 σελίδες. Ποιος ήταν ο λόγος που αποφασίσατε να ασχοληθείτε συγγραφικά με την ιστορία της Πόλης, κυρία Κωνσταντοπούλου;
Σπούδασα Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισα τις Μεταπτυχιακές και Διδακτορικές σπουδές μου. Οι σπουδές μου πάντοτε είχαν ως κύριο άξονα τη μελέτη της Ιστορίας, και το έως τώρα συγγραφικό έργο μου είχε αυτόν τον προσανατολισμό. Παράλληλα, η αγάπη μου για τη Λογοτεχνία με οδήγησε στην απόφαση να ασχοληθώ τώρα και με αυτήν. Έτσι, προέκυψε το πρώτο μου μυθιστόρημα «Αμέλια – Ιχνηλατώντας μνήμες των Ρωμιών της Πόλης», ένα έργο οφειλής και μνήμη ιστορική. Θεωρώ ότι η αναζήτηση των καταγωγικών ριζών μας είναι σύμφυτη με τον άνθρωπο, και η ζωή μας θεωρείται ως συνέχεια των προγόνων μας. Ανίχνευσα τις δικές μου ρίζες, προσπαθώντας να αναπλάσω χαρακτήρες, να δώσω «ζωή» στη ζωή των Ρωμιών της Πόλης, να δικαιώσω τη μνήμη τους.
Πώς αισθάνεστε που η πρώτη συγγραφική δουλειά σας «αγκαλιάστηκε» από έναν εκδοτικό οίκο, που έχει αφήσει το δικό του στίγμα στην ελληνική εκδοτική παραγωγή, εδώ και δέκα χρόνια, και εκδίδει βιβλία όπως τα ονειρεύτηκε και όπως τα ονειρευτήκατε;
Ένα χρόνο πριν, έχοντας ολοκληρώσει τη συγγραφή του έργου μου, ήμουν στο στάδιο αναζήτησης εκδότη. Τότε, κατά ευτυχή συγκυρία, έμαθα για την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ. Από την πρώτη ημέρα που επισκέφτηκα τον εκδοτικό οίκο και γνώρισα τους ανθρώπους του, είχα την ευκαιρία να δω δείγματα της πραγματικά αξιόλογης -σε επίπεδο ποσοτικό, αλλά κυρίως ποιοτικό και καλαίσθητο- εκδοτικής δουλειάς τους. Η συμφωνία κλείστηκε σε μία σημαντική ημέρα για την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, ημέρα επετειακή των δέκα χρόνων λειτουργίας του οίκου, συνάμα και για εμένα την ίδια, διότι στην πορεία της συνεργασίας μας είχα την ευκαιρία να εκτιμήσω την αξιοπιστία των λόγων, την συνέπεια, την εργατικότητα και τον επαγγελματισμό των ανθρώπων της.
Οι πληροφορίες που παίρνει, διαβάζοντας το βιβλίο σας, ο αναγνώστης για σημαντικά ιστορικά γεγονότα, όπως ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, η Μικρασιατική Καταστροφή, οι διεθνείς συμβάσεις, οι ανταλλαγές πληθυσμών και τα Σεπτεμβριανά του 1955, είναι πολλές. Σε ποιες πηγές ανατρέξατε, για να μεταφέρετε το πνεύμα της εποχής και με πόσους ανθρώπους μιλήσατε, για να τεκμηριώσετε αλήθειες και γεγονότα; Ήταν μια χρονοβόρα έρευνα;
Η μελέτη της Ιστορίας ήταν αρωγός στο διάστημα της συγγραφής του έργου. Κατά τη μακρόχρονη αυτή διαδικασία στράφηκα στη μελέτη των ιστορικών πηγών (έγγραφα, χάρτες, εφημερίδες, φωτογραφικό υλικό, μαρτυρίες, ιστορικές μονογραφίες) με στόχο, μέσα από την καταγραφή ονομάτων, τοπωνυμίων, χρονολογικών σημάνσεων και από την εμπλοκή στα γεγονότα υπαρκτών ανθρώπων, να ενταχθούν ο μύθος και η φαντασία στην ιστορική πραγματικότητα. Στο βιβλίο μου ακολουθώ σε κάποιο βαθμό προσωπικές μαρτυρίες ανθρώπων που είχα την τύχη να γνωρίσω, ενώ προσπαθώ παράλληλα να μείνω κοντά στην αλήθεια των γεγονότων, καθώς συχνά γίνονται αναφορές σε ιστορικά πρόσωπα που καθόρισαν τις τύχες των Ελλήνων της Πόλης και τη Μικρασίας.
«Η μνήμη όπου την αγγίζεις πονεί», όπως έλεγε ο Γιώργος Σεφέρης, ή η ιστορία επαναλαμβάνεται, όταν οι λαοί ξεχνούν το παρελθόν τους. Η δική σας ζυγαριά προς τα πού γέρνει;
Μνήμη και λήθη είναι μέρη του μοντέλου επεξεργασίας πληροφοριών, φυσιολογικές δηλαδή διαδικασίες του εγκεφάλου. Οι άνθρωποι ανάλογα με τις εμπειρίες μας, κρατούμε έντονα στη μνήμη μας ή λησμονούμε γεγονότα που βιώσαμε και που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στιγμάτισαν τη ζωή μας. Οι συγκινησιακά φορτισμένες μνήμες εγγράφονται πιο έντονα, άρα και ανακαλούνται σε χρόνο και χώρο. Θεωρώ πως κάθε επώδυνη μνήμη πονεί και πονεί βαθύτατα, διότι,όπως γράφει ο Halbwachs, «η ατομική μνήμη ανακαλείται μόνο στο κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου διαμορφώνεται, αποτελεί κοινωνική κατασκευή και πτυχή της συλλογικής μνήμης». Πιστεύω λοιπόν ότι οι λαοί οφείλουν να διατηρούν ακέραιη την ιστορική μνήμη, διότι αυτή έχει και τη δύναμη να διδάσκει, να νουθετεί, να συγκροτεί και να ενδυναμώνει τον συλλογικό άνθρωπο.
Διαβάζοντας το βιβλίο σας ένιωσα ότι η Αμέλια δεν αγαπήθηκε ποτέ αληθινά, όπως αξίζει σε μια γυναίκα, και βίωσε στη ζωή της ένα μοναχικό ταξίδι. Τελικά ο χαρακτήρας της ήταν τόσο ταπεινός που δεν μπόρεσε να προχωρήσει στην προσωπική της ζωή ή δεν ξεπέρασε ποτέ τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν γι’ αυτήν, χωρίς αυτήν;
Η Αμέλια είχε τη στόφα της γυναίκας περασμένων εποχών. Σε αυτό συνέβαλαν η αγωγή που πήρε από την οικογένεια και το σχολείο της (εκκλησιαστικό ίδρυμα), η απειρία της, αλλά και η αθωότητά της. Αυτά ήταν όλα εκείνα τα στοιχεία που δόμησαν μία προσωπικότητα ευάλωτη, εύκολο «θήραμα» και θύμα στα χέρια του συζύγου της Ουμπέρτο, ενός ανθρώπου που μεγάλωσε δίχως αληθινή αγάπη με την αλαζονεία του πλούτου και των συναλλαγών… Πιστεύω όμως πως κανείς άνθρωπος δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Το ίδιο ισχύει και για την ηρωίδα μου, η οποία ανάλογα με τις αρχές που γαλουχήθηκε, δόμησε έναν χαρακτήρα που την καθοδηγούσε κάθε φορά να κάνει τις επιλογές της, έχοντας απόλυτα την ευθύνη γι΄αυτές, για το μειράδι (μοίρα) στη ζωή.
Μέσα στις σελίδες κάθε βιβλίου κρύβονται μηνύματα που καλείται ο αναγνώστης να εισπράξει. Ποια μηνύματα θέλετε να λάβουμε από την «Αμέλια»;
Το υλικό μυθοπλασίας πιστεύω ότι αποτελεί για τον άνθρωπο που αγαπά τη Λογοτεχνία ένα πνευματικό καταφύγιο, καθώς αυτό είναι δυνατό να συμβάλλει στην κατανόηση του παρελθόντος, αλλά ενδεχομένως να δώσει διεξόδους σε προβλήματα που αναφύονται στη σύγχρονη πραγματικότητα, όπως το προσφυγικό και η οικονομικο-κοινωνική κρίση. Στο έργο μου ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να «ζήσει» μέσα από τη ροή των αναμνήσεων της ηρωίδας τις χαρές, τις απογοητεύσεις, την οδύνη των Ρωμιών της Πόλης για τα δεινά που έπληξαν τον Ελληνισμό τον 20ό αιώνα. Στόχος μου ήταν μέσα από την ιστορία της Αμέλιας και άλλες παράλληλες ιστορίες να περάσω μηνύματα και να αναδειχθούν αξίες, όπως η ανιδιοτελής αγάπη, ο σεβασμός στον Άλλο, ανεξάρτητα από καταγωγή, κοινωνικό status, θρήσκευμα, να δώσω «φωνή» στους «άφωνους» που βίωσαν τα γεγονότα, να τιμήσω τη μνήμη τους.
Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας πώς ξεκίνησε για εσάς το ταξίδι στη λογοτεχνία και στη συγγραφή, και τι ρόλο παίζει έως τώρα στη ζωή σας;
Οι πόλεμοι των αρχών του 20ού αιώνα, η Μικρασιατική καταστροφή και τα έντονα βιώματα που προκάλεσε ο ξεριζωμός τόσο σε εκείνους που τον υπέστησαν, όσο και σε εκείνους που τον αφουγκράστηκαν στους τόπους υποδοχής αποτέλεσαν αφετηριακό σημείο της συγγραφής. Η μέριμνά μου για τη Λογοτεχνία ήταν το κίνητρο για τη συγγραφή. Ως αναγνώστρια, αλλά και ως συγγραφέας λογοτεχνικού έργου κυρίως αναζητώ τον άνθρωπο, τις περιπέτειες των ανθρώπων που άπτονται των ιστορικών γεγονότων, εστιάζω στη δράση και στην αντίδραση, τις συγκρούσεις… δεν λειτουργώ ως δικαστής, πολύ περισσότερο όταν έχω επίγνωση ότι δουλεύω πάνω στο συλλογικό ασυνείδητο και στη συλλογική ταυτότητα.
Στο βιβλίο σας οι χαρακτήρες ψυχογραφούνται σε βάθος, και αυτό γίνεται κυρίως μέσα από τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις τους. Πόσο δύσκολο είναι για έναν συγγραφέα να καταφέρει να παρουσιάσει ρεαλιστικά και πειστικά ήρωες με διαφορετικά βιώματα, διαφορετική ηλικία ή ιδιότητα από τον ίδιο; Με ποιο κριτήριο διαμορφώνετε τα προφίλ των ηρώων σας;
Η αυτοβιογραφική μνήμη της Αμέλιας αποκαλύπτεται μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο μιας μακρινής εποχής, όπου διαμορφώθηκε και αποτέλεσε σπονδυλωτή πτυχή της συλλογικής μνήμης του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και της Μικράς Ασίας. Με την αφήγησή της αναβιώνουν γεγονότα και αναδύονται μνήμες ευχάριστες από την Πόλη των ειρηνικών ημερών, αλλά και επώδυνες, που φέρουν ανεξίτηλα τα σημάδια της καταστροφής, των δεινών και του ολέθρου, της διακύβευσης των ηθικών αξιών και προβάλλουν την αναγκαιότητα αποκωδικοποίησης των συμπεριφορών για την κατανόηση πράξεων ή και παραλείψεων στη ζωή των ηρώων. Στην προσπάθεια σκιαγράφησης των χαρακτήρων τους έκρινα αναγκαίο σε κάθε σκηνή να υποδυθώ, να «βυθιστώ» δηλαδή στην προσωπικότητά τους, να στοχαστώ, να μιλήσω, να δράσω ή να αντιδράσω, όπως εκείνοι έκαναν ή θα έκαναν, να τους αντιμετωπίσω με ενσυναίσθηση. Γι΄αυτό, και αγαπώ εξίσου όλους τους ήρωες του έργου μου με τις αδυναμίες και τις θετικές πλευρές του χαρακτήρα τους!
Πιστεύετε ότι ένας συγγραφέας σε κάθε βιβλίο του καταθέτει ένα κομμάτι του εαυτού του, ότι κατά κάποιον τρόπο λυτρώνεται;
Η συγγραφή ενός έργου δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, ειδικά όταν η πλοκή του ανάγεται σε χρόνους παρελθόντες και σε τόπους που δεν έχει ζήσει ή γνωρίσει από κοντά. Το υλικό μυθοπλασίας πιστεύω ότι αποτελεί για τον άνθρωπο που αγαπά τη Λογοτεχνία ένα πνευματικό καταφύγιο. Η λογοτεχνική αποτύπωση ιδεών, σκέψεων και ιστοριών των ανθρώπων είναι δυνατόν να συμβάλλει στην κατανόηση του παρελθόντος, αλλά ενδεχομένως να δώσει διεξόδους σε προβλήματα που αναφύονται στη σύγχρονη πραγματικότητα. Η συγγραφή λοιπόν του έργου μου ήταν μια περιπέτεια σημαντική και πολύ ενδιαφέρουσα ως την τελευταία φράση του: «ΤΥΠΩΘΗΤΩ». Τα δύο και πλέον χρόνια «έζησα» κυριολεκτικά και μεταφορικά τη ζωή της Αμέλιας, αλλά και των υπολοίπων προσώπων και αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση, διότι κατάφερα να κρατήσω ζωντανή τη μνήμη τους.
Διανύουμε την εποχή μιας ευρύτερης κρίσης πέραν της οικονομικής και μέσα σ’ όλα αυτά βιώνουμε έντονα και μία πανδημία. Πιστεύετε ότι και το βιβλίο περνά κρίση, και ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του σε τέτοιες εποχές;
Εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία στη χώρα μας βιώνουμε κρίση κοινωνικοπολιτισμική, κρίση αξιών και προσφάτως την πανδημία. Το βιβλίο, αγαθό πρώτης ανάγκης, διέρχεται κι αυτό κρίση: τα χαμηλά επίπεδα φιλαναγνωσίας στη χώρα μας, οι συγχωνεύσεις εκδοτικών οίκων, το κλείσιμο των μικρών οίκων και των βιβλιοπωλείων, οι διαδικτυακές πωλήσεις και η ηλεκτρονική του μορφή κατατείνουν σε αυτή. Θεωρώ πως μια συζήτηση ανάμεσα στην Πολιτεία και στους φορείς του χώρου του βιβλίου είναι επιβεβλημένη, για να ανευρεθούν τάχιστα μηχανισμοί στήριξης του χώρου και να επιτευχθεί η ενίσχυση της φιλαναγνωσίας και συνεπώς η καταξίωση του βιβλίου.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου γεννήθηκε στον Πειραιά.
Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και υπηρέτησε για χρόνια στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση.
Είναι κάτοχος MSc του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και PhD της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας και Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Πατρών.
Έχει συγγράψει διηγήματα. Στην επιστημονική της δραστηριότητα συμπεριλαμβάνονται πάνω από πενήντα άρθρα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά.
Εργογραφία: «Κερτεζίτες αγωνιστές στην Επανάσταση του 1821», Αθήνα 1996 – «Homère, L’ ILIADE illustré par la céramique grecque», Δημιουργία, 1998 – «Ο Ι. Ν. της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Κέρτεζη Καλαβρύτων», Αθήνα 1999 – «Η Εκπαίδευση στην επαρχία Καλαβρύτων κατά την Οθωνική περίοδο (1833-1862)», έκδοση Νομαρχίας Αχαΐας, 2009.
Το έργο της «Αμέλια, Ιχνηλατώντας μνήμες των Ρωμιών της Πόλης» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα, βασίζεται σε αληθινά γεγονότα και κυκλοφορεί από την «Άνεμος Εκδοτική».
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 8 Ιανουαρίου 2021.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!