Είναι μια γυναίκα με βαθιά συγκρότηση, που έχει γαλουχηθεί με αξίες και ιδανικά. Είναι μία συγγραφέας, που μας έχει δώσει μέχρι σήμερα άριστα δείγματα γραφής και αφήνει το δικό της αποτύπωμα στον μαγευτικό χώρο της λογοτεχνίας. Διαθέτει μια ευαίσθητη ψυχή, έχει μάθει να αφουγκράζεται, είναι ρομαντική, ανοιχτή στο καλό και το ωραίο.
Η Βάσω Ζαφειροπούλου είναι μία αυστηρή και ασυμβίβαστη δημιουργός, που μας χαρίζει ξεχωριστές αναγνώσεις στα έργα με τα οποία καταπιάνεται.
Για εκείνη οι ήρωές της συνειδητά ή ασυνείδητα κυριαρχούν στη σκέψη της. Ακόμη και όταν θέλει να τους βάλει για λίγο στην άκρη για κάποιο λόγο, αυτοί σαν τα κακομαθημένα παιδιά χώνονται και λένε τα δικά τους. Κι αν δεν τα δουν γραμμένα, δεν σταματάνε… τις παρεμβολές.
Μας λέει ότι η διαδικασία της γραφής είναι απολαυστική και ότι πρέπει να της αφοσιώνεσαι απόλυτα, για να σου είναι πιστή, και δεν μάς κρύβει ότι είναι πολύ κτητική και απαιτητική.
Πιστεύει ότι η ατομική μας θέληση, η ατομική μας αντοχή στη διαμόρφωση της ζωής μας και στην πραγμάτωση των σχεδίων μας, οδηγούν τα βήματά μας άλλοτε σε επιτυχία και πιο συχνά σε αποτυχία. Γι’ αυτό, και θεωρεί πως, αν έχουμε πίστη στον καλό μας εαυτό, θα τα βγάλουμε πέρα με το κεφάλι ψηλά…
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στο τελευταίο βιβλίο σας, το οποίο έχει τίτλο «Στο αρχοντικό της λεωφόρου» και κυκλοφορεί από την «Άνεμος Εκδοτική», πού σταματά η ιστορία και πού η μυθοπλασία, κυρία Ζαφειροπούλου;
Συνήθως, όταν γράφω, ιστορία και μυθοπλασία έχουν γίνει ήδη ένα ενιαίο χαρμάνι που αναβλύζει πηγαία από μέσα μου. Χαρακτήρες, τοποθεσίες, ακόμη και τα ονόματα των ηρώων μου παίρνουν τη θέση τους δικαιωματικά, χωρίς να με ρωτούν. Και διαπλέκονται μεταξύ τους απολύτως φυσιολογικά, αφού λάβουμε υπόψη μας βέβαια ότι έχει δουλευτεί στο μυαλό μου το θέμα, που με τυραννάει γενικώς και αορίστως πολύ καιρό πριν. Άλλωστε, γι’ αυτό αποφασίζω τελικά να βουτήξω στην περιπέτειά του, που θα με βασανίσει σίγουρα κάποια χρόνια!
Στο μυθιστόρημά σας η μοίρα οδηγεί τους ήρωές σας σε ανεξερεύνητα μονοπάτια. Πιστεύετε ότι η μοίρα είναι αυτή που καθορίζει τις ζωές μας ή οι ίδιοι επιλέγουμε τη ζωή μας;
Όχι, ασφαλώς μόνο η μοίρα. Η θέλησή μας, η ατομική μας αντοχή στη διαμόρφωση της ζωής μας και στην πραγμάτωση των σχεδίων μας, οδηγούν τα βήματά μας άλλοτε σε επιτυχία και πιο συχνά σε αποτυχία! Και τότε η λογική μάς φωνάζει πως πρέπει ν’ αλλάξουμε ρότα! Πολλές φορές ωστόσο όσο κι αν προσπαθούμε να ξαναφέρουμε τη ζωή μας εκεί που θέλουμε, να «σηκώσουμε και πάλι το κεφάλι», και κάνουμε το δυνατόν μας γι’ αυτό, εμφανίζονται από το πουθενά εμπόδια ανυπέρβλητα, που πάνω τους «σπάμε τα μούτρα μας»! Αλήθεια, πόσο προβλέψιμη είναι η αρρώστια ή ο ξαφνικός θάνατος; Και πώς αντικρίζουμε τότε την άβυσσο που ανοίγεται μπροστά μας και απειλεί την αλλαγή ή και την καταστροφή της ζωής μας που όμως την είχαμε προγραμματίσει αλλιώς;
Πιστεύω λοιπόν πως οι επιλογές ανήκουν σε μας, αλλά δεν γνωρίζουμε «πώς η Ζωή θα τα φέρει, τελικά!»
Το βιβλίο σας «Στο αρχοντικό της λεωφόρου» είναι κυρίως ιστορικό, κοινωνικό, ή ερωτικό μυθιστόρημα; Πώς θα το χαρακτηρίζατε;
Είναι κοινωνικό μυθιστόρημα. Περιέχει χαρακτήρες, βιώματα κι ενέργειες ανθρώπων καθημερινών, στους οποίους φυσικά ο έρωτας παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Πώς αλλιώς θα γινόταν, αφού χωρίς έρωτα δεν υπάρχει ζωή;
Οι χαρακτήρες του βιβλίου σας πλάθονται και μεταμορφώνονται συνεχώς. Ποιος χαρακτήρας είναι αυτός που σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Κανένας, κυρία Δούλη. Όπως ήδη είπα, όλα κυλάνε «απ’ την πένα μου» τελείως αβίαστα. Δεν διαμορφώνω, διαμορφώνονται μόνοι τους οι χαρακτήρες κι αυτό με γοητεύει απόλυτα. Αρκεί να τους έχω στον νου μου γράφοντας, κι εκείνοι «ξέρουν τι να πουν». Εδώ βρίσκεται η μαγεία της γραφής για μένα. Τους «ερωτεύομαι» όλους τους ήρωές μου γράφοντας, υποφέρω μαζί τους και λυπάμαι, όταν τους χάνω, τελειώνοντας! Ιδίως οι «κακοί» είναι… η αδυναμία μου! Τους αγαπάω διπλά, όπως τα μικρά παιδιά, κι όταν δεν βελτιώνονται… μεγαλώνοντας, με θυμώνουν. Δασκαλίστικα κατάλοιπα.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου σας γράφετε: «Άνθρωποι αναγκεμένοι απ’ τη ζωή, που συνδέονται με μια αόρατη κλωστή. Πώς τους παρασύρει η ανάγκη στα απατηλά της δίχτυα και τους δένει άρρηκτα μεταξύ τους; Θα καταφέρουν να κρατήσουν το τιμόνι σαν καλοί καραβοκύρηδες;» Πόσο καλοί καραβοκύρηδες πρέπει να είμαστε κι εμείς σήμερα με όλα αυτά που βιώνουμε;
Δεν ξέρω ακριβώς. Μάλλον είναι πρόβλημα του καθενός μας. Ωστόσο, πιστεύω πως, αν έχουμε πίστη στον καλό μας εαυτό, θα τα βγάλουμε πέρα με το κεφάλι ψηλά. Δεν είναι δα… και προς θάνατον! Οι γονείς και παππούδες μας έχουν περάσει τόσα και τόσα. Ας τό’ χουμε κατά νουν κι αυτό. Ας έχουμε ανοιχτά τα μάτια και καθαρή σκέψη! Και λύσεις υπάρχουν.
Αυτό είναι το πέμπτο βιβλίο σας. Ποιο είναι το αγαπημένο σας υλικό και ποια η βάση, για να ξεκινήσετε να γράφετε ένα μυθιστόρημα, κυρία Ζαφειροπούλου;
Επειδή από μικρή παρατηρούσα τι γινόταν γύρω μου περισσότερο απ’ ό,τι ενεργούσα, και με απασχολούσε βαθιά ο άνθρωπος και τα βάσανά του, πολύ γρήγορα άρχισα να νιώθω την ανάγκη να τα περιγράψω. Κι όταν επιθυμείς κάτι… διακαώς, γίνεται! Αυτή λοιπόν η ανάγκη με ωθεί κάθε φορά να γράψω ένα καινούργιο μυθιστόρημα.
Αν σας ζητούσα να θυμηθείτε την πρώτη μολυβιά, τις πρώτες λέξεις από το πρώτο σας μυθιστόρημα μέχρι σήμερα, όλη αυτή η πορεία τι αφήνει στην καρδιά σας;
Μακάρι να τη θυμόμουν κι εγώ! Εννοώ, την πρώτη μολυβιά. Τότε μάλιστα έγραφα και σε χαρτί. Αυτό όμως που με σιγουριά κι απόλυτη ειλικρίνεια μπορώ να πω -αν και ντρέπομαι- είναι πως, όταν δεν γράφω, είναι σαν να μην υπάρχω. Υπερβολικό; Ίσως. Αλλά έτσι αισθάνομαι.
Έχετε σπουδάσει Φιλολογία και διδάσκετε πολλά χρόνια, πώς αποφασίσατε από τον χώρο της διδασκαλίας να περάσετε στον χώρο της συγγραφής και να τα συνδυάσετε αρμονικά και τα δύο;
Δεν τα ξεχώρισα, κυρία Δούλη. Άλλωστε, δίδασκα πάντα λογοτεχνία, έγραφα και είχα δημοσιεύσει τα δύο πρώτα μου μυθιστορήματα, ενώ δίδασκα. Βέβαια, δεν είχα πολύ χρόνο τότε, αλλά, ξέρετε, κι αυτό είναι σχετικό. Θέλω να πω ότι, αν έχεις άπλετο χρόνο, δεν τον εκμεταλλεύεσαι πάντα σωστά. Υπάρχει κι αυτό το…καθησυχαστικό «έχω χρόνο», απολύτως παραπλανητικό.
Η συγγραφή είναι για εσάς ένας τρόπος να αποδράσετε από την καθημερινότητα; Ζείτε μέσα από τους ήρωές σας;
Ναι, οι ήρωές μου συνειδητά ή ασυνείδητα κυριαρχούν στη σκέψη μου όλη την ημέρα. Ακόμη και όταν θέλω να τους βάλω λίγο στην άκρη για κάποιο λόγο, αυτοίσαν τα κακομαθημένα παιδιάχώνονται και λένε τα δικά τους. Κι αν δεν τα δουν γραμμένα, δεν σταματάνε… τις παρεμβολές. Είναι μια απολαυστική διαδικασία η γραφή, κ. Δούλη, αν και είναι πολύ κτητική και απαιτητική. Πρέπει να της αφοσιώνεσαι απόλυτα για να σου είναι πιστή. Μ’ αυτή την έννοια, μου γεμίζει την καθημερινότητα!
Πιστεύετε ότι ένα βιβλίο μπορεί να γίνει και δημιουργός συνειδήσεων;
Η δύναμη των λέξεων είναι πασίγνωστο πως επηρεάζει κι αλλάζει συνειδήσεις. Εξαρτάται απ’ τη δύναμη της πένας του συγγραφέα και το αναγνωστικό του κοινό. Αν έχει κάτι πολύ ουσιαστικό να πει και οι περιστάσεις τον ευνοούν, είναι σίγουρο πως θα έχει το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Αλλά, είναι ένα πολύπλευρο θέμα αυτό που, όπως καταλαβαίνετε, δεν εξαντλείται μέσα σε λίγες λέξεις.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Βάσω Ζαφειροπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και ζει μόνιμα. Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, δημοσιογραφία στη σχολή «Όμηρος», γαλλικά στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και γερμανικά στο Ινστιτούτο Γκαίτε. Εργάστηκε ως φιλόλογος σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία, καθώς και σε φροντιστήρια. Τα τελευταία δέκα χρόνια δίδασκε στο 26ο Λύκειο Αθηνών (Μαράσλειο).
Έχει εκδώσει τέσσερα μυθιστορήματα: «Ο πατέρας αφέντης», Μπουκουμάνης, 1997, «Παράξενη ζωή», Μπουκουμάνης, 2002, «Η τελευταία στάση», Άνεμος εκδοτική, 2016, «Τα κορίτσια πίσω από τη χαραμάδα», Άνεμος εκδοτική, 2018 .
Κείμενά της έχουν επίσης δημοσιευτεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες.
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από την Άνεμος Εκδοτική το πέμπτο βιβλίο της με τίτλο: «Στο αρχοντικό της λεωφόρου».
*Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ” ΣΤΙΣ 19 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!