Σε όλα τα βιβλία της υπάρχει ένα μέρος βιωματικής αλήθειας. Υπάρχει μια ιδέα, ένας χαρακτήρας που την εντυπωσιάζει και θέλει να τον περιγράψει, να τον εντάξει σε χώρο και χρόνο. Αυτόν τον χαρακτήρα τον κουβαλά μέσα της, σαν μουσική που την ακούει εσωτερικά, τον αναπτύσσει, γίνεται για εκείνη θέμα, σκηνικό, πλοκή.
Η Κανή Καραβά πιστεύει ότι η αγάπη για τη λογοτεχνία εμπνέεται. Στη δική της περίπτωση από πολύ μικρή τής άρεσε να ακούει ιστορίες, γεγονότα που έζησαν οι δικοί της και που έμοιαζαν με παραμύθια, και κάπως έτσι γεννήθηκε η αγάπη της για το διάβασμα αλλά και η επιθυμία της να δημιουργεί δικές της ιστορίες.
Τροφοδοτεί τα βιβλία της με τις εμπειρίες της ζωής της, αλλά και από τα ερεθίσματα που προκύπτουν από το διάβασμα, από την επικαιρότητα και γενικά από το περιβάλλον.
Για εκείνη η γραφή είναι εξαγνιστική, θεωρεί πως της δίνει τη δυνατότητα να φαντάζεται, να δημιουργεί και να επινοεί χαρακτήρες, τόπους και ζωές, να κάνει τον αναγνώστη να ονειρεύεται βυθίζοντάς τον σε ένα φανταστικό σύμπαν.
Της αρέσει επίσης να παρατηρεί τα πάντα γύρω της, ν’ ακούει τους ανθρώπους, τις ανησυχίες τους, τα λάθη, τα πάθη, τον πόνο, την προσπάθειά τους να σταθούν σ’ έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο εχθρικός. Αλλά πιο πολύ της αρέσει να αφουγκράζεται τους νέους, τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς τους, την απαξίωση που νιώθουν, και γι’ αυτό τονίζει ότι πρέπει να τους ξαναδώσουμε το όραμα που θα τους βοηθήσει να προχωρήσουν στη ζωή!
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το τελευταίο σας βιβλίο με τίτλο «Το τέρας μέσα τους». Πείτε μας γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο, τι πραγματεύεται και ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να αποκωδικοποιήσουν οι αναγνώστες σας, κυρία Καραβά;
Όλοι έχουμε ένα τέρας μέσα μας, όπως απέδειξε το πείραμα του Μίλγκραμ, ένα από τα πιο αντιδεοντολογικά πειράματα της ψυχολογίας. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι έτοιμοι να βλάψουν, υπακούοντας απλά στις εντολές των ανωτέρων τους. Αυτό έγινε στη Γερμανία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, γεννήθηκε ο τίτλος. Το βιβλίο πραγματεύεται ακριβώς την άνοδο και την πτώση του ναζισμού, τα εγκλήματά τους, τον φθόνο και το μίσος χωρίς κίνητρο. Το μήνυμά μου προς τους αναγνώστες είναι: «κι αν δεν μπορείτε να τιθασεύσετε το τέρας, αναγνωρίστε το και μάθετε να ζείτε μαζί του».
Το βιβλίο σας μας μεταφέρει σε σκοτεινά χρόνια και σκιαγραφεί μια εποχή βαμμένη με αίμα, πλασμένη από τραγωδίες, όπου ο θάνατος συνυπάρχει με τον έρωτα και η φρίκη με την ελπίδα, επιβεβαιώνοντας πόσο οδυνηρή είναι η ανθρώπινη μοίρα. Πού στηρίχτηκε η συγγραφή του; Σε σκέψεις που καταγράφατε κρατώντας σημειώσεις ή σε βιώματα που φυλάγατε με ασφάλεια στο μυαλό;
Σε όλα τα βιβλία μου υπάρχει ένα μέρος βιωματικής αλήθειας, με την έννοια της εμπειρίας, διότι τα γεγονότα που περιγράφω δεν τα έζησα. Υπάρχει μια ιδέα, ένας χαρακτήρας που σε εντυπωσιάζει με την ασυνήθιστη πλευρά του ή την ακραία πεζότητά του, και θέλεις να τον περιγράψεις, να τον εντάξεις σε χώρο και χρόνο. Αυτόν τον χαρακτήρα τον κουβαλάω μέσα μου, σαν μουσική που την ακούω εσωτερικά. Τον αναπτύσσω, γίνεται θέμα, σκηνικό, πλοκή. Για το συγκεκριμένο βιβλίο αφιέρωσα ώρες μελέτης, θέλοντας να ανακαλύψω τι ακριβώς συνέβη εκείνη τη σκοτεινή περίοδο, καθώς ένας ολόκληρος λαός σύρθηκε πίσω από έναν παρανοϊκό εγκληματία. Γιατί η απόφαση εξολόθρευσης των Εβραίων ανάχθηκε σε κεντρική επιλογή του ναζισμού; Γιατί τόσο μίσος; – που τελικά δεν ήταν μόνο μίσος, αλλά και μια στυγνή απόφαση εξόντωσής τους. Θέλησα να ψάξω το τέρας μέσα τους. Η δημιουργία ενός βιβλίου είναι πενήντα τοις εκατό δουλειά και πενήντα τοις εκατό ταλέντο. Εάν υπάρχει μια γενετική προδιάθεση για τη λογοτεχνική δημιουργία ή αυτή καλλιεργείται, δεν γνωρίζω.
Ένας αναγνώστης από τις νεότερες γενιές, διαβάζοντας το βιβλίο σας, αναπόφευκτα έρχεται «αντιμέτωπος» με σκληρά γεγονότα, τα οποία σημάδεψαν τις ζωές πολλών ανθρώπων. Πόσο μπορούν κατά την άποψή σας να επηρεάσουν τη ζωή ενός νέου ανθρώπου;
Πιστεύω ότι αυτό που έμεινε από εκείνη την περίοδο, πέρα από τη φρίκη, είναι μια έντονη επιθυμία, κάτι σαν όρκος, να πολεμήσουμε με όσα μέσα διαθέτουμε και κυρίως με τη στάση μας απέναντι στην κοινωνία, απέναντι στη ζωή την ίδια, ώστε αυτό να μην επαναληφθεί. Κι αυτό που έχει μείνει ή πρέπει να μείνει σε όλους μας, νέους και μεγαλύτερους, είναι η πίστη μας να διαφυλάξουμε το μέγιστο αγαθό μετά τη ζωή, που είναι η ελευθερία.
Το ύφος του βιβλίου και η πλοκή αλλάζουν απρόβλεπτα αρκετές φορές, παρασύροντάς μας σε ένα ιδιαίτερο αναγνωστικό ταξίδι. Πώς ζήσατε εσείς αυτό το συγγραφικό ταξίδι;
Συμμετείχα κατά έναν τρόπο, καθώς έζησα με τους ήρωές μου για μεγάλο χρονικό διάστημα και μοιράστηκα τα συναισθήματά τους. Προσπάθησα να μπω στο μυαλό τους, να βιώσω τα τραγικά, αλλά και τα όμορφα περιστατικά που περιγράφω, να τους ακούσω με τη δική μου φωνή. Δεν είναι εύκολο, καθώς δεν γίνεται να αποστασιοποιηθείς εντελώς, να είσαι αντικειμενικός. Προσπάθησα να κρατήσω ισορροπία, διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να μιλήσω για σκληρά πράγματα ή να σκοτώσω κάποιους από αυτούς, να κρατήσω το ύφος της αφήγησής μου. Όσο είναι δυνατόν, προσπάθησα να αποφύγω αυτή την παγίδα. Ένιωσα ανακούφιση, όταν το τελείωσα. Είπα: ο κόσμος που δημιούργησα υπάρχει, ζει. Ας τον κρίνουν οι αναγνώστες όπως νομίζουν, αλλά υπάρχει.
Η ενασχόλησή σας με τη δημοσιογραφία ήταν ένας από τους λόγους που σάς έφεραν ένα βήμα πιο κοντά στη συγγραφή;
Η αγάπη μου για τη δημοσιογραφία γεννήθηκε μαζί με την αγάπη μου για το διάβασμα. Μαζί με τα παραμύθια διάβαζα και τις εφημερίδες που έρχονταν στο σπίτι. Με βοήθησαν να καλλιεργήσω τη φαντασία μου και γέννησαν την επιθυμία να δημιουργώ δικές μου ιστορίες. Είναι αρκετά περίπλοκο και δύσκολο να εξηγήσεις πώς γεννιέται η λογοτεχνική κλίση. Αρχίζει με υπαρξιακά ερωτηματικά: ο έρωτας, ο θάνατος, η πρόσκαιρη ύπαρξή μας, αγαπημένα πρόσωπα που φεύγουν, η έννοια του κακού, του καλού, όλα αυτά λειτουργούν σαν φωνή, τριγυρίζουν στο μυαλό μέχρι να αποτυπωθούν στο χαρτί, να περιγραφούν με λόγια.
Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια για το πώς γεννήθηκε μέσα σας η αγάπη για τη λογοτεχνία, είχατε κάποια λογοτεχνικά ερεθίσματα;
Η αγάπη για τη λογοτεχνία εμπνέεται, κυρία Δούλη. Από πολύ μικρή μου άρεσε να ακούω ιστορίες, γεγονότα που έζησαν οι δικοί μου και που έμοιαζαν με παραμύθια. Είχα την τύχη επίσης να έχω καλούς δασκάλους, που μου καλλιέργησαν το ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία. Μου άρεσε να ταξιδεύω μαζί με τους ήρωες των βιβλίων σε άγνωστους κόσμους, εσωτερικούς και εξωτερικούς, και αυτό καλλιέργησε τη φαντασία μου και μου δημιούργησε την επιθυμία να τους επινοώ κι εγώ η ίδια.
Τροφοδοτείτε τα βιβλία σας με τις εμπειρίες της ζωής σας, κυρία Καραβά;
Με τις εμπειρίες μου, αλλά και από τα ερεθίσματα που προκύπτουν από το διάβασμα, από την επικαιρότητα και γενικά από το περιβάλλον. Γράφω αυτά που βλέπω και αυτά που νιώθω. Αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Ζυγίζω τις επιπτώσεις παλαιότερων γεγονότων και συμπεριφορών, δικών μου και των άλλων. Και ακολουθώ τη διαίσθησή μου.
Πόσο σας απελευθερώνει η συγγραφή, πόσο ξεγυμνώνεται πάνω στο χαρτί, ο συναισθηματικός σας κόσμος;
Είναι εξαγνιστικό να γράφεις, σου δίνει τη δυνατότητα να φαντάζεσαι, να δημιουργείς και να επινοείς χαρακτήρες, τόπους και ζωές, να κάνεις τον αναγνώστη να ονειρεύεται, βυθίζοντάς τον σε ένα φανταστικό σύμπαν, όπου βρίσκεται σε σύνδεση με τον ήρωα. Η αποστασιοποίηση μέσω της γραφής επιτρέπει να βρεις το νόημα στην εμπειρία σου, σε αυτά που σου συμβαίνουν, και άρα να προχωρήσεις πιο εύκολα στη ζωή σου, για να μαθαίνεις την Ιστορία, τις ιστορίες των άλλων, τον κόσμο, τον εαυτό σου και για να έρθεις πιο κοντά στους ανθρώπους.
Το βιβλίο σας βοηθά τον αναγνώστη να ακονίσει τη σκέψη του και να έρθει αντιμέτωπος με τα «τείχη» του, πίσω από τα οποία οχυρώθηκε, για να αμυνθεί από υπαρκτούς και ανύπαρκτους εχθρούς. Πιο πολύ όμως νιώθω ότι θέλετε να αφυπνίσετε τους νέους ανθρώπους. Οι νέοι σήμερα είναι τόσο επαναστάτες, όσο ήταν οι νέοι άλλων εποχών ή πιστεύετε ότι είναι μόνο επαναστατημένοι;
Τα κοινωνικά κινήματα γεννιούνται συνήθως σε δύσκολες ιστορικές περιόδους, η πολιτικοποίηση, η μαζικότητα των εξεγέρσεων έχουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κάθε εποχής. Όχι, δεν είναι οι νέοι σήμερα επαναστάτες ούτε τόσο επαναστατημένοι. Δεν είναι βέβαιο ότι οι συνθήκες, για παράδειγμα, που οδήγησαν τους νέους στον Μάη του ’68 να πιστέψουν ότι είναι σημαντικοί παράγοντες στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, είναι σήμερα επίκαιρες. Η εποχή εκείνη, όπως και η εποχή της δικτατορίας στην Ελλάδα, ήταν υπερπολιτικοποιημένες. Τότε όλοι οι θεσμοί, πανεπιστήμιο, οικογένεια, σχολείο είχαν πολιτικό περιεχόμενο. Ως προς τις αξίες, η διαφορά μεταξύ της σημερινής νεολαίας και εκείνης προηγούμενων γενεών είναι μικρή. Ο τρόπος που τις διεκδικούν διαφέρει. Έχουμε μια μετάλλαξη του τρόπου ζωής, των αναγκών της κοινωνίας, των επιδιώξεων. Αν μπορέσει η ιστορία που διηγούμαι να αφυπνίσει μερικούς, έστω και λίγο, θα έχω πετύχει κάτι πολύ μεγάλο και θα νιώθω ευτυχής. Αυτός είναι άλλωστε ο σκοπός ενός βιβλίου, πέρα από το γέλιο ή το κλάμα: η αφύπνιση.
Αφουγκραζόσαστε τους ανθρώπους γύρω σας. Πιστεύετε ότι οι αναγνώστες μπορούν να διδάξουν τους συγγραφείς;
Μόνο αφουγκράζομαι, κυρία Δούλη. Έτσι, δημιουργούνται οι διάφοροι χαρακτήρες. Παρατηρώντας γύρω μου, ακούγοντας τους ανθρώπους, τις ανησυχίες τους, τα λάθη, τα πάθη, τον πόνο, την προσπάθειά τους να σταθούν σ’ έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο εχθρικός. Οι αναγνώστες συμμετέχουν στην ιστορία. Γράφοντας, προσπαθώ να μπω στο πετσί τους, να γίνω η ίδια αναγνώστρια αντικειμενική. Να συμβάλλω με μια ουδέτερη ματιά.
Η εποχή μας διέπεται από χαρακτηριστικά, όπως άγχος, κατάθλιψη, κατήφεια, τα οποία «φρενάρουν» την ανάπτυξη και την πρόοδο. Ποια είναι εκείνα τα ιδανικά και οι αξίες που μπορούν να μας χαρίσουν ξανά την ελπίδα, κυρία Καραβά;
Η σημερινή κατάσταση, διαπροσωπικές σχέσεις, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες μπορεί να έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στην ελπίδα για το μέλλον, αλλά και στην υγεία. Οι καθημερινές αλληλεπιδράσεις μπορεί να καλλιεργήσουν περισσότερη ελπίδα· είναι έστω ένας τρόπος. Η δύναμη της κοινότητας παίζει μεγάλο ρόλο επίσης, η αναγνώριση ότι «δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας». Μόνο με αλληλεγγύη μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος, να καλυφθούν οι ανάγκες. Επίσης, η κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη δοκιμάζονται. Αυτό που χρειάζεται είναι εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Μια αλλαγή πολιτικής. Πρέπει να αφουγκραστούμε τους νέους, τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς τους, την απαξίωση που νιώθουν, ότι δεν τους νοιάζεται η Πολιτεία. Να τους ξαναδώσουμε το όραμα που θα τους βοηθήσει να προχωρήσουν στη ζωή.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Κανή Καραβά γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Φτελιά της Δράμας. Σπούδασε δημοσιογραφία και δημοσιολογία. Από το 1982 ζει στις Βρυξέλλες και εργάζεται στο Τμήμα Πληροφόρησης και Επικοινωνίας της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Είναι συγγραφέας έξι μυθιστορημάτων, πέντε από τα οποία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος: «Ένας αιώνας, μια στιγμή» (2010), «Το πείραμα του χαμένου χρόνου» (2011), «Σχήμα οξύμωρον» (2013) και «Το τέρας μέσα τους» (2021).
Το πείραμα του χαμένου χρόνου κυκλοφόρησε στα Αλβανικά με τον τίτλο: «Sprova e kohës së humbur» από τον εκδοτικό οίκο «Neraida» το 2013 και το «Σχήμα οξύμωρον» στα γαλλικά, με τίτλο «Oxymore», το 2015, από τις εκδόσεις «Κέδρος».
Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα περιοδικά, μπλογκς και ιστοτόπους.
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 6 Ιανουαρίου 2022.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!