Ο Θωμάς Τζιωρτζιώτης είναι ένας άνθρωπος με κοινωνική και πολιτική ευαισθησία, υπόδειγμα ενός νέου, μαχόμενου συγγραφέα, που ξέρει να κοιτάζει την τέχνη του κατάματα και με τον απαιτούμενο σεβασμό.
Είναι αγαπητός στον κοινωνικό του περίγυρο γι’ αυτό που πρεσβεύει και γι’ αυτό που αγωνίζεται. «Ας φορέσουμε τα γυαλιά της ευαισθησίας μας, που όλοι κάπου τα έχουμε παρατήσει, και ας κάνουμε την προσπάθεια να το δούμε όλο αυτό μέσω της αλληλοβοήθειας», μας καλεί.
Θεωρώ πως είναι ένας αγωνιστής της ζωής, δημιουργός με ρεαλισμό και πάθος, ανατρεπτικότητα και πρωτοπόρα διάθεση. Πρόσφατα μας πρόσφερε το πρώτο του συγγραφικό πόνημα που σίγουρα δεν θα περάσει στα ψιλά της συγγραφικής επικαιρότητας.
Ανταποκρίνεται στις ερωτήσεις μας με ευθύτητα, χιούμορ, κατασταλαγμένες απαντήσεις και υπέροχες περιγραφές σε ένα παιγνίδι συνειρμών, αφηγούμενος τη ζωή του από παιδί, μέχρι σήμερα στα Τρίκαλα, την αγαπημένη του πόλη. Αναπολεί τα ξέγνοιαστα παιγνίδια στους δρόμους των Τρικάλων, το γέλιο στις παιδικές χαρές, το περπάτημα στην πασαρέλα της Ασκληπιού, και εκφράζει την επιθυμία να βλέπει την πόλη του όμορφη να προοδεύει και αυτή μαζί με τους πολίτες της, διότι απλά τα Τρίκαλα είναι το χθες και το αύριο στη ζωή του.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κάκτος» το μυθιστόρημά σας με τίτλο «Αϊσέ». Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που έπλασε στο μυαλό σας την συγκεκριμένη ιστορία, κύριε Τζιωρτζιώτη;
Τα τελευταία χρόνια, λόγω της ιδιότητάς μου, βρέθηκα σε αρκετά hot-spot ανά την Ελλάδα. Μία από αυτές τις φορές ήμουν στη Χίο. Μία μέρα ήρθε μια βάρκα με πρόσφυγες από τη Συρία. Ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους ήταν και μία προσφυγοπούλα, η οποία ήταν πανέμορφη. Μία ζωντανή κούκλα! Όταν λοιπόν τακτοποιήθηκαν οι άνθρωποι, ξεκίνησε μια κουβέντα μεταξύ των συναδέλφων -και όχι μόνο- για το αν θα έκανε ο οποιοσδήποτε σχέση με αυτή τη γυναίκα. Και εκεί είδα ακριβώς τις αντιθέσεις, τους περιορισμούς του περιβάλλοντος ή ακόμη και τους συμβιβασμούς που κάνουμε, όταν η ζωή μας φέρνει διλήμματα ανάμεσα στη λογική και στο μυαλό. Κάπως έτσι λοιπόν γεννήθηκε η ιδέα για την «Αισέ».
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για εσάς;
Το βιβλίο θα το συστήσω στους ανθρώπους που θα μου κάνουν τη τιμή να το διαβάσουν ως μία ωδή στα χαμένα όνειρα. Ως μία απόπειρα να δείξω τους φόβους, τις ανασφάλειες μα και τις ευαισθησίες μιας ολόκληρης γενιάς, που σπάνια έκανε την υπέρβαση για να ξεφύγει από τις επιθυμίες των άλλων. Είναι ένα βιβλίο με πολλές ανατροπές, με αρκετό αυτοσαρκασμό μα, θέλω να πιστεύω, και μια γλύκα που συνταιριάζει με την ωμότητα και που στο τελείωμά του σε αφήνει με μία χαρμολύπη, το συναίσθημα που νιώθει ο καθένας μας ύστερα από τόσο έντονα συναισθήματα. Επιθυμία μου ως συγγραφέας είναι ο καθένας από τους αναγνώστες της «Αισέ» να νιώσει έστω και κάτι. Τότε θα ξέρω ότι έχω γράψει κάτι που για μένα προσωπικά τουλάχιστον θα αξίζει.
Το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου σας, η Αϊσέ, μια Σύρια προσφυγοπούλα, είναι μια γυναίκα, που ζει μια σκληρή και βίαιη ζωή. Ποια συναισθήματα σας προκάλεσε όλο αυτό;
Η Αισέ είναι μια γυναίκα που προέρχεται από μια κοινωνία, στην οποία η θέση της γυναίκας είναι σαν κάτι το ευτελές. Δεν έχει νόημα και σημασία. Θέλω να πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος που θα διαβάσει αυτό το βιβλίο δεν γίνεται να μην συμπαθήσει αυτό το πρόσωπο. Δε γίνεται να μην νιώσει κάτι, έστω κι αν αυτό είναι οίκτος για μία τέτοια γυναίκα. Αλλά πρόθεσή μου ήταν να αποτυπωθούν σε αυτή την προσπάθεια τα δικά μου συναισθήματα, όχι μόνο για αυτή τη γυναίκα, αλλά για όλα αυτά τα πλάσματα που μας ομορφαίνουν τη ζωή. Η γυναίκα λοιπόν είναι κάτι το τόσο ντελικάτο, κάτι το τόσο όμορφο και άπιαστο, που αξίζει να του φερόμαστε με όλη την αγάπη και τη φροντίδα που απαιτείται. Και για να ομολογήσω κάτι, θα πω ότι αυτή η συγγραφική μου απόπειρα θέλει να περάσει αυτό το νόημα ακριβώς, ότι η γυναίκα στην κοινωνία μας και στη ζωή μας πρέπει όχι απλά να έχει ισότιμο ρόλο, αλλά να κυριαρχεί. Διότι, απλά το αξίζει.
Πώς εμπνευστήκατε τα πρόσωπα της ιστορίας σας; Βασίζονται σε ανθρώπους που γνωρίζετε, ή αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες «στάσεις» που θα θέλατε να αποτυπώσετε στο βιβλίο σας;
Τα πρόσωπα της ιστορίας είναι εν μέρει φανταστικά αλλά από την άλλη έχουν τόσα πολλά πραγματικά στοιχεία. Ο Ανδρέας είναι σε ένα μεγάλο βαθμό μία αποτύπωση του εαυτού μου. Κάπως έτσι σκεφτόμουν κι εγώ. Κάπως έτσι λειτουργούσα. Αλλά όταν ερωτεύεσαι, αλλάζεις. Και ίσως αλλάζεις προς το καλύτερο, διότι πλέον λειτουργείς με το συναίσθημα. Και κάπως έτσι αποκτάς ενσυναίσθηση και αντιλαμβάνεσαι το πώς μπορεί να νιώθει ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου. Και κάπως έτσι γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Η Αισέ είναι μια γυναίκα που υπάρχει. Που την έχω συναντήσει πολλές φορές στα hot spot όπου βρισκόμουν. Μια γυναίκα με κατεβασμένο κεφάλι, μια γυναίκα που πολλά μπορεί να σκέφτεται, πολλά μπορεί να θέλει, αλλά δεν τολμά ούτε καν να τα πει, πόσο μάλλον να τα ζητήσει. Και σίγουρα οι ρόλοι του βιβλίου θέλουν να περάσουν νοήματα. Το τι καταφέρνω πάνω σε αυτό, ας το αφήσουμε καλύτερα στους αναγνώστες του βιβλίου.
Ποιο είναι το βαθύτερο θέμα που σας απασχόλησε στην «Αϊσέ», κύριε Τζιωρτζιώτη; Τελικά το όνειρο πρέπει να το ζούμε τη στιγμή που το βιώνουμε;
Το βαθύτερο νόημα είναι ακριβώς αυτό που αναφέρετε, κυρία Δούλη. Τα χαμένα όνειρα. Οι ελπίδες, οι σκέψεις, τα θέλω τα οποία τα πνιγούμε. Εξαιτίας του περιβάλλοντος μας; Του φόβου μας; Όλων μαζί; Πόσες φορές στη ζωή μας δεν αναρωτηθήκαμε τι θα γινόταν αν…; Αν τολμούσαμε; Αν ζούσαμε, απλά; Και αυτό που θα ήθελα να εμφυσήσω στους αναγνώστες αλλά πρωτίστως σε εμένα είναι να παίρνουμε τα ρίσκα. Να τολμάμε. Και σίγουρα υπάρχει η περίπτωση να φάμε τα μούτρα μας, αλλά τουλάχιστον θα έχουμε προσπαθήσει. Για το άπιαστο, για το ιδανικό, για τη ζωή μας.
Μέσα στο βιβλίο σας εντάσσεται αυτοβιογραφικά στοιχεία; Και όταν λέω αυτοβιογραφικά δεν εννοώ απαραίτητα προσωπικά γεγονότα αλλά μυρωδιές, εικόνες, συναισθήματα;
Μα δε γίνεται να μην σκεφτείς, όταν γράφεις. Να μην συγκρίνεις. Να μην κλείσεις τα μάτια και να νιώσεις. Και αυτό θα αποτυπωθεί στο χαρτί. Με μυρωδιές, με εικόνες, με λόγια, με συναισθήματα. Άλλωστε, ένας συγγραφέας πρώτα τον εαυτό του θα τσαλακώσει, θα εκθέσει. Και ας γίνει αυτό με όποιον τρόπο σε οδηγεί το μυαλό και η καρδιά να γράψεις.
Ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην επινόηση, πού γέρνει για εσάς η ζυγαριά;
Εξαιρετική η ερώτησή σας, κυρία Δούλη. Προσωπικά, όντας ένας αθεράπευτα ρομαντικός άνθρωπος, γέρνει προς την επινόηση. Το πώς θα θελα να είναι τα πράγματα. Κάθε άνθρωπος έχει αφεθεί στη σκέψη του ιδανικού ή του χείριστου. Και με αυτό γνώμονα, προχωράμε στη ζωή μας ή μένουμε στάσιμοι. Στη συγγραφή επιβάλλεται να προχωράς. Και κάθε «πόρτα» που ανοίγεται μέσα στο μυαλό σου να τη φιλτράρεις και να αποτυπώνεις την πιο θεμιτή στο χαρτί. Κάπως έτσι λοιπόν έγινα συγγραφέας. Γράφοντας τι θα ήθελα να συμβεί..
Ποια στοιχεία σε ένα βιβλίο σάς κάνουν να το χαρακτηρίσετε ως πραγματική Λογοτεχνία;
Η πραγματική λογοτεχνία είναι κάτι που συνυπάρχει με τη φανταστική. Τα πραγματικά γεγονότα μπλέκονται με τα φανταστικά, και μέσα από αυτό το κουβάρι βγαίνει κάτι, το οποίο ενίοτε αξίζει και να διαβαστεί. Τα γεγονότα καθορίζουν την πραγματική λογοτεχνία. Μα δε γίνεται αυτό να αποτυπωθεί απόλυτα σε ένα βιβλίο. Δεν μπορείς να ξέρεις την κάθε σκέψη του ήρωα. Τι τον ωθεί στις πράξεις. Οπότε, κατ’ εμέ η πραγματική λογοτεχνία είναι κάτι το ουτοπικό. Άλλωστε, τι πιο μαγικό από το να μαντεύεις, να προσπαθείς να μπεις στο μυαλό του κάθε ήρωα. Και όλο αυτό να γίνεται μια ιστορία..
Με ποιον τρόπο είναι παρών ο αναγνώστης τη στιγμή που γράφετε;
Ο αναγνώστης στην Αισέ θαρρώ πως είναι μόνιμα παρών, διότι η γλώσσα είναι απλή και διότι όλοι μας έχουμε περάσει από ατελέσφορους έρωτες και από απαγορευμένα θέλω. Και σίγουρα η ζωή μας μάς έχει φέρει αντιμέτωπους με καταστάσεις δύσκολες. Και από ότι μου μεταφέρουν άνθρωποι που μου έκαναν την τιμή να διαβάσουν το βιβλίο, πολλές φορές μπήκαν στη θέση των ηρώων. Και αυτό για μένα είναι από τα πιο όμορφα πράγματα που θα μπορούσαν να μου πουν για αυτή την προσπάθειά μου. Διότι, αν ζήσεις κάτι το τόσο δυνατό, είναι πολύ πιο εύκολο να το εκτιμήσεις, όταν διαβάζεις μια τέτοια ιστορία..
Ο δρόμος προς την έκδοση ενός βιβλίου για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Σε αυτό το κομμάτι θεωρώ τον εαυτό μου υπερβολικά τυχερό, κυρία Δούλη. Σαφώς και αμφιταλαντεύτηκα στο τι πρέπει να κάνω, στο ποιος είναι ο πιο σωστός δρόμος που πρέπει να επιλέξω. Και εξαιτίας μιας πολύ καλής φίλης έστειλα το βιβλίο στον «Κάκτο». Κι εκεί γνώρισα έναν απίστευτο άνθρωπο, που με πήρε από το χέρι και με έκανε συγγραφέα, την κ. Μαρία Κουκουβίνου. Και κλείνοντας δύο μήνες σχεδόν στο φιλόξενο σπίτι του «Κάκτου» μπορώ να ευχηθώ σε κάθε επίδοξο συγγραφέα να έχει τη δική μου τύχη.
Εδώ και αρκετά χρόνια ασχολείστε με το κομμάτι της αλληλοβοήθειας σε ευάλωτες οικογένειες και έρχεστε αντιμέτωπος με δύσκολες καταστάσεις. Μια από αυτές είναι σίγουρα και ο φόβος. Τι θα λέγατε στους φοβισμένους ανθρώπους;
Ναι, έχω υπάρξει μάρτυρας του φόβου. Σε πολλές περιπτώσεις και σε πολλές εκφάνσεις του. Φόβος για την απόρριψη, Φόβος για το μέλλον, Φόβος που πηγάζει από καθετί στη ζωή μάς δυσκολεύει, μας ανησυχεί. Και τι πιο φυσιολογικό, τι πιο πηγαίο από αυτό. Αλλά, αν μείνουμε μόνο σε αυτό, τότε αποτύχαμε. Ο φόβος πρέπει να σε σπρώξει. Να σε κάνει να γίνεις πιο δυνατός. Διότι, αν μείνουμε μόνο σε αυτό, τότε γινόμαστε δειλοί για οτιδήποτε μας έρθει στραβό σε αυτή τη ζωή. Γι’ αυτό και σε όσους έχω γύρω μου τους λέω τολμήστε, για να πάρω κι εγώ λίγο θάρρος. Και ας πονέσουμε και ας κλάψουμε. Τουλάχιστον θα έχουμε κάνει το βήμα να ξεπεράσουμε αυτό τον φόβο που μας κρατούσε στάσιμους.
Κατάγεστε, ζείτε και δραστηριοποιείστε στα Τρίκαλα και μάλιστα έχετε συνεχή παρουσία στα κοινά της πόλης. Αυτό δείχνει ότι τρέφετε μεγάλη αγάπη για την πόλη και την περιοχή. Τι είναι τα Τρίκαλα για εσάς, κύριε Τζιωρτζιώτη;
Τα Τρίκαλα είναι η πόλη μου. Είναι το χθες και το αύριο στη ζωή μου. Είναι το γέλιο στις παιδικές χαρές, το περπάτημα στην πασαρέλα της Ασκληπιού. Και θέλω να τα βλέπω όμορφα, να προοδεύουν και αυτά μαζί με τους πολίτες του. Όσον αφορά στο δικό μου κομμάτι, της αλληλοβοήθειας, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι υπάρχουν γύρω μας ένα σωρό άνθρωποι που κρύβουν μια ιστορία ή ακόμη κι ένα δράμα. Ας φορέσουμε τα γυαλιά της ευαισθησίας μας, που όλοι κάπου τα έχουμε παρατήσει, και ας κάνουμε την προσπάθεια να το δούμε όλο αυτό. Και τότε ίσως τα Τρίκαλα να γίνουν η πιο όμορφη πόλη ολάκερου του κόσμου.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Θωμάς Τζιωρτζιώτης γεννήθηκε και διαμένει στα Τρίκαλα.
Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα Λογιστικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Πειραιώς.
Από το 2007 εργάζεται στην Ελληνική Αστυνομία, σε μάχιμες υπηρεσίες.
Εδώ και αρκετά χρόνια ασχολείται με το κομμάτι της αλληλοβοήθειας σε ευάλωτες οικογένειες.
Επίσης, βοηθά εθελοντικά την Κιβωτό του Κόσμου (παράρτημα Βόλου).
Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του e-trikala, μέλος του Ερυθρού Σταυρού, και με συνεχή παρουσία στα κοινά της πόλης των Τρικάλων, στον τομέα της αλληλοβοήθειας.
Είναι παντρεμένος με τη Χριστίνα Κωστοπούλου.
Η «Αϊσέ» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κάκτος».
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 18 Μαρτίου 2022.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!