Tη χαρακτηρίζει η όρεξη για δουλειά, η πειθαρχία, η γόνιμη συνεισφορά με ό,τι καταπιάνεται. Η φύση της είναι ανήσυχη και δημιουργική. Είναι μια γυναίκα καλλιεργημένη και ευαίσθητη, που αγαπά την τέχνη της.
Η Ρένα Πετροπούλου – Κουντούρη κατορθώνει να ελέγχει πλήρως όλες τις ικανότητες της. Την διακατέχει ο ενθουσιασμός και μια γλυκιά ευγένεια. Είναι ανεξάρτητη, χαρούμενη, έξυπνη και αξιαγάπητη. Πιστεύει πως οι συγγραφείς πρέπει συνέχεια να προσπαθούν να εκμαιεύουν προσοχή και συγκίνηση από τους αναγνώστες ανανεώνοντας το ενδιαφέρον τους κάθε φορά, διότι πολύ απλά γράφουν για να διαβάζονται. Αγκαλιάζει αυτό που της τυχαίνει, είτε καλό, είτε κακό.
Προσφέρει όσο μπορεί, όπου μπορεί, υιοθετεί τη θετική στάση παντού, είναι ειλικρινής και όπου αγαπά αφοσιώνεται. Χαίρεται πραγματικά με ό,τι της δίνει χαρά, αλλά και με τη χαρά των άλλων. Η ίδια ως απαιτητική αναγνώστρια θεωρεί ότι ένα βιβλίο πρέπει να ελκύσει τον αναγνώστη, να τον συναρπάσει, να τον ταξιδέψει, να τον κάνει να κλάψει. Μας αποκαλύπτει επίσης πως για εκείνη η συγγραφή είναι το καταφύγιο της στα δύσκολα και κλείνει τον τρίτο κύκλο τής στήλης «Πρόσωπα» μ’ ένα πλατύ χαμόγελο.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Το τελευταίο σας βιβλίο έχει τίτλο «Η Μάχρια της Λήθης» και κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο «Λιβάνη». Το αναγνωστικό κοινό το έχει αγαπήσει από τις πρώτες κιόλας ημέρες κυκλοφορίας του. Πώς αισθάνεστε που το αναγνωστικό σας κοινό σας ακολουθεί πιστά τόσο χρόνια;
Οπωσδήποτε ικανοποίηση και μεγάλη συγκίνηση. Αγαπώ τους αναγνώστες μου, μ’ εμπιστεύονται, μ’ ακολουθούν, περιμένουν με χαρά το επόμενο μου βιβλίο. Και όπως έχω πει ξανά στο παρελθόν, ο αναγνώστης υπάρχει στη σκέψη μου όταν γράφω. Οι συγγραφείς πρέπει να προσπαθούμε να εκμαιεύουμε προσοχή και συγκίνηση από τους αναγνώστες ανανεώνοντας το ενδιαφέρον τους κάθε φορά, διότι πολύ απλά γράφουμε για να διαβαζόμαστε. Κρινόμαστε από το ίδιο το κοινό μας.
Πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, πρωτότυπο σε δομή και σύλληψη, με μια πλειάδα ηρώων, που αναπνέουν στον κοφτό ρυθμό της ιστορίας και γίνονται έρμαια των παθών και των λαθών τους, κυρία Κουντούρη;
Λατρεύω την πρωτοπρόσωπη αφήγηση γιατί μετενσαρκώνομαι εγώ η ίδια, παίρνοντας κάθε φορά κι άλλο πρόσωπο. Πίσω από τα πρόσωπα των ηρώων, ουσιαστικά κρύβεται ο συγγραφέας. «Η Μάχρια της Λήθης» διακρίνεται για την πρωτοτυπία του, επειδή είναι καθ’ ολοκληρίαν ένα μυθιστόρημα γραμμένο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση (ψυχογράφημα), απουσιάζει παντελώς ο αφηγητής παντογνώστης και η ιστορία αναπτύσσεται διεξοδικά από εικοσιπέντε διαφορετικούς χαρακτήρες που παίρνουν την σκυτάλη ο ένας από τον άλλον, κυριολεκτικά αλώνοντας τον χώρο και τον χρόνο, οδηγώντας καταστάσεις και γεγονότα στα δικά τους μέτρα και σταθμά. Την πρώτη προσπάθεια για ένα τέτοιου είδους έργο, την έκανα στο προηγούμενο ιστορικό μου μυθιστόρημα, «Στο δρόμο με τις πικροδάφνες», Εμπειρία Εκδοτική 2007, το οποίο αναφερόταν στη μάχη της Κρήτης. Άρεσε πολύ, είχε μεγάλη απήχηση στον κόσμο. Έκτοτε το εξέλιξα σαν προσωπικό στυλ γραφής.
Υπάρχει κάποιο γεγονός που σας επηρέασε σε σημαντικό βαθμό στη ζωή και τις απόψεις σας; Ίσως ακόμα και τον τρόπο που γράφετε;
Πιστεύω ότι «ο πόνος ακονίζει την πέννα», και ένα τραγικό γεγονός όπως ήταν ο θάνατος της νέας ακόμα μητέρας μου πριν από δεκαπέντε χρόνια, στάθηκε η σπίθα που πυροδότησε μια πληθώρα συναισθημάτων, καλά κρυμμένων βαθιά μέσα μου. Κάποια στιγμή αισθάνθηκα την ανάγκη να τα εξωτερικεύσω μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου, που δεν πίστευα καν ότι θα εκδοθεί. Αυτός ο θάνατος – και ουσιαστικά η μέσω αυτού του γεγονότος, αναγέννησή μου – μ’ έκανε συγγραφέα.
Ποιο βιβλίο θεωρείτε «κακό» και ποιο «καλό»;
Κακό βιβλίο είναι αυτό που δεν καταφέρνει το σκοπό του, κυρία Δούλη. Δηλαδή να ελκύσει τον αναγνώστη, να τον συναρπάσει, να τον ταξιδέψει, να τον ταρακουνήσει, να τον προβληματίσει, να τον κάνει να ταυτιστεί με τους ήρωες, να ανακατευτεί μαζί τους, να οργιστεί, να συμμετέχει, να κλάψει…Κακό βιβλίο είναι αυτό, που εκείνος που θα το διαβάσει, θα θεωρήσει ότι έχασε το χρόνο του μαζί του. Ενώ αντίθετα ένα καλό βιβλίο, συμπληρώνει όλα τα παραπάνω συν εκείνη τη γλύκα που θ’ αφήσει στις αισθήσεις του αναγνώστη, όταν θα κλείσει το βιβλίο και θα τον κάνει να σκεφτεί ότι όντως το περιεχόμενο του άξιζε τα χρήματα αλλά κυρίως τον πολύτιμο χρόνο που του διέθεσε, τον προβλημάτισε, πήρε πράγματα μέσα απ’ αυτό. Δεν κατανάλωσε σκουπίδια…
Πώς είστε ως αναγνώστρια, κυρία Κουντούρη;
Είμαι απαιτητική αναγνώστρια, δύσκολη, πραγματική βιβλιοφάγος. Διαβάζω γύρω στα εβδομήντα με ογδόντα βιβλία το χρόνο, χώρια εκείνα τα οποία μελετώ για να γράψω τα βιβλία μου και άπτονται του θέματος με το οποίο ασχολούμαι. Πάνω απ’ όλα με ιντριγκάρει η γλώσσα.
Ποια συναισθήματα σας προκαλεί η έλλειψη παιδείας και γνώσης στην καθημερινότητά σας;
Σαφέστατα θλίψη, καμιά φορά οργή, σίγουρα προβληματισμό. Άνθρωπος απαίδευτος – ξύλο απελέκητο κι έδαφος πρόσφορο θα προσθέσω, για κάθε είδους χειραγώγηση από επιτήδειους.
Απόσπασμα βιβλίου σας διδάσκεται στην Ε΄ Δημοτικού και πρόσφατα το παραμύθι σας Αζίρ έγινε ταινία μικρού μήκους από τους μαθητές της Στ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Μεγάλης Βρύσης Ηρακλείου με θέμα το σχολικό εκφοβισμό. Ποια είναι η άποψή σας για την νέα γενιά;
Δυστυχώς στην εποχή μας η νέα γενιά είναι αδικημένη. Καλείται να πληρώσει όλα τα σπασμένα, τις ανασφάλειες, τις αβεβαιότητες, τα κακώς κείμενα του σήμερα. Μοχθήσαμε για ν’ αναθρέψουμε, να σπουδάσουμε τα παιδιά μας, προσπαθώντας να τους δώσουμε ότι καλύτερο, όλα τα φόντα και τα όπλα για ένα αξιοπρεπές αύριο και δυστυχώς ήλθαν «καιροί χαλεποί» κι όλα ισοπεδώθηκαν. Και τα δυο μου παιδιά είναι θύματα της κρίσης. Η μικρή μου κόρη έχει ήδη μεταναστεύσει στο Βερολίνο μόνιμα πλέον. Όμως, η νέα γενιά έχει πάρει πολλή αγάπη και στήριξη, έχει γερές βάσεις, έχει τσαγανό. Και κάποια στιγμή, θα τα καταφέρει…
Γιατί η ελληνική κοινωνία δεν εξεγείρεται, παρά τη μεγάλη διάρκεια και το εύρος της κρίσης;
Γιατί φοβάται ό,τι δεν έχει δοκιμαστεί. Φοβάται το νέο, το άγνωστο, αυτό που δεν έχει πείρα. Φοβάται να δώσει την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους για να κυβερνήσουν. Φοβάται ότι εάν εξεγερθεί, θα έλθουν χειρότερες μέρες. Γι’ αυτό, λουφάζει κι υπομένει σαν το κουτάβι που υποτάσσεται στο αφεντικό του, μόνο και μόνο για ένα άθλιο κομμάτι τροφής που ο δυνάστης του τού πετά, κι ας το κακοποιεί κι ας του επιφυλάσσει όλο και πιο ελεεινή μεταχείριση. Αυτόν μονάχα ξέρει, αυτόν δυστυχώς εμπιστεύεται.
Συμφωνείτε με τη θέση της ψυχανάλυσης, ότι για να τα βρεις με κάποιον πρέπει πρώτα να τα βρεις με τον εαυτό σου;
Σαφέστατα. Αν δεν τα έχεις βρει με τον εαυτό σου, δεν τον έχεις ψάξει, δεν έχεις ανακαλύψει τι μπορεί να κρύβεται στον πάτο της ψυχής σου, αν δεν έχεις ξεριζώσει τις εμμονές, την καταπίεση, την κατάθλιψη και ν’ αφήσεις χώμα πρόσφορο για την αγάπη, την τρυφερότητα, την αισιοδοξία , την προσμονή μιας καινούριας μέρας, τότε πώς θα βοηθήσεις τον άλλον; Πώς θα τον στηρίξεις, εάν εσύ ο ίδιος είσαι ανήμπορος;
Πόσο μας καθορίζει, κατά την άποψή σας, η εικόνα που έχουν οι άλλοι για εμάς;
Εμένα καθόλου. Δεν μ’ ενδιαφέρει και δεν μ’ ενδιέφερε ποτέ τι θα πει ο κόσμος για μένα. Είμαι ελεύθερος άνθρωπος. Αν θέλει κάποιος να με δεχτεί έτσι όπως είμαι, έχει καλώς. Οι περισσότεροι όμως άγονται και φέρονται από τη γνώμη που έχουν οι άλλοι για αυτούς, κι αυτό είναι λάθος.
Υπάρχει κατά την άποψή σας λογοτεχνική και καλλιτεχνική δημιουργικότητα σήμερα στην χώρα μας;
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στη χώρα μας μια διαρκώς ευρυνόμενη πνευματική άνοιξη. Αξιόλογες θεατρικές παραστάσεις, βραδιές ποίησης, εικαστικά δρώμενα, σημαντικές εκθέσεις ζωγραφικής, γλυπτικής, φωτογραφίας, συναυλίες, παρουσιάσεις βιβλίων, ημερίδες και αφιερώματα αλλά και λογοτεχνικοί διαγωνισμοί, δράσεις φιλαναγνωσίας σε σχολεία, πολλές νέες εκδόσεις, λέσχες ανάγνωσης, πληθώρα νέων καλλιτεχνών και δημιουργών. Η τέχνη και ο πολιτισμός σ’ αυτές τις γκρίζες μέρες, μας ενώνουν…
Είστε γελαστή, ήρεμη και ευγενική. Ποιο είναι το μυστικό σας γι’ αυτή τη θετική στάση ζωής;
Αγκαλιάζω αυτό που μου τυχαίνει, είτε καλό είτε κακό. Όλα είναι μέσα στη ζωή. Προσφέρω όσο μπορώ, όπου μπορώ, υιοθετώ την θετική στάση παντού, είμαι ειλικρινής και όπου αγαπώ αφοσιώνομαι. Χαίρομαι πραγματικά με ό,τι μου δίνει χαρά, αλλά και με τη χαρά των άλλων. Είμαι τυχερή γιατί ενώ έχω περάσει πολύ δύσκολα, έχω δίπλα μου ανθρώπους που με στηρίζουν: την οικογένειά μου, τους καλούς μου φίλους, αλλά και την τέχνη μου. Η συγγραφή είναι καταφυγή. Έχω σκάψει βαθιά μέσα μου. Αυτό που βλέπετε, είναι το αποτέλεσμα, κυρία Δούλη.
Θα ήθελα να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη ζητώντας να μας κάνετε μια λίστα με τα 5 βιβλία που διαβάσατε και υπήρξαν ορόσημο για τη ζωή και τις αποφάσεις σας…
Ευχαρίστως: «Καπετάν Μιχάλης» του Νίκου Καζαντζάκη, «Άννα Καρένινα» του Λέων Τολστόι, «Έγκλημα και τιμωρία» τουΦιόντορ Ντοστογιέφσκι, «Ο Πολωνός ιππέας» του Αντόνιο Μ. Μολίνα και «Το βιβλίο της ανησυχίας» του Φερνάντο Πεσσόα.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης.
Είναι καθηγήτρια Σχεδίου Μόδας με μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Από το 2001 και μετά έχουν εκδοθεί δεκατέσσερα βιβλία της, μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιητικές συλλογές, παιδικά βιβλία (απόσπασμα βιβλίου της διδάσκεται στην Ε΄ Δημοτικού) και παιδικό θέατρο. Είναι συντονίστρια του Λογοτεχνικού Κύκλου Ηρακλείου. Τηλεόραση, ραδιόφωνο, άρθρα, βιβλιοκριτικές, παρουσιάσεις έργων Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών και συνεχείς επισκέψεις σε σχολεία συγκαταλέγονται στο ενεργητικό της.
Πρόσφατα το παραμύθι της Αζίρ (συμμετοχή στο πρόγραμμα του Δήμου Ηρακλείου και της ομάδας βιβλίου του Συλλόγου Εκπαιδευτικών «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος», με θέμα το σχολικό εκφοβισμό) έγινε ταινία μικρού μήκους από τους μαθητές της Στ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Μεγάλης Βρύσης Ηρακλείου.
* Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Μετέωρα» στις 25/7/2014.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!