Ανθρώπινες ιστορίες, ιστορίες σκληρές, τρυφερές, απρόβλεπτες, ιστορίες με πόνο και φως. Προσωπικές ιστορίες που τελικά οδηγούν τους ήρωες στην κάθαρση.
Το βιβλίο «Οι γυναίκες που φορούσαν τα μαύρα» έχει αγαπηθεί γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, διότι είναι μια ιστορία που από την πρώτη στιγμή που κόσμησε τις βιτρίνες και τις προθήκες των βιβλιοπωλείων άγγιξε με ζεστασιά το αναγνωστικό κοινό και αγκαλιάστηκε με σεβασμό από αυτό.
Έκανε τους αναγνώστες του να το βάλουν στην ψυχή τους και να γίνουν κομμάτι του. Τους έκανε να ταυτιστούν μ’ αυτό και να ζήσουν τις ανατροπές του.
Ο Πάνος Ιωαννίδης τολμά με γνώση και ευαισθησία να καταδυθεί σε ένα σύμπαν που μοιάζει σκοτεινό, αλλά να φιλοτεχνήσει χαρακτήρες, που μοιάζουν οικείοι και αναγνωρίσιμοι.
Εξάλλου, αυτή είναι και η αποστολή της λογοτεχνίας, να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Αποστολή της είναι να ωθεί τους ανθρώπους να σκέφτονται ότι η ζωή τους μπορεί να γίνει πιο ανθρωπινή.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
«Οι γυναίκες που φορούσαν τα μαύρα» είναι ο τίτλος του τελευταίου σας συγγραφικού εγχειρήματος, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος». Πώς βιώνετε την κυκλοφορία του και την ύπαρξή του στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, κύριε Ιωαννίδη;
Κάθε έκδοση ενός καινούριου μυθιστορήματος, είναι σαν δεύτερα γενέθλια για έναν συγγραφέα. Ξαναγεννιέσαι και συ, όταν τα πνευματικά σου παιδιά έρχονται στον κόσμο. Είμαι στην ευχάριστη θέση να εκδίδω το τέταρτο μυθιστόρημά μου. Όταν το βλέπω να κοσμεί τις βιτρίνες και τις προθήκες των βιβλιοπωλείων, η χαρά μου πολλαπλασιάζεται.
Ο Πέτρος Ριβέρης, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο ήρωας που εσείς δημιουργήσατε είναι για τέταρτη φορά ο πρωταγωνιστής στο βιβλίο σας και είναι ένας αυθεντικός τύπος που αναζητά όχι μόνο το έννομο αλλά και το ηθικό δίκαιο. Ποια μηνύματα θέλετε να περάσετε στο αναγνωστικό σας κοινό;
Δεν μπορώ να πω ότι αποσκοπώ να μεταδώσω κάποιο μήνυμα στους αναγνώστες και στις αναγνώστριες. Δεν είμαι κήρυκας κανενός δόγματος, ακόμη και λογοτεχνικού. Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα είναι μια δυνατή μειονότητα της χώρας μας και έχει ιδιαίτερα ευαίσθητες κεραίες. Ο Πέτρος Ριβέρης είναι ένας έντιμος άνθρωπος που η στάση ζωής του απορρέει εν γένει από το αρχαιοελληνικό ήθος, έχοντας πάρει πολλά στοιχεία από την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και την Κριτική Θεωρία. Τον ενδιαφέρει το δίκαιο της ζωής και όχι απαραίτητα ο νόμος. Η θεματική τού μυθιστορήματος «Οι γυναίκες που φορούσαν τα μαύρα» είναι η γυναικεία κακοποίηση και οι έντονες διαστάσεις που έχει πάρει στη χώρα μας. Το βιβλίο είναι γραμμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε το αναγνωστικό κοινό να στοχαστεί πάνω σε αυτό το ζήτημα.
Όπως προαναφέρατε, αυτό είναι το τέταρτο μυθιστόρημά σας. Ποιες ήταν οι προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη συγγραφή του και πόσος χρόνος χρειάστηκε για την ολοκλήρωσή του;
Η πρόκληση ήταν να γράψω ως άντρας ένα μυθιστόρημα με αφορμή τις γυναικοκτονίες που βασανίζουν την ελληνική επικράτεια. Αν και δεν πιστεύω ιδιαίτερα στα περί γυναικείας γραφής, μου ήταν δύσκολο να γράψω ένα μυθιστόρημα από την πλευρά των γυναικών, που στη συγκεκριμένη περίπτωση, της κακοποίησής τους εννοώ για έμφυλους λόγους, εξ ου και ο όρος γυναικοκτονία, έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Στο σύνολο του το βιβλίο μου πήρε κάτι παραπάνω από δυο χρόνια, για να ολοκληρωθεί.
Πόσο εύκολο είναι να κατασκευάσετε και στη συνέχεια να γράψετε μια ενδιαφέρουσα, ωστόσο εξαιρετικά περιπετειώδη ιστορία;
Είναι αυτό που μου αρέσει να κάνω, κυρία Δούλη, να αφηγούμαι ιστορίες που γίνονται μυθιστορήματα. Αν υπάρχει μια δυσκολία στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος, αυτή είναι η διαδικασία της σύνθεσης. Εκτός δηλαδή από το ταλέντο και την παιδεία που είναι βασικές προϋποθέσεις, για τη συγγραφή ενός βιβλίου που θα κερδίσει τον αναγνώστη, η ικανότητα στη σύνθεση είναι που διαχωρίζει τον μυθιστοριογράφο. Όσον αφορά στον περιπετειώδη χαρακτήρα ενός νουάρ μυθιστορήματος, προκύπτει αφενός από το ενδιαφέρον που προκαλούν οι ήρωες με τις πράξεις τους και αφετέρου από το μυστήριο που οφείλει να διέπει την πλοκή του. Με άλλα λόγια, το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το κοινωνικό μυθιστόρημα της εποχής μας.
Πού ρίχνετε μεγαλύτερο βάρος, όταν γράφετε στην πλοκή ή στους χαρακτήρες;
Πρόκειται για μια διαλεκτική σχέση. Τηρουμένων των αναλογιών παραπέμπει στη σχέση ανάμεσα στη μορφή και στο περιεχόμενο ενός έργου τέχνης. Υπάρχουν χαρακτήρες ήρωες στο βιβλίο, όπως ο Πέτρος Ριβέρης και η Πηνελόπη Πινότση, και χαρακτήρες που έχουν δεύτερο ρόλο, όπως είναι ο Επιμενίδης Κρητικός. Οι πράξεις των χαρακτήρων και οι επιλογές τους καθορίζουν την πλοκή και, συνακόλουθα η πλοκή ωθεί τους χαρακτήρες τα πράξουν τα δέοντα.
Ο ιδιωτικός ερευνητής Ριβέρης κάνει διεξοδικές έρευνες και κομμάτι – κομμάτι προσπαθεί να συμπληρώσει το παζλ της υπόθεσης. Ο ρόλος του αποδεικνύεται σημαντικός για την εξέλιξη της υπόθεσης. Υπάρχουν πρόσωπα και καταστάσεις, από τις οποίες εμπνευστήκατε την ιστορία σας ή είναι εξ ολοκλήρου αποτέλεσμα μυθοπλασίας;
Ήθελα να γράψω ένα νουάρ με θέμα μια ερωτική δολοφονία. Μέσα από το τυχαίο της ζωής, αυτό που εγώ ορίζω ως την ανερμήνευτη τυχαιότητα του χάους, εμφανίστηκαν τέσσερις γυναίκες στη συγγραφική ζωή μου, που θέλησαν να μου αφηγηθούν την πολύ προσωπική τους ιστορία. Ήταν η μαγιά για να δημιουργηθεί η μυθοπλασία, διότι το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας είναι αποτέλεσμα μυθοπλασίας και τίποτε περισσότερο. Είμαι ευγνώμων σε αυτές τις κυρίες που μου χάρισαν την έμπνευση για να κάνω αυτό που είχα στο μυαλό μου.
Πώς γεννήθηκε η λατρεία σας για το νουάρ μυθιστόρημα, έχετε ακριβώς καταλάβει γιατί το νουάρ έγινε ο κόσμος σας;
Γεννήθηκε όπως όλοι οι ξαφνικοί έρωτες, εκεί που δεν το περίμενα δηλαδή. Διάβασα τις «Θάλασσες του νότου» του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν σε ένα διάλειμμα από τις υποχρεώσεις που είχα ως μεταπτυχιακός φοιτητής. Έμεινα εμβρόντητος και αμέσως αντιλήφθηκα ότι ήθελα να κάνω κάτι παρόμοιο. Λίγο καιρό αργότερα με επισκέφτηκε πνευματικά ο Πέτρος Ριβέρης. Συζητώντας μαζί του, κατάλαβα ότι μια νουάρ ιστορία είναι μια πολύ γερή βάση για να καταλάβουμε τι συμβαίνει γύρω μας. Το έγκλημα άλλωστε έχει γίνει ιδιαίτερα πολυδιάστατο, και τα πλοκάμια του απλώνονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη των κοινωνιών.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας όλων των εποχών;
Φυσικά ο Πέτρος Ριβέρης! Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου, θα πέσει να σε πλακώσει. Έτσι και αλλιώς, γράφω πάντα το ιδανικό βιβλίο που θα ήθελα να διαβάσω. Από εκεί και πέρα αγαπώ ιδιαίτερα τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, τον Φάμπιο Μοντάλ του Ζαν Κλοντ Ιζζό, τον επιθεωρητή Σάντρο Μονταλμπάνο του Αντρέα Καμιλλέρι και φυσικά τον αστυνόμο Γιώργο Μπέκα του πνευματικού μας παππού Γιάννη Μαρή.
Τα βιώματά σας επηρέασαν τη συγγραφική σας ταυτότητα, κύριε Ιωαννίδη;
Δεν γίνεται να μην επηρεάσουν έναν συγγραφέα τα βιώματα του. Γράφουμε άλλωστε διότι δεύτερη ζωή δεν έχει. Από εκεί και πέρα, η δική μου ζωή είναι εντελώς ασήμαντη μπροστά στο συγγραφικό μου έργο.
Σ’ αυτή την ιδιαίτερη εποχή που διανύουμε η λογοτεχνία και η ανάγνωσή της τι μπορεί να προσφέρει κατά τη γνώμη σας στον άνθρωπο;
Πρώτα απ’ όλα ευχαρίστηση, κυρία Δούλη. Η αναγνωστική απόλαυση είναι από τα ομορφότερα άυλα αγαθά, και η βασική αποστολή ενός βιβλίου είναι να κάνει τον αναγνώστη να περνά ποιοτικό χρόνο μαζί του. Αν τον κάνει να προβληματιστεί, τότε τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα. Η λογοτεχνία δεν έχει ως αποστολή να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Αποστολή της είναι να ωθεί τους ανθρώπους να σκέφτονται πως η ζωή τους μπορεί να γίνει πιο ανθρωπινή.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!