Μας έχει χαρίσει αμέτρητες στιγμές χαράς και γέλιου. Έχει διανύσει χιλιόμετρα στο σανίδι. Αυτό όμως που πάντα διακρίνεται καθαρά στα βήματά του είναι το πάθος του για ό,τι κάνει. Δεν προσποιείται. Ταυτίζεται με τους χαρακτήρες που υποδύεται. Είναι αληθινός, αυθόρμητος και ειλικρινής. Σημειώνει ότι κάθε δουλειά που κάνουμε επηρεάζει την επαγγελματική πορεία μας και εμάς ψυχολογικά, διότι είναι μία μεγάλη διαδρομή ζωής. Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης έχει επί σκηνής την απαιτουμένη δόση έντασης, προβληματισμού, δισταγμού. Κατάφερε να μην επαναπαύεται στις προηγούμενες επιτυχίες του, αλλά με τόλμη προχωρά μπροστά, αφουγκράζεται την εποχή μας και παρεμβαίνει, κρατώντας το χρώμα και το άρωμα μιας άλλης εποχής. Ο ίδιος ωριμάζει με τέχνη και ομορφιά, διότι την ομορφιά της τέχνης την βλέπει καθαρά η ευαίσθητη ψυχή του.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Σας θεωρούμε Θεσσαλονικιό, αν και η καταγωγή σας είναι από την Πτολεμαΐδα. Τι είναι αυτό που σας δένει με την πόλη της Θεσσαλονίκης, κύριε Μιχαηλίδη;
Καταρχήν στη Θεσσαλονίκη έχω περάσει όλη μου τη ζωή. Είναι η πόλη στην οποία μεγάλωσα. Εξάλλου, για όλους εμάς τους Βορειοελλαδίτες η Θεσσαλονίκη αποτελεί σημείο αναφοράς. Απ’ όπου και εάν είσαι, από τη Μακεδονία ή και ακόμα από τη Θράκη, εάν έχεις περάσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής σου εδώ, είναι σαν να έχεις πάει από το προάστιο της πόλης σου στο κέντρο της πόλης σου. Οι δεσμοί δεν είναι μόνο δεσμοί καταγωγής, είναι κυρίως πολιτιστικοί και πολιτισμικοί. Όλη η Μακεδονία έχει την ίδια νοοτροπία, τις ίδιες καθημερινές αντιλήψεις στην καθημερινή της κουλτούρα. Διαφέρει λίγο από την υπόλοιπη Ελλάδα, άρα νιώθεις μία συγγένεια. Απλά όταν με ρωτάνε «είσαι γέννημα της Θεσσαλονίκης;», λέω: όχι είμαι θρέμμα και μάλιστα καλό!
Το 2006 πρωταγωνιστήσατε στις «Ιστορίες του αστυνόμου Μπέκα» στην τηλεόραση του ALPHA. Μια σειρά που σημείωσε μεγάλη επιτυχία και συνεχίζει να σημειώνει μέσα από τις επαναλήψεις της. Πόσο επηρέασε αυτή η επιτυχία την επαγγελματική σας πορεία;
Κάθε δουλειά που κάνουμε επηρεάζει την επαγγελματική μας πορεία και εμάς ψυχολογικά, διότι είναι μία μεγάλη διαδρομή ζωής. Στα στενά πλαίσια, νομίζω ότι έχει δυο παραμέτρους: Μια θετική, ένα πράγμα το οποίο έχει πολύ μεγάλη ανταπόκριση, διότι είναι μια πολύ προσεγμένη δουλειά (πέρα από την ικανοποίηση και την αποδοχή). Από την άλλη, έχει και την αρνητική της πλευρά: Οι πολλές επαναλήψεις σε ταυτίζουν με ένα ρόλο, ενώ ταυτόχρονα σε αυτό το διάστημα έχεις παίξει και άλλα πράγματα. Η τηλεόραση είναι τόσο ισχυρή που επιβάλλεται… δια ροπάλου στη συνείδηση του θεατή.
Πάντως, ο ρόλος του αστυνόμου Μπέκα σας ταίριαζε πολύ και νομίζω πως συνετέλεσε στην επιτυχία της συγκεκριμένης σειράς. Θα κάνατε ξανά κάτι ανάλογο;
Νομίζω πως όχι. Και άλλους χαρακτήρες που έπαιξα με το ίδιο επάγγελμα φρόντισα οι χαρακτήρες να είναι τελείως αντίθετοι από αυτόν. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι οι χαρακτήρες που ερμηνεύω. Αυτό το κάνω και σε όλη μου τη ζωή, διότι παίζω ρόλους οι οποίοι είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους. Εάν εξαιρέσεις βέβαια την τηλεόραση, όπου έτσι όπως είναι τα πράγματα δεν έχεις πια πολλές επιλογές για τη γκάμα των ρόλων. Το LAPD αποτελεί τέτοιο παράδειγμα, διότι το μόνο σημείο που ταυτιζόταν ήταν το επάγγελμα. Ο χαρακτήρας του αστυνομικού ήταν ένας άκρως αντίθετος (σ.σ. από τον αστυνόμο Μπέκα) γι’ αυτό τον επέλεξα και για αυτό και δέχτηκα να τον κάνω. Δεν θα ήταν προτιμότερο να παίξω έναν λογιστή, ο οποίος να έχει τον ίδιο χαρακτήρα με το Μπέκα;
Πολύς κόσμος σας γνώρισε από το σχήμα «Άγαμοι Θύται». Πότε θα ξαναδούμε το σχήμα σε δράση;
Αυτό μόνο ο Θεός το ξέρει. Κοιτάξτε, υπάρχει ένα πρόβλημα. Πέρα από την επιλογή τού να παίζουμε σπάνια, την οποία θεωρώ σωστή, πέρα του να παίζουμε όταν έχουμε κάτι να πούμε, υπάρχει ένα τεχνικό ζήτημα, το οποίο σημαίνει πάρα πολύ μεγάλη προετοιμασία της παράστασης. Για μια παράσταση αυτού του είδους, εγώ που είμαι υπεύθυνος για όλη τη δουλειά από την παραγωγή μέχρι τα κείμενα εν συνόλω χρειάζομαι σχεδόν έναν χρόνο προετοιμασίας. Από αυτό τον χρόνο πρέπει για κάποιους μήνες να είμαι σε απόλυτη ηρεμία. Βέβαια, δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος για τον οποίο παίζουμε σπάνια. Η τελευταία μας παράσταση παίχτηκε σχεδόν τρία χρόνια Αθήνα και Θεσσαλονίκη από 2 φορές και ξεπέρασε τα 110.000 εισιτήρια. Καλό είναι να ξεκουραστούμε. Εάν και πότε επανέλθουμε στη δράση, το μέλλον θα δείξει.
Πόσο σημαντική είναι για σας η λέξη έρωτας και πόσο μπορεί να αλλάξει η ζωή του ανθρώπου όταν είναι ερωτευμένος;
Είναι δυνατόν να συζητάμε για κάτι που έχει τραγουδηθεί από όλους τους ποιητές από καταβολής κόσμου μέχρι σήμερα και είναι το μόνο το οποίο δεν μπορεί να προσεγγίσει η επιστήμη και καμία επιστημονική ανάλυση; Είναι κάτι ακατανόητο, απαραίτητα συνυφασμένο με την ίδια τη ζωή και με τη διαιώνιση της ζωής. Εάν το δούμε με την ευρύτερη έννοια βέβαια, ότι έχουμε ερωτική σχέση σε όλη μας τη ζωή με τα πράγματα που αγαπάμε με τη δουλειά μας με την καθημερινότητα μας τότε είναι ακόμη πιο σημαντικό. Είναι ο μόνος τρόπος για να πορεύεσαι, με αγάπη, έρωτα και πάθος για αυτά τα οποία έχεις επιλέξει να κάνεις στη ζωή σου.
Πιστεύετε πως ο Πολιτισμός λειτουργεί, σώζει σε περιόδους κρίσης;
Ο Πολιτισμός είναι μία πολύ ευρεία έννοια. Σαφώς μια κρίση, όπως η δική μας, η οποία είναι κατά γενική ομολογία πρωτίστως πολιτισμική και έχει πολλές αιτίες πέρα από την οικονομική παράμετρο, η Παιδεία και ο Πολιτισμός έχουν να κάνουν με την ύπαρξη μιας χώρας, ενός έθνους. Για εμάς είναι ένα μεγάλο στοίχημα η ανοιχτή κουβέντα, για να μπορέσουμε να οργανώσουμε την κοινωνία μας διαφορετικά. Διότι έτσι όπως τη στήσαμε οι παλαιότερες γενιές, είναι πολύ άδικη για τους νέους.
Η νέα γενιά έχει τη λύση στη νέα κατάσταση που διανύουμε;
Δεν υπάρχουν λύσεις ούτε μαγικές συνταγές. Υπάρχει στάση ζωής και ατομική ευθύνη. Πιστεύω πως ο καθένας από εμάς σε όποια γενιά και εάν ανήκει πρέπει να αναλογιστεί, να μπορέσει να φτάσει σε μεγάλο βάθος και να βελτιώσει πρώτα και κυριότερα τον εαυτό του, έτσι ώστε στη συνέχεια να μπορέσουμε να βελτιωθούμε και ως κοινωνία, κάτι που νομίζω πως είναι μεγάλη μας έλλειψη. Πρέπει να δράσουμε συλλογικά.
Θεωρείτε ότι η έλλειψη χρημάτων θα κάνει τη νέα γενιά να στραφεί ξανά στις αληθινές αξίες;
Είναι πιθανόν ένα κίνητρο, αλλά δεν φτάνει αυτό. Ενδεχομένως, μέχρι να φτάσει κάποιος να αποφασίσει στην –για αυτόν– σωστή κατεύθυνση, αλλά χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη διαδρομή. Δεν είναι όμως ο μόνος λόγος για να μπορέσει κάποιος να επαναπροσδιορίσει τα πράγματα.
Ποιο μήνυμα θα δίνατε στους νέους ανθρώπους; Αξίζει να προσπαθούν να ακολουθήσουν τα όνειρα τους, σε μια εποχή όπως αυτή που διανύουμε;
Σε κάθε εποχή αυτή η στάση ζωής είναι η μοναδική. Μπορεί να έχει τίμημα, αλλά εξαρτάται από το τι τίμημα θες να πληρώσεις. Άρα δεν είναι θέμα εποχής. αυτό είναι μία στάση που σε κάθε εποχή και σε κάθε ηλικία είναι μονόδρομος.
Το γέλιο μπορεί να βοηθήσει, κύριε Μιχαηλίδη, ακόμη και σε τόσο ακραίες συνθήκες σαν τις σημερινές;
Το γέλιο μπορεί να είναι από ψυχοθεραπευτικό, λυτρωτικό έως στάση ζωής. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αλλά μπορεί να μας κάνει να πάμε ένα βήμα παρακάτω. Αλλά θα σας παραπέμψω ξανά στην ατομική μας ευθύνη.
Θεωρείτε πως η σάτιρα έχει όρια;
Απολύτως ναι. Όρια δεν έχει μόνο ο Θεός, κυρία Δούλη.
Στον καλλιτεχνικό χώρο υπάρχουν ευθύνες;
Σαφώς. Αλλά το ζήτημα δεν είναι να καταλογίσουμε αυτή τη στιγμή ευθύνες, το ζήτημα είναι αυτοί που έχουν πραγματικά ευθύνη, οι ίδιοι να αποδεχτούν τις ευθύνες τους. Ξεκινώντας από το πολιτικό σύστημα και τις ισχυρές συνιστώσες του, που είναι κυρίως οι συνδικαλιστές, οι δημοσιογράφοι και οι μεγαλοεπιχειρηματίες, μετά να περάσουμε σε όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι ναίμονταν έστω και ψήγματα είτε οικονομικά είτε εξουσίας από όλο αυτό που ζούσαμε. Μιλάμε σχεδόν για τη μισή χώρα και μεταξύ αυτών βέβαια και τους καλλιτέχνες, αλλά και αυτοί δεν έχουν όλοι την ίδια ευθύνη. Επιμερίζοντας λοιπόν τα πράγματα, νομίζω ότι μπορούμε να αξιολογήσουμε. Αλλά το ζήτημα δεν είναι να τους αποδώσουμε. Ή ο καθένας από εμάς πρέπει να αποδεχτεί ως μέρος αυτής της κοινωνίας και του συστήματος ανάλογα με την ισχύ και την εκμετάλλευση, το πόσο χρησιμοποιούσε όλο αυτό, ή ακόμη εάν απλώς αδιαφορούσε. Σαφώς, από έναν μέσο εργαζόμενο στον ιδιωτικό τομέα, ένας καλλιτέχνης μπορεί να έχει περισσότερη ευθύνη, διότι έχει δημόσιο λόγο καταρχήν.
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε στο επιτυχημένο σίριαλ του Mega «Με τα παντελόνια κάτω». Μια σειρά με πολύ δυνατό καστ. Θέλετε να μας μιλήσετε για το κλίμα στη σειρά;
Το κλίμα, όπως λέγεται σε κάθε συνέντευξη, είναι πάρα πολύ ωραίο και περνάμε πολύ ωραία μεταξύ μας. Έχετε ακούσει ποτέ να λένε κάτι διαφορετικό; Σε εμάς ισχύει κιόλας!
Εκτός από ηθοποιός και σκηνοθέτης, είστε και επιχειρηματίας. Πριν λίγο καιρό ανοίξατε ένα bar στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Πώς συνδυάζετε το θέατρο με τον ρόλο του επιχειρηματία;
Σιγά τον επιχειρηματία! Ό,τι έκανα σε όλη μου τη ζωή κάνω και τώρα, μόνο που τώρα κοντεύω να καταστραφώ! Αυτό είναι περίπου η ίδια αντιμετώπιση με όσα λέγαμε προηγουμένως. Είναι μια δουλειά που την έκανα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου σε επαγγελματικές εποχές που δεν ζούσα (σ.σ. από το επάγγελμα του ηθοποιού), προσπάθησα να την ξανακάνω τώρα, αλλά όπως και τότε δεν βλέπω τελικά να ξέρω να την κάνω! Ευτυχώς, υπάρχουν μερικοί καλοί φίλοι που βοηθούν και που μπήκαν σε αυτό που εσείς ονομάζετε επιχείρηση, με σκοπό να βοηθήσουν να διασωθεί.
Μαζί με έναν εξαιρετικό σεφ αναζητούμε τις παλιές γεύσεις που χάθηκαν από τα πιάτα της Θεσσαλονίκης. Η κουζίνα προπολεμικά της Θεσσαλονίκης -αλλά και μεταπολεμικά- ήταν μία σύνθεση από προσφυγικά εδέσματα είτε αυτά προέρχονταν από τον Πόντο, τη Σμύρνη ή την Κωνσταντινούπολη είτε από τη μεγάλη εβραϊκή κοινότητα. Νομίζω ότι ο κορυφαίος σεφ Βασίλης Τσιάμης, ο οποίος αναλαμβάνει τώρα μαζί με τους υπόλοιπους συνεταίρους στο μπαρ εκτός από τα γνωστά ποτά και κοκτέιλ, θα προσφέρει και πολλά αποστάγματα από ρακές, ούζα καθώς και εξαιρετικής ποιότητας πιάτα. Μετονομάζεται αυτός ο χώρος, αυτή η παλιά στοά του 1930 που μας πήρε δύο χρόνια για να την ανακατασκευάσουμε, διότι όταν την παραλάβαμε ήταν σχεδόν ερείπιο, και ευελπιστούμε να ολοκληρωθεί αυτές τις μέρες με την αρωγή των φίλων, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ο συντοπίτης σας εξαιρετικός Αρχιτέκτονας Μηχανικός Σωτήρης Μακεδόνας, για να φιλοξενήσει έναν ιδιαίτερο χώρο που θα ονομάζεται «Μαργαρίτα».
Ποιες οι ενασχολήσεις σας αυτόν τον καιρό και ποια τα σχέδιά σας για το άμεσο μέλλον;
Εκτός από τη «Μαργαρίτα», από τις 13 Δεκεμβρίου παίζουμε στο θέατρο Αριστοτέλειον, ένα εξαιρετικό κείμενο ενός σημαντικού Έλληνα συγγραφέα του Γιάννη Τσίρου. Αποδέχτηκε και συμμερίστηκε τον ενθουσιασμό μου για αυτό το κείμενο και ένας πολύ σπουδαίος σκηνοθέτης, ο οποίος εκτός από την Ελλάδα δραστηριοποιείται και σε ολόκληρη την Ευρώπη, και είναι ο λιθουανικής καταγωγής Τσέζαρις Γκραουζίνις. Είναι μια παράσταση, η όποια παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τους περισσότερους Έλληνες. Είναι μια λυρική, εάν θέλετε δραματική, συγκινητική κωμωδία, η οποία νομίζω ότι μας αφορά όλους. Έχω μεγάλη πίστη σε αυτό που κάνουμε, διότι γίνεται με πολύ μεγάλη προσπάθεια και συνέπεια. Ελπίζουμε ότι το αποτέλεσμα θα είναι τέτοιο, ώστε να μπορέσει να είναι παρηγορητικό για τους Έλληνες θεατές.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ
Γεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1960. Αποφοίτησε το 1982 από τη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Μέχρι το 1990 συμμετείχε ως ηθοποιός και ιδρυτικό μέλος μικρών πειραματικών θιάσων σε έργα Νίκου Καζαντζάκη, Ντάριο Φο, Δημήτρη Ψαθά, Λόρκα, Αριστοφάνη κ.ά. Το 1990, μαζί με άλλους ηθοποιούς και μουσικούς, δημιούργησε το σατιρικό μουσικοθεατρικό σχήμα «Άγαμοι Θύται», στο οποίο συμμετείχε γράφοντας, παίζοντας και σκηνοθετώντας.
Από το 1988 έως το 1990 εργάστηκε ως συντάκτης στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ και από το 1993 στην τηλεόραση ως σκηνοθέτης και παραγωγός.
Έχει υποδυθεί σημαντικούς ρόλους στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Το 2000 απέσπασε το Κρατικό Βραβείο ερμηνείας Β΄ ανδρικού ρόλου για την ταινία «Πίσω πόρτα».
ÂÂ
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ” ΣΤΙΣ 20-12-2013
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!