Κάθε βιβλίο της κάνει πωλήσεις δεκάδων χιλιάδων αντιτύπων και αγγίζει ευαίσθητες χορδές σε κάθε αναγνώστη. Η πετυχημένη συγγραφέας Λένα Μαντά, σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση εφ’ όλης τής ύλης, εγκαινιάζει τη νέα μας στήλη «ΠΡΟΣΩΠΑ» και μοιράζεται μαζί μας καθημερινές στιγμές της, καθώς και τα μελλοντικά συγγραφικά της σχέδια.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Κυρία Μαντά, είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για το αναγνωστικό κοινό τής Καλαμπάκας να μας παραχωρήσετε μία συνέντευξη, μέσω της εφημερίδας «ΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ», και να μας δώσετε μ’ αυτό τον τρόπο την ευκαιρία να σας γνωρίσουμε καλύτερα. Το αναγνωστικό κοινό σας αγαπά πολύ και αναζητά τα βιβλία σας με έντονη επιθυμία. Ποιος πιστεύεται ότι είναι ο λόγος;
Αυτή την ερώτηση θα έπρεπε να την κάνετε στο αναγνωστικό κοινό νομίζω! Ειλικρινά δεν ξέρω! Πάντα, σε κάθε βιβλίο μου δίνω το καλύτερο κομμάτι της ψυχής μου κι αυτό ο κόσμος το νιώθει και ανταποκρίνεται.
Τα βιβλία σας κρατούν υψηλές θέσεις στα ράφια των «ευπώλητων» βιβλίων και μάλιστα το 2009 με το βιβλίο σας «Το Τελευταίο Τσιγάρο» κατακτήσατε τον τίτλο «Συγγραφέας της Χρονιάς» ανάμεσα στις «Γυναίκες της χρονιάς 2009», που διοργανώνεται από το περιοδικό «Life & Style». Πόσο σας δεσμεύει αυτή η πρωτιά απέναντι στους αναγνώστες σας;
Την πρωτιά την έδωσαν οι ίδιοι οι αναγνώστες, ήταν ένα βραβείο κοινού και μου δημιουργεί μια και μόνη υποχρέωση: να συνεχίσω όπως ξεκίνησα, και αυτό κάνω. Γράφω ό,τι μου αρέσει εμένα να διαβάζω, με εντιμότητα, χωρίς να παριστάνω κάτι άλλο από αυτό που είμαι.
Θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας το κίνητρο που σας ώθησε να γράψετε το πρώτο σας βιβλίο;
Δεν ήταν κάτι συγκεκριμένο. Έγραφα από μικρή, μου άρεσε να ταξιδεύω με το μυαλό μου, τόσο γράφοντας, όσο και διαβάζοντας. Για χρόνια, και λόγω υποχρεώσεων, έμεινα μακριά από τις δύο μεγάλες αγαπημένες μου ενασχολήσεις και κάποιο βράδυ, θυμάμαι, έγραψα το πρώτο κεφάλαιο από εκείνο το πρώτο μου βιβλίο. Ήρθαν πολύ φυσιολογικά και αβίαστα όλα, ώστε να θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο αυτή τη στιγμή.
Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας έκανε εντύπωση και ποιο βιβλίο άλλου συγγραφέα θα ήταν εκείνο που θα θέλατε να είχατε γράψει εσείς;
Δεν έχω τέτοιου είδους απωθημένα και δεν θα ήθελα να έχω γράψει κανένα άλλο βιβλίο, γιατί απλούστατα αν το είχα γράψει εγώ, θα ήταν εντελώς διαφορετικό! Εντύπωση μου έκανε το βιβλίο του Στεφανάκη «Μέρες Αλεξάνδρειας», γιατί με πήγε τόσο γλυκά σε μέρη που από μόνα τους είναι φορτωμένα ιστορία και μνήμες. Ήταν ένα αλησμόνητο ταξίδι ψυχής….
Το «Χωρίς Χειροκρότημα» είναι το ένατο βιβλίο σας και όλα έτυχαν μεγάλης αναγνώρισης. Πιστεύατε σ’ αυτή σας την επιτυχία όταν πλησιάσατε τον πρώτο εκδοτικό οίκο;
Φυσικά και όχι! Ίσως να μην υπήρχε αυτή η επιτυχία αν παρέμενα εκεί, με την έννοια ότι κάθε σχέση είτε επαγγελματική είτε προσωπική, χρειάζεται την κατάλληλη χημεία για να πετύχει. Με τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ, η χημεία ήταν παρούσα από την πρώτη στιγμή, και αυτό φάνηκε από την συνέχεια αυτής της ευλογημένης συνεργασίας.
Και μια και μιλήσαμε αρκετά περί βιβλίων, θα θέλαμε να μάθουμε ποιο βιβλίο σας αγαπάτε περισσότερο και γιατί;
Είναι πλέον γνωστό ότι ξεχωρίζω το «Βαλς με δώδεκα θεούς». Ένα βιβλίο που με πονούσε γλυκά όταν το έγραφα και παράλληλα μην ξεχνάτε ότι σηματοδότησε την έναρξη της συνεργασίας με τις εκδόσεις Ψυχογιός, ώστε το θεωρώ εκτός των άλλων το γούρι μου!
Όταν δεν γράφετε, πώς είναι η καθημερινότητά σας;
Όπως κάθε γυναίκα που έχει οικογένεια. Πηγαίνω να ψωνίσω, μαγειρεύω, πλένω, σιδερώνω (το χειρότερό μου αυτό!), διαβάζω βιβλία (η καλύτερη ώρα!), βγαίνω με τον άντρα μου, τσακώνομαι με τα παιδιά μου(!) και όλα όσα κάνει η σύγχρονη Ελληνίδα!
Η τεχνολογία έχει εισβάλει για τα καλά στη ζωή μας αλλά και στην καθημερινότητά μας. Πόσο μπορεί αυτό να επηρεάσει την εξέλιξη του βιβλίου;
Το e-book, είναι πλέον γεγονός αλλά, απ’ όσο ξέρω, ακόμα δεν έχει τύχει θερμής υποδοχής από το αναγνωστικό κοινό, παρ’ όλο που έχει οπαδούς. Δεν ξέρω πώς θα είναι ο κόσμος σε πενήντα χρόνια, αλλά θέλω να πιστεύω ότι το έντυπο βιβλίο δεν θα χαθεί ποτέ.
Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες; Και πόσο πιστεύετε ότι μπορεί το διάβασμα να βοηθήσει τον καθένα από μας σ’ αυτή την περίοδο και της πνευματικής κρίσης;
Οι Έλληνες δεν διαβάζουν όσο θα έπρεπε, και οι έρευνες που αποδίδουν το φτωχό 8% σε αναγνωστικό κοινό, το αποδεικνύουν, αλλά θέλω να πιστεύω ότι στο μέλλον όλο και περισσότεροι θα στραφούν στη μαγική διεργασία τής ανάγνωσης ενός βιβλίου. Και για ν’ απαντήσω στην επόμενη ερώτησή σας, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι καλύτερο στις μέρες μας, από ένα βιβλίο, όποιο κι αν είναι αυτό, που θα φορτίσει τις μπαταρίες της ψυχής μας….
Έχετε αγωνία κάθε φορά που κυκλοφορεί κάθε νέο βιβλίο σας και πού οφείλεται αυτό;
Καμιά αγωνία. Από την στιγμή που το ολοκληρώνω και το παραδίδω στον κ. Ψυχογιό είμαι σίγουρη ότι θα έχει την καλύτερη δυνατή φροντίδα. Η κρίση του κοινού δεν με κάνει ν’ αγωνιώ, απλώς την περιμένω και διδάσκομαι από αυτήν.
Υπάρχει όμως και η κακεντρεχής κριτική. Στον αντίποδα της μεγάλης σας συγγραφικής επιτυχίας, έχουν γραφτεί σχόλια όπως «ροζ μυθιστόρημα», «άρλεκιν με εξώφυλλο» ή «μυθιστόρημα παραλίας». Ποια είναι η δική σας άποψη για παρόμοιας μορφής κριτικές;
Αυτή είναι η κριτική που δεν μ’ ενδιαφέρει γιατί δεν έχει τίποτα εποικοδομητικό να μου προσφέρει, βασίζεται στην εμπάθεια και τροφοδοτείται από τις υψηλές πωλήσεις των βιβλίων, όχι μόνο των δικών μου, αλλά και της Καίτης Οικονόμου και της Χρυσηίδας Δημουλίδου και τόσων άλλων. Θα ήταν ίσως χρήσιμο να ρωτήσουν τον κόσμο τί βρίσκει στα βιβλία μας και τα αγαπάει. Εκείνος θα τους δώσει την απάντηση. Εγώ δεν απαντώ και δεν… αντεπιτίθεμαι!
Ποια είναι επόμενα συγγραφικά σας βήματα;
Στις 10 Μαΐου κυκλοφορεί το επόμενο μυθιστόρημά μου με τίτλο «Όσο αντέχει η ψυχή», φυσικά και πάντα από τις εκδόσεις Ψυχογιός, ενώ τώρα τον Μάρτιο επανακυκλοφορεί κατόπιν εκκλήσεων των αναγνωστών το «Δεν μπορεί θα στρώσει», ένα βιβλίο με διηγήματα που κυκλοφόρησε το 2010 και του οποίου τα όλα έσοδα από την πρώτη κυκλοφορία, αποδόθηκαν ήδη στο ΚΕΘΕΑ ΔΙΑΒΑΣΗ.
Σας ευχαριστούμε για την κουβέντα μας και αν θέλετε να πείτε κάτι ακόμα στο αναγνωστικό κοινό της Καλαμπάκας, θα το μεταφέρουμε με χαρά.
Ήταν και για μένα χαρά αυτή η συνέντευξη, που μου έδωσε την ευκαιρία να απευθυνθώ στο αναγνωστικό κοινό της Καλαμπάκας, και ζωηρή μου επιθυμία είναι στο μέλλον με μια παρουσίαση να μιλήσω μαζί τους και από κοντά.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Λένα Μαντά γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ήρθε στην Ελλάδα σε μικρή ηλικία. Σπούδασε νηπιαγωγός, χωρίς ποτέ να θελήσει να ασκήσει το συγκεκριμένο επάγγελμα. Για τρία χρόνια είχε δικό της θίασο κουκλοθέατρου, με έργα δικής της συγγραφής. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε τοπικές εφημερίδες και για δύο χρόνια διετέλεσε διευθύντρια προγράμματος σε ραδιοφωνικό σταθμό των βορείων προαστίων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 24-2-2012
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!