Από την ψυχή της αναβλύζει το μυστήριο και το λογοτεχνικό πάθος. Τα λόγια της και η σκέψη της ρέουν πάνω στο χαρτί είτε πρόκειται για σενάριο είτε για μυθιστόρημα. Θεωρεί πως το γράψιµο έχει να κάνει µε συναισθήµατα και ιστορίες που θέλεις να µοιραστείς µε άλλους.
Η Μελίνα Τσαμπάνη γράφοντας σου γεννά την επιθυμία να ρουφήξεις τα λόγια της. Η συγκίνηση, η αγωνία, η χαρά διαπερνούν τον αναγνώστη και τον θεατή.
Πιστεύει ότι κάθε καλλιτέχνης εκφράζει τις δικές του ανησυχίες µε γνώµονα την προσωπική ανάγκη του και δεν πιστεύει ότι µπορεί κάποιος να δηµιουργήσει «εντεταλµένα», υπηρετώντας ένα κοινωνικό ή πολιτικό σκοπό, όσο ευγενής κι αν είναι. Ό,τι ζει το μετατρέπει σε υλικό για γραφή. Τέχνη και ζωή γίνονται ένα γι’ εκείνη.
Μέσα από το έργο της μας δείχνει την είσοδο στο όραμα, και στην προοπτική. Στις διηγήσεις της μπορείς να βρεις την αυτογνωσία, τη γαλήνη, την καλοσύνη, την αισιοδοξία, το χαμόγελο και το δάκρυ. Διότι η ίδια καταθέτει την ψυχή της, την αγάπη της και το όνειρο της κι αυτά αντανακλούν και στη δική μας ζωή μέσα από τις λέξεις της…
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του μυθιστορήματος «Ο πρώτος αμέθυστος», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος, κυρία Τσαμπάνη;
Είμαι επαγγελματίας σεναριογράφος, για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, κυρία Δούλη, οπότε η δημιουργία ιστοριών είναι όχι μόνο η δουλειά μου αλλά και αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Η διαδικασία της γέννησης μιας ιδέας είναι περίπλοκη και μυστηριώδης. Δεν ξέρω αν μπορεί κάποιος να προσδιορίσει το πώς δημιουργείται μια ιστορία στο μυαλό του. Για μένα ήταν κυρίως η ανάγκη να δοκιμάσω μια διαφορετική φόρμα γραφής, αυτή του μυθιστορήματος, που με οδήγησε στο να γράψω ένα βιβλίο.
Το βιβλίο είναι καλογραμμένο. Έχει παράλληλα αγωνία και ανατροπές. Υπάρχει κάποια τεχνική στη γραφή του;
Υπάρχουν τεχνικές στον τρόπο που αφηγείται κάποιος μια ιστορία, οι οποίες προσαρμόζονται στη φόρμα που κάθε φορά υπηρετείς. Στο βιβλίο ακολούθησα τους κανόνες που έχω μάθει από τη συγγραφή σεναρίων, αλλά ομολογώ ότι το έκανα με πολύ μεγαλύτερη ελευθερία. Αυτό που κυρίως μ’ ενδιέφερε, δεν ήταν τόσο οι ανατροπές στην ιστορία, όσο η συνοχή των χαρακτήρων στη διάρκεια της πολύπαθης πορείας τους.
Το εξώφυλλο του βιβλίου σας κοσμεί μια ωραία, νοσταλγική αναπαράσταση, που μας ταξιδεύει στην θύελλα της Ελληνικής Επανάστασης και προδιαθέτει τον αναγνώστη για την υπέροχη πλοκή που ακολουθεί. Πιστεύετε ότι το εξώφυλλο επηρεάζει την πορεία ενός βιβλίου;
Ως ένα βαθμό ναι, πιστεύω ότι το επηρεάζει και με την ευκαιρία να υπογραμμίσω ότι το γραφιστικό τμήμα του «Κέδρου» έκανε μια εξαιρετική δουλειά. Το βλέπω και στον εαυτό μου, ως αναγνώστρια με επηρεάζει και το εξώφυλλο και ο τίτλος, αν και σίγουρα αυτά δεν είναι τα μοναδικά κριτήρια.
Με ποια μελωδία ή με ποιο τραγούδι θα ντύνατε μουσικά «τον πρώτο αμέθυστο»;
Δεν το είχα σκεφτεί, μέχρι που διάβασα την ερώτηση σας, κυρία Δούλη. Νομίζω ότι θα επέλεγα το «Ghost Horses» από τους Radiohead. Έχει μια σκοτεινή, σχεδόν μυσταγωγική μελωδία, που κρύβει έναν έντονο ερωτισμό και πιστεύω ότι ταιριάζει στην αίσθηση που αφήνει το βιβλίο.
Το μυθιστόρημα έχει κινηματογραφική πλοκή. Θα θέλατε να το δείτε κάποια στιγμή στην οθόνη ενός Κινηματογράφου ή στην οθόνη μιας τηλεόρασης;
Και το θέλω και το εύχομαι. Αν και η γραφή του δεν ξεκίνησε με τέτοια προοπτική, παρόλο που εργάζομαι σ’ αυτόν το χώρο, εντούτοις το αποτέλεσμα μ’ έκανε πολλές φορές να σκεφτώ ότι θα ήταν κάτι που θα ήθελα να δω στην οθόνη, αν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες για την υλοποίησή του.
Έχετε εργαστεί ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Εξωτερικό. Πόσο διαφορετική είναι η γλώσσα του κινηματογραφικού κειμένου από αυτή της πεζογραφίας;
Είναι διαφορετική, διότι ξέρεις πως ό,τι θα δεις σε εικόνα σ’ ένα σενάριο, πρέπει να το μετατρέψεις σε λέξεις και γλαφυρές περιγραφές. Αυτό είναι ταυτόχρονα πολύ απελευθερωτικό καθώς οι εικόνες που δίνεις δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό, κόστους κυρίως. Από την άλλη, στην περίπτωση των διαλόγων, δε βρήκα μεγάλες διαφορές. Ο λόγος των ηρώων θεωρώ πως πρέπει να είναι άμεσος και ρεαλιστικός είτε γράφεις σενάριο είτε μυθιστόρημα.
Τι σημαίνει γράφω για εσάς, κυρία Τσαμπάνη; Είναι μια δραστηριότητα προσωπικής εκτόνωσης ή μια δραστηριότητα που έχει άμεσους αποδέκτες;
Από τη στιγμή που εγώ προσωπικά βιοπορίζομαι από τη συγγραφή, εννοείται πως τη θεωρώ μια δραστηριότητα που επιθυμώ να έχει άμεσους αποδέκτες και μάλιστα όσο το δυνατόν περισσότερους. Αλλά έτσι κι αλλιώς θεωρώ πως το γράψιμο έχει να κάνει με συναισθήματα και ιστορίες που θέλεις να μοιραστείς με άλλους. Αλλιώς πρόκειται για ημερολόγιο, όπου εκεί εκτονώνεσαι όσο θέλεις, χωρίς να σε απασχολεί τίποτα άλλο.
Υπάρχει κάποιος λόγος για τον οποίο θα σταματούσατε να γράφετε;
Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον, εκτός ίσως από λόγους υγείας και σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας.
Όταν ολοκληρώνετε ένα βιβλίο σας, αρκείστε στη δική σας μόνο αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα τη γνώμη κάποιου οικείου σας προσώπου του οποίου την κρίση εμπιστεύεστε;
Πάντα ζητάω τη γνώμη ανθρώπων που εμπιστεύομαι και κυρίως του συζύγου μου, που είναι επίσης σεναριογράφος και καταλαβαίνει απόλυτα αυτό που θέλω να πετύχω σ’ ένα κείμενο.
Θεωρείτε πως η πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης και προβληματισμού για ένα συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες και τραγικές καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας;
Μια περίοδος κρίσης μπορεί να αποβεί πολύ δημιουργική και στην ιστορία των Τεχνών υπάρχουν πολλά παραδείγματα για να το υποστηρίξουν αυτό. Οι καλλιτέχνες βρίσκουν κατά κανόνα τα θέματα και τα ερείσματά τους από την ίδια την κοινωνία, κυρία Δούλη, και δυστυχώς όταν η πραγματικότητα ξεπερνά και την ίδια τη φαντασία είναι επόμενο αυτό να εκφράζεται σε κάθε μορφή Τέχνης. Πάντα φυσικά με γνώμονα την προσωπική ανάγκη του κάθε καλλιτέχνη να εκφράσει τις δικές του ανησυχίες, διότι δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να δημιουργήσει «εντεταλμένα», υπηρετώντας ένα κοινωνικό ή πολιτικό σκοπό, όσο ευγενής κι αν είναι αυτός.
Η αγάπη σας για το σενάριο, τον Κινηματογράφο, τη λογοτεχνία και γενικά τις Τέχνες κατά πόσο επηρεάζει την αντίστοιχη συγγραφική σας ιδιότητα και την επιλογή των θεμάτων των βιβλίων σας; Πιστεύετε πως οι Καλές Τέχνες και η Λογοτεχνία είναι “συγκοινωνούντα δοχεία”, ή δεν αλληλοεπηρεάζονται;
Δεν επιλέγω θέματα για τα οποία θέλω να μιλήσω αλλά ιστορίες που θέλω να πω. Και όπως είπα και προηγουμένως η δημιουργία μιας ιδέας είναι μια διαδικασία που δεν μπορώ να προσδιορίσω από πού προέρχεται. Μπορεί να είναι πράγματι επηρεασμένη από μια μελωδία, έναν πίνακα αλλά ακόμα κι από ένα νέο που άκουσα στο ραδιόφωνο ή κάποιο περιστατικό που είδα στο σούπερ μάρκετ. Όσο για το αν επηρεάζουν οι Καλές Τέχνες τη Λογοτεχνία και το αντίθετο πιστεύω ότι έτσι κι αλλιώς κάθε μορφή Τέχνης αποτελεί έρεισμα και τροφή για σκέψη. Οπότε μ’αυτήν την έννοια, ένας λογοτέχνης θα μπορούσε κάλλιστα να επηρεαστεί από ένα έργο Τέχνης με την ίδια ευκολία που ένας ζωγράφος θα μπορούσε να εμπνευστεί από ένα μυθιστόρημα.
Ποιο όνειρο σας θα θέλατε να πραγματοποιηθεί στο άμεσο μέλλον, κυρία Τσαμπάνη;
Έχω πολλά όνειρα αλλά θα μιλήσω μόνο γι’ αυτό που αφορά στη λογοτεχνία. Θα ήθελα να δω το βιβλίο μου να έχει μια θετική ανταπόκριση και να ξεκινήσω σύντομα τη συγγραφή του «Δεύτερου Αμέθυστου».
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Μελίνα Τσαμπάνη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1976. Σπούδασε νομικά στο ΑΠΘ και Filmmaking Studies στο UWCN.
Έχει εργαστεί ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό.
«Ο πρώτος αμέθυστος» είναι η πρώτη της συγγραφική απόπειρα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος».
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 5-2-2016.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!