Στα χέρια της γράμματα, σύμβολα, όνειρα, τέχνη και μυστήριο παίρνουν μορφή και σχήμα. Διαβάζοντάς την ανακαλύπτεις δομημένα συναισθήματα, ελπίδα, θαλπωρή και αφοσίωση.
Η αγάπη της όμως για τη Λογοτεχνία και κυρίως για την Τέχνη είναι βαθύτερη από το συναίσθημα. Είναι ειλικρινής αγάπη, ανόθευτη, δυνατή, που αναδύεται ορμητικά και ξαφνιάζει τους αναγνώστες της.
Η Τίτσα Πιπίνου μοιάζει να κουβαλάει μαζί της «φυλαχτά», όχι για να τα επιδεικνύει, αλλά για να της δίνουν εκείνη τη μοναδική ποιότητα ενέργειας, από την οποία αναπτύσσεται προοδευτικά ένα σύστημα δημιουργίας.
Πιστεύει ότι η έμπνευση για να γραφεί ένα βιβλίο ξεκινά από μια εικόνα, από μια είδηση, από μια ιστορία που άκουσε, από ανείπωτα μυστικά που αναβλύζουν από τοίχους και γειτονιές.
Η ίδια μεγάλωσε με παραμύθια, με ιστορίες από τον τόπο της και γαλουχήθηκε με αξίες, που της άφησαν ως απόσταγμα ότι η εικόνα της ευτυχίας είναι πολύ απλή!
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
«Το παλιό ξενοδοχείο» είναι ο τίτλος του τελευταίου σας βιβλίου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα» και πραγματεύεται την πορεία δύο ανθρώπων που δεν ολοκλήρωσαν τον νεανικό πρώτο τους έρωτα. Αλήθεια ο πρώτος έρωτας δεν ξεχνιέται ποτέ κατά τη γνώμη σας, κυρία Πιπίνου;
Έχω την εντύπωση, ακριβώς επειδή είναι ο πρώτος, ότι δεν ξεχνιέται ποτέ, ανεξάρτητα πόσο δυνατός είναι. Βέβαια η δύναμη των συναισθημάτων εξαρτάται και από το πόσο έχουμε πονέσει, και σε νεαρή ηλικία δεν έχουμε προλάβει να πονέσουμε επομένως, οι δυνατοί έρωτες είναι αυτοί που ακολουθούν. Τις περισσότερες φορές όμως ο πρώτος έρωτας είναι ανολοκλήρωτος, και ίσως εκεί κρύβεται η δύναμη του.
Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα, που έπλασε στο μυαλό σας την υπόθεση «Του παλιού ξενοδοχείου»;
Συνήθως η έμπνευση για ένα βιβλίο ξεκινά από μια εικόνα, μια είδηση, μια ιστορία που άκουσα, κυρία Δούλη. Σε αυτή την περίπτωση ήταν οι μνήμες μου από ένα παλιό ξενοδοχείο στη Ρόδο. Ένα από αυτά τα πρώτα μεταπολεμικά ξενοδοχεία όταν ξεκινούσε ο τουρισμός. Ήθελα να μιλήσω γι’ αυτό και έψαχνα την αφορμή. Ήταν πολύ ειδυλλιακή η Ρόδος εκείνα τα χρόνια.
Ποια επίθετα θα χρησιμοποιούσατε για να χαρακτηρίσετε το νέο σας μυθιστόρημα;
Δύσκολο να χαρακτηρίσω εγώ το βιβλίο μου, ωστόσο θα μπορούσα να πω ότι είναι ειλικρινές, γρήγορο και άμεσο.
Πότε προέκυψε η συγγραφή στη ζωής σας; Ποια ανάγκη σας ικανοποιεί το γράψιμο;
Η πρόθεση για συγγραφή προέκυψε από πολύ νωρίς, από τότε που πρωτοδιάβασα βιβλία στα παιδικά μου χρόνια. Μιλάμε όμως μόνο για πρόθεση που όλα είναι ακόμη πολύ θολά και αβέβαια. Σε κάποιους μένει μόνο στην πρόθεση. Στην πράξη προέκυψε πολύ αργότερα όταν έγραψα το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο «Γυναίκα της Σκιάς», που εκδόθηκε το 1994. Το γράψιμο δεν ικανοποιεί μόνο μια ανάγκη μου, αλλά είναι ίσως το πιο δημιουργικό μέρος της καθημερινότητας μου. Μπορεί να κάνω δέκα πράγματα σε μια μέρα και εγώ να νιώθω ότι η πιο δημιουργική στιγμή της μέρας μου είναι μία άνω τελεία σε ένα έγγραφο στο υπολογιστή μου, που μπορεί σε μία δεύτερη ανάγνωση να την αφαιρέσω, αυτή την άνω τελεία!
Διαβάζοντας ένα βιβλίο όλοι οι αναγνώστες προσπαθούν κάτω από τις λέξεις ν’ ανακαλύψουν τα μηνύματα που ίσως θέλει να περάσει ο συγγραφέας σ’ αυτούς. Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας ένα μήνυμα που η Σοφία, η κεντρική σας ηρωίδα, θέλει οπωσδήποτε να «παραλάβουμε»;
Μου αρέσει να είμαι υπαινικτική, κυρία Δούλη, και να αφήνω τους αναγνώστες να ανακαλύπτουν κάτω από τις λέξεις κρυμμένα νοήματα, όπως και εμένα μου αρέσει να τα ανακαλύπτω διαβάζοντας άλλα βιβλία. Ένα από αυτά που θέλω να πω σε τούτο εδώ το βιβλίο είναι να μην εγκαταλείπουμε
με ευκολία κάτι καλό στη ζωή μας, διότι δεν είναι σίγουρο ότι θα ακολουθήσει κάτι το ίδιο καλό στη συνέχεια. Είναι θέμα τύχης και δεν είναι βέβαιο ότι μας δίνεται δύο φορές η ευκαιρία.
Ποιος από τους ήρωες της ιστορίας σας, είναι ο αγαπημένος σας; Και ποιος σας «ταλαιπώρησε», αφού απείχε πολύ από εσάς;
Συνήθως όλους τους ήρωες μου τους συμπαθώ γιατί έχουμε συνυπάρξει για πολύ καιρό –όσο διαρκεί και η συγγραφή ενός βιβλίου- όσο διαφορετικοί κι αν είναι από εμένα. Όλοι κάτι έχουν από τον εαυτό μου είτε είναι άνδρες, είτε είναι γυναίκες. Είτε νέοι, είτε γέροι. Βιωματικά στοιχεία του συγγραφέα περνούν πάντα στους ήρωες του. Είναι κάτι που δεν μπορεί να το αποφύγει ακόμη και κάποιος που γράφει βιβλία επιστημονικής φαντασίας! Ωστόσο, ο ήρωας που ήταν πιο ξένος στη δική μου ψυχοσύνθεση στο «Παλιό Ξενοδοχείο», ήταν ο Δημήτρης στην πρώτη περίοδο της ζωής του. Ήταν επιφανειακός, επιπόλαιος, ο τύπος του ανθρώπου που του άρεσε να τρυγά την ζωή χωρίς να εμβαθύνει και χωρίς να σκέπτεται. Η ζωή όμως τον τσαλάκωσε κι αυτόν, όπως όλους μας, κι έγινε πιο ανθρώπινος και πιο συμπαθητικός.
Στην εποχή της κρίσης τι μπορεί να προσφέρει η Λογοτεχνία στον μέσο πολίτη, κυρία Πιπίνου;
Ευτυχώς, που υπάρχει η λογοτεχνία να λέμε, αλλιώς η ζωή μας δεν θα ήταν υποφερτή. Ευτυχώς, που υπάρχει η Τέχνη ίσως είναι το πιο σωστό. Νιώθω ευγνωμοσύνη που υπάρχει η Τέχνη. Εγώ, για παράδειγμα, από παιδί ξέφευγα από τις δύσκολες καταστάσεις και την ανία με ένα βιβλίο, μία ταινία, μια μουσική.
Ο άνθρωπος έχει μέσα του τόσα αποθέματα αγάπης που πολλές φορές δεν το γνωρίζει ούτε ο ίδιος, ακόμη κι αν πιάσει πάτο, θα βρει τον τρόπο να ξαναρχίσει από το μηδέν. Αυτό είναι ένα σημαντικό δίδαγμα ζωής, κατά πόσο όμως το κάνουμε πράξη εμείς οι άνθρωποι;
Ο άνθρωπος έχει μέσα του πολλά αποθέματα όχι μόνο αγάπης, αλλά και δύναμης και αντοχής και καλό είναι να μη χρειαστεί να τα ανακαλύψει ποτέ στο βαθμό που τα διαθέτει. Ωστόσο, είναι πολύ αισιόδοξο ότι εκεί που νομίζουμε ότι δεν αντέχουμε ούτε το βάρος ενός φτερού στο σώμα μας να σηκώνουμε έναν τόνο!
Η ζωή παίζει πολλά παιχνίδια σε εμάς τους ανθρώπους. Είναι εύκολο να καταφέρουμε ν’ αλλάξουμε πορεία στη ζωή μας;
Βέβαια και μπορούμε. Φυσικά δεν είναι εύκολο, αλλά στη διάρκεια της ζωής μας μάς δίνονται κάποιες ευκαιρίες, που το ν’ αλλάξουμε πορεία είναι δυνατό και τότε δεν πρέπει να το αφήσουμε.
Ποια η άποψή σας για το κάρμα, κυρία Πιπίνου;
Θα σας πω κάτι που έχει ειπωθεί και το πιστεύω: «Οι τυχαίες συναντήσεις είναι ραντεβού!» Τα περισσότερα που μας συμβαίνουν, έχουν τον λόγο τους, ανεξάρτητα αν δεν μπορούμε τη στιγμή εκείνη να τα εξηγήσουμε. Και οι συνέπειες των επιλογών μας είναι η μοίρα μας τελικά!
Πιστεύετε ότι κάποιους ανθρώπους δεν μπορούμε να τους ξεχάσουμε ποτέ;
Φυσικά και το πιστεύω, κυρία Δούλη. Κάποιες συναντήσεις μας με ανθρώπους μάς χαράσσονται βαθειά, ανεξάρτητα από τον χρόνο της σχέσης. Αντίθετα, κάποιες άλλες πολύχρονες μας αφήνουν πολύ αχνό αποτύπωμα.
Ποια εικόνα αντιπροσωπεύει την ευτυχία για εσάς;
Να ξεκαθαρίσω ότι ευτυχία, τουλάχιστον όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ, δεν είναι μια κατάσταση διαρκείας στη ζωή μας, αλλά κάποιες στιγμές που συνήθως έρχονται σαν ανακούφιση μετά από μεγάλο πόνο ή δυστυχία. Αν δεν έχουμε βιώσει τη δυστυχία δεν μπορούμε να καταλάβουμε πότε νιώθουμε ευτυχία. Ωστόσο, όσο περνούν τα χρόνια η εικόνα της ευτυχίας για εμένα γίνεται όλο και πιο απλή. Αυτή τη στιγμή η εικόνα της θάλασσας είναι αρκετή για να με κάνει να νιώσω πλήρης.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Τίτσα Πιπίνου γεννήθηκε στη Ρόδο όπου ζει μέχρι σήμερα. Για ένα διάστημα έμεινε στην Αγγλία και παρακολούθησε μαθήματα της γλώσσας. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1994 με το βιβλίο «Γυναίκα της σκιάς».
Συνολικά έχει γράψει οκτώ μυθιστορήματα και ένα δοκίμιο για τις Γυναίκες της Δωδεκανήσου (2012). Βιβλία της είναι: «Τέσσερις μέρες του Μάρτη» (1997), «Για να θυμάσαι τη Λοΐδα» (1997), «Ονειροπαγίδα» (1999), «Παλιοί γάτοι, τρυφερά ποντίκια» (2002), «Το Σ’ αγαπώ σε ξένη γλώσσα» (2004) και «Ζωή χωρίς φιλοδώρημα» (2007).
Διηγήματα και κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε ανθολογίες, λογοτεχνικά ημερολόγια και στον Τύπο. «Το παλιό ξενοδοχείο» είναι το τελευταίο της βιβλίο και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Διόπτρα».
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Τα Μετέωρα” στις 18 Μαρτίου 2016.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!