Το περπάτημα και το τζόγκινγκ είναι οι πιο δημοφιλείς ασκήσεις στη Δύση. Το ποια από τις δύο, όμως, παρέχει τα περισσότερα οφέλη στην υγεία, αποτελεί χρόνια τώρα αντικείμενο διαμάχης.
Μία σειρά νέων μελετών που τις σύγκριναν παρέχουν μερικές απαντήσεις. Το συμπέρασμά τους; Το ποια από τις δύο είναι καλύτερη εξαρτάται από το τι θέλει να αποκομίσει κάποιος.
Αν, λ.χ., ο στόχος είναι ο έλεγχος του σωματικού βάρους, νικητής είναι το τζόγκινγκ. Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε προσφάτως στην επιθεώρηση «Medicine & Science in Sports & Exercise», επιστήμονες συνέκριναν στοιχεία από 15.237 λάτρεις της βάδισης και 32.215 λάτρεις του τζόγκινγκ, που συμμετέχουν σε μία μεγάλη έρευνα του Εθνικού Εργαστηρίου Λόρενς Μπέρκλεϊ, το οποίο υπάγεται στο αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας.
Οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε μετρήσεις βάρους και περιμέτρου μέσης τόσο κατά την έναρξη της έρευνας όσο και έξι χρόνια αργότερα, ενώ συμπλήρωσαν και ερωτηματολόγια διατροφής και φυσικής δραστηριότητας.
Οι δρομείς ήταν και στις δύο μετρήσεις πολύ πιο αδύνατοι και με πολύ καλύτερη περίμετρο μέσης απ’ ό,τι οι λάτρεις της βάδισης – με τις διαφορές να είναι ιδιαιτέρως εμφανείς στις ηλικίες άνω των 55 ετών, παρότι οι δρομείς δεν έτρεχαν ιδιαίτερα πολύ ούτε έκαιγαν πολύ περισσότερες θερμίδες απ’ ό,τι οι συνομήλικοί τους βαδιστές.
Επίδραση στην όρεξη
Το γιατί είναι το τζόγκινγκ καλύτερο βοήθημα για τον έλεγχο του βάρους απ’ ό,τι η βάδιση δεν είναι ξεκάθαρο. Αν και είναι σαφές ότι με το τρέξιμο καίει κάποιος περισσότερες θερμίδες ανά ώρα, στη μελέτη του Μπέρκλεϊ και σε άλλες διαπιστώθηκε πως ακόμα κι αν βαδιστές και δρομείς καίνε ανά εβδομάδα τις ίδιες θερμίδες, οι δρομείς ελέγχουν μακροπρόθεσμα καλύτερα το βάρος τους.
Μία μικρή μελέτη, που δημοσιεύθηκε πέρυσι στην «Επιθεώρηση Παχυσαρκίας» (JOO), υποδεικνύει ως πιθανή αιτία την επίδραση του τζόγκινγκ στην όρεξη. Στη μελέτη αυτή είχαν συμμετάσχει εννέα δρομείς και δέκα βαδιστές, οι οποίοι εξετάστηκαν δύο φορές σε εργαστήριο φυσιολογίας του Πανεπιστημίου του Ουαϊόμινγκ.
Τη μία φορά έτρεχαν ή περπατούσαν σε έναν κυλιόμενο διάδρομο επί μία ώρα και την επόμενη φορά ξεκουράζονταν επί μία ώρα. Και τις δύο φορές, τους επετράπη στη συνέχεια να φάνε όσο ήθελαν από έναν μπουφέ, ενώ υποβλήθηκαν σε αναλύσεις αίματος για να ελεγχθούν τα επίπεδα ορισμένων ορμονών που ρυθμίζουν την όρεξη.
Αποτέλεσμα: οι βαδιστές πεινούσαν περισσότερο, καταναλώνοντας και τις δύο φορές περίπου 50 θερμίδες περισσότερες απ’ όσες είχαν κάψει όταν γυμνάζονταν. Αντιθέτως, οι δρομείς έφαγαν και τις δύο φορές περίπου 200 θερμίδες λιγότερες απ’ όσες είχαν κάψει την μέρα που γυμνάσθηκαν.
Επιπλέον, οι δρομείς είχαν μετά την ωριαία προπόνηση υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης πεπτίδιο ΥΥ που καταστέλλει την όρεξη – κάτι που δεν παρατηρήθηκε στους βαδιστές.
Εξίσου σημαντικό ή καλύτερο
Σε άλλες παραμέτρους της υγείας, όμως, το περπάτημα αναδεικνύεται εξίσου σημαντικό με το τζόγκινγκ – και σε μερικές, πιο σημαντικό.
Μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε προ διμήνου έδειξε ότι δρομείς και βαδιστές διατρέχουν εξίσου μειωμένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καταρράκτη σε σύγκριση με όσους διάγουν καθιστική ζωή – ένα απρόσμενο, αλλά θαυμάσιο όφελος της άσκησης.
Μία άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε επίσης προ διμήνου στην επιθεώρηση «Αθηροσκλήρωση, Θρόμβωση & Αγγειακή Βιολογία» (ATVB), έδειξε ότι ναι μεν οι δρομείς διατρέχουν πολύ μικρότερο κίνδυνο από τους καθιστικούς τύπους να εκδηλώσουν υπέρταση, παθολογική χοληστερόλη, διαβήτη και καρδιοπάθεια, αλλά όχι και από τους βαδιστές.
Ενώ, λ.χ., οι δρομείς διέτρεχαν κατά 4,5% μικρότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας όταν έτρεχαν μία ώρα την ημέρα, οι βαδιστές που δαπανούσαν καθημερινά την ίδια ποσότητα θερμίδων μέσω της βάδισης, είχαν κατά 9% μικρότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας.
Βέβαια, λίγοι βαδιστές γυμνάζονται τόσο πολύ ώστε να καίνε τις ίδιες θερμίδες με τους δρομείς. Οσοι τα καταφέρνουν όμως φαίνεται πως ωφελούν σημαντικά την υγεία τους και η βάδιση είναι, αν μη τι άλλο, πολύ πιο εύκολη από το τρέξιμο, ιδίως για τους ανθρώπους που ουδέποτε έχουν γυμναστεί στη ζωή τους.
Real.gr
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!