Οι μυοσκελετικές παθήσεις αποτελούν στις μέρες μας αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Κάθε άνθρωπος θα βιώσει κάποιον μυοσκελετικό πόνο ή τραυματισμό κάποια στιγμή στη ζωή του.
Η μέχρι πρότινος στρατηγική και οι κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση των καταστάσεων αυτών ήταν η ακινησία, η φαρμακευτική αγωγή, τα χειρουργεία και σε λίγες περιπτώσεις η βραχυχρόνια φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση.
«Σε πολλές περιπτώσεις που αναζητείται η λύση για ένα πρόβλημα στους θεραπευτές υγείας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα και η καθημερινότητα του πάσχοντος», μας λέει ο Γιώργος Η. Γουδέβενος, φυσικοθεραπευτής, Dr manual medicine, επιστημονικός συνεργάτης Πανεπιστημίου Κρήτης.
«Οι κοινωνικές και οι ατομικές επιπτώσεις στα μυοσκελετικά νοσήματα συνήθως υποτιμούνται, ενώ είναι εντυπωσιακές. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι αυξημένες εργασιακές απαιτήσεις, το χρόνιο στρες και άλλοι παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα κάποιας μυοσκελετικής πάθησης και όχι μόνο. Ταυτόχρονα με την βελτίωση των φαρμακευτικών σκευασμάτων και την συνεχή αναζήτηση της συντομότερης λύσης στα μυοσκελετικά νοσήματα, παρατηρήθηκε κατάχρηση οπιοειδών.
Η μείωση των οπιοειδών στους ασθενείς είναι δύσκολη, όχι μόνο λόγω του ενδεχομένως εθιστικού χαρακτήρα αυτών των φαρμάκων, αλλά και λόγω της περιορισμένης πρόσβασης ή παρότρυνσης σε άλλες χαμηλού κινδύνου επιλογές θεραπείας (όπως φυσικοθεραπεία, βελονισμός, κ.ά.)».
Στην εποχή μας η πιο κοινή χρόνια πάθηση των αρθρώσεων είναι η οστεοαρθρίτιδα, που εμφανίζεται στο 10% του πληθυσμού. Παθήσεις όπως η αρθρίτιδα, η οστεοπόρωση και ο πόνος στην μέση ή στον αυχένα απασχολούν πάνω από το 50% των ενηλίκων και πάνω από το 75% των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω.
Πρόσφατες έρευνες του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας στις ΗΠΑ, δείχνουν ότι παθήσεις, όπως η λεγόμενη συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο θνησιμότητας. Όπως εξηγεί ο Dr Γουδέβενος, ο μηχανισμός αυτός, αν και δεν είναι απόλυτα κατανοητός, ίσως σχετίζεται με τους λειτουργικούς περιορισμούς και την αδράνεια λόγω της πάθησης.
Για να εξηγήσουν την τόσο μεγάλη άνοδο της επίπτωσης της οστεοαρθρίτιδας, οι περισσότεροι ειδικοί είπαν ότι αυτό οφείλεται στην αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης και παράλληλα στην αύξηση του σωματικού βάρους.
«Τα γονίδια, η παχυσαρκία και άλλοι παράγοντες, παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη της οστεοαρθρίτιδας. Δεδομένου ότι τα γονίδια δεν αλλάζουν τόσο γρήγορα σε ολόκληρο τον πληθυσμό, η αύξηση του επιπολασμού της οστεοαρθρίτιδας στις τελευταίες γενιές σχετίζεται με περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, η αύξηση του βάρους και η διατροφή», υπογραμμίζει ο φυσικοθεραπευτής.
Οι αλλαγές στην αντιμετώπιση
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Harvard εξέτασαν τους σκελετούς ανθρώπων της προϊστορικής εποχής (κυνηγούς και τροφοσυλλέκτες), καθώς και από την πρώιμη βιομηχανική εποχή, όπως και την μεταβιομηχανική εποχή. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι σκελετοί από την προϊστορική και από την πρώιμη βιομηχανική περίοδο εμφάνιζαν παρόμοια ποσοστά οστεοαρθρίτιδας 6% και 8% αντίστοιχα. Όμως οι σκελετοί της μεταβιομηχανικής εποχής εμφάνισαν 16% (διπλάσιο ποσοστό) οστεοαρθρίτιδα.
«Οι σημερινές στρατηγικές, αναθεωρημένες πλέον, έχουν στραφεί προς την αλλαγή νοοτροπίας στην αντιμετώπιση της οστεοαρθρίτιδας, καθώς και όλων των μυοσκελετικών παθήσεων, όπου, στα περισσότερα κέντρα ερευνητικών Πανεπιστημιακών μελετών ανά τον κόσμο, αναπτύσσουν νέες μεθοδολογίες, για την μείωση των χειρουργικών επεμβάσεων.
Έρευνες έδειξαν ότι, με μία μικρή μείωση του σωματικού βάρους, ελαττώθηκαν τα συμπτώματα της οστεοαρθρίτιδας και σε μερικές περιπτώσεις επετράπη στον ασθενή να αποφύγει το χειρουργείο.
Είναι πολύ σημαντικό να γίνει κατανοητό, ότι η υγεία κάθε ανθρώπου εξαρτάται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από τον τρόπο ζωής του. Πολλοί ασθενείς με μυοσκελετικές παθήσεις, πριν φτάσουν στο κρεβάτι του χειρουργείου, θα πρέπει να αναλογίζονται και να δίνουν στον εαυτό τους μία άκρως σημαντική παρότρυνση, να προσπαθήσουν με την βοήθεια ειδικών να διατηρήσουν ή και να βελτιώσουν την κατάσταση τους.
Η αποκατάσταση των χειρουργημένων ή μη ασθενών θα πρέπει να γίνεται με σύνεση, καρτερικότητα και στοργή από τους εξειδικευμένους θεραπευτές», υπογραμμίζει ο κ. Γουδέβενος.
Και προσθέτει ότι οι φυσικοθεραπευτικές παρεμβάσεις μπορούν να αποτρέψουν ή να βελτιώσουν ικανό αριθμό περιστατικών, που έχουν δρομολογηθεί για χειρουργική παρέμβαση.
«Οι φυσικοθεραπευτικές αυτές παρεμβάσεις μπορεί να είναι η κλασσική φυσικοθεραπεία, η φυσικοθεραπεία με την χρήση χειρισμών (ορθοπαιδική χειροπρακτική φυσικοθεραπεία), θεραπευτικές ασκήσεις τύπου Pilates και Yoga κ.ά.».
Όλα αυτά πρέπει να γίνονται συλλογικά από τους θεραπευτές υγείας, που κύριος στόχος τους είναι η αποκατάσταση και η απαλοιφή ή μείωση του πόνου του ασθενούς, με το μικρότερο οικονομικό και ψυχολογικό κόστος.
Εφόσον κάθε συντηρητική προσπάθεια αποκατάστασης αποτύχει, μόνο τότε οι ασθενείς θα πρέπει να οδηγούνται στη χειρουργική λύση, σύμφωνα με τις παραπάνω έρευνες.
Τέλος, στην τεχνολογική εποχή που διανύουμε, η διατήρηση του σωματικού βάρους στα φυσιολογικά επίπεδα και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας θα συμβάλουν θετικά, ως θεραπευτικά μέσα, στην πρόληψη και πολλές φορές στην αποκατάσταση πολλών μυοσκελετικών παθήσεων, ως αντίποδας στην παλαιά αντίληψη της θεραπευτικής ακινησίας.
Αντίληψη που οδηγούσε σε πτώση πολλών άλλων συστημάτων του οργανισμού, όπως του καρδιοαναπνευστικού, του γαστρεντερικού, καθώς και της ψυχικής υγείας και ισορροπίας.