Σύμφωνα με μελέτη, μπορεί να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα του επιθετικού τριπλά αρνητικού καρκίνου του μαστού μέσα σε μόλις 60 λεπτά.
Μια νεαρή ερευνήτρια στην Αυστραλία ανακάλυψε ότι οι μέλισσες πιθανώς κρατούν το «μυστικό» της θεραπευτικής αντιμετώπισης μιας από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου του μαστού. Σύμφωνα με την 25χρονη δρα Κιάρα Ντάφι από το Ινστιτούτο Ιατρικής Ερευνας Harry Perkins και το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας, το δηλητήριο της μέλισσας μπορεί να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα του τριπλά αρνητικού καρκίνου του μαστού σε μόλις 60 λεπτά.
Στο πλαίσιο εκπόνησης της διδακτορικής διατριβής της η ερευνήτρια μελέτησε την επίδραση του δηλητηρίου 312 μελισσών και βομβίνων από την Αυστραλία και την Ευρώπη σε διαφορετικές μορφές καρκίνου του μαστού, συμπεριλαμβανομένου του τριπλά αρνητικού καρκίνου του μαστού.
Ταχεία εξολόθρευση
Με βάση τα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Nature Precision Oncology», το δηλητήριο των μελισσών και ιδιαιτέρως ένα κύριο συστατικό του που ονομάζεται μελιτίνη, μπορούσαν να καταστρέψουν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα καρκινικά κύτταρα του τριπλά αρνητικού καρκίνου του μαστού καθώς και καρκινικά κύτταρα του μαστού που εξέφραζαν την πρωτεΐνη HER2.
«Ανακαλύψαμε ότι τόσο το δηλητήριο της μέλισσας όσο και συγκεκριμένα η μελιτίνη μείωναν σημαντικά, επιλεκτικά και ταχέως τη βιωσιμότητα των κυττάρων του τριπλά αρνητικού καρκίνου του μαστού καθώς και κυττάρων του μαστού που εξέφραζαν τη HER-2» ανέφερε η δρ Ντάφι και προσέθεσε ότι «το δηλητήριο της μέλισσας ήταν πάρα πολύ ισχυρό. Είδαμε ότι η μελιτίνη μπορεί να καταστρέψει πλήρως τις μεμβράνες των καρκινικών κυττάρων μέσα σε 60 λεπτά».
Ο τριπλά αρνητικός καρκίνος του μαστού αποτελεί μια επιθετική μορφή καρκίνου του μαστού η οποία συνήθως διαγιγνώσκεται όταν έχει πλέον εξαπλωθεί ενώ είναι πιο πιθανό να υποτροπιάσει μετά τη θεραπεία σε σύγκριση με άλλες μορφές της νόσου.
Διακοπή των μονοπατιών σήμανσης του καρκίνου
Οπως προέκυψε, μια συγκεκριμένη συγκέντρωση του δηλητηρίου της μέλισσας οδήγησε στον θάνατο το 100% των καρκινικών κυττάρων με μηδαμινή επίπτωση στα υγιή κύτταρα. Συγχρόνως η μελιτίνη μπορούσε μέσα σε μόλις 20 λεπτά να μειώσει σημαντικά τα χημικά σήματα των καρκινικών κυττάρων τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό τους. «Εξετάσαμε πώς το δηλήτριο της μέλισσας και η μελιτίνη επιδρούν στα μονοπάτια σήμανσης των καρκινικών κυττάρων και ανακαλύψαμε ότι πολύ σύντομα αυτά τα μονοπάτια διακόπτονταν» σημείωσε η δρ Ντάφι.
Στο πλαίσιο της μελέτης οι μέλισσες αναισθητοποιήθηκαν με διοξείδιο του άνθρακα και διατηρήθηκαν σε πάγο προτού οι ερευνητές αφαιρέσουν το κεντρί από την κοιλιά τους και στη συνέχεια εξαγάγουν το δηλητήριο το οποίο και ενέχυσαν στους όγκους.
Σημαντικός φυσικός «βοηθός» της χημειοθεραπείας
Η δρ Ντάφι και οι συνεργάτες της εξέτασαν επίσης σε ποντίκια την επίδραση της μελιτίνης σε συνδυασμό με υπάρχοντα χημειοθεραπευτικά φάρμακα και είδαν ότι η φυσική ουσία του δηλητηρίου της μέλισσας προκαλούσε οπές στις μεμβράνες των καρκινικών κυττάρων από τις οποίες η χημειοθεραπεία μπορούσε να βρει ευκολότερα την «είσοδο» ώστε να εισέλθει στα κύτταρα και να δράσει πιο αποτελεσματικά συρρικνώνοντας καλύτερα τους όγκους.
Ο καθηγητής Πίτερ Κλίνκεν του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας χαρακτήρισε τη μελέτη ως «άκρως συναρπαστική». «Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι αυτή η μελέτη δείχνει πώς η μελιτίνη παρεμβαίνει στα μονοπάτια σήμανσης μέσα στα καρκινικά κύτταρα του μαστού και μειώνει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων» ανέφερε ο καθηγητής και προσέθεσε ότι «τα ευρήματα αυτά παρέχουν άλλο ένα πολύ ωραίο παράδειγμα σχετικά με το πώς συστατικά της φύσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία ανθρώπινων νόσων».
Απαιτούνται περαιτέρω έρευνες
Τα ευρήματα είναι ενθαρρυντικά ωστόσο η δρ Ντάφι τόνισε πως ο δρόμος είναι μακρός προτού μια θεραπεία με βάση το δηλητήριο της μέλισσας φθάσει ως τους ασθενείς με καρκίνο. Οπως είπε, θα απαιτηθούν περαιτέρω μελέτες ώστε να προσδιοριστεί η καλύτερη μέθοδος χορήγησης της μελιτίνης στον ανθρώπινο οργανισμό καθώς και η πιθανή τοξικότητα αλλά και οι ανώτατες ανεκτές δόσεις χορήγησης για τον άνθρωπο.