Μια επιδημία εξαπλώνεται σιωπηλά κι αθόρυβα σήμερα στη χώρα μας, όπως και σε όλες τις χώρες της Δύσης, η επιδημία του σακχαρώδη διαβήτη. Στην Ελλάδα σήμερα εκτιμάται ότι περίπου 900.000 άτομα πάσχουν από διαβήτη. Άλλοι τόσοι πιθανολογείται ότι είναι αδιάγνωστοι διαβητικοί, ενώ σημαντικός είναι ο αριθμός των ατόμων που παρουσιάζουν προδιάθεση να εμφανίσουν διαβήτη στο άμεσο μέλλον. Κάθε χρόνο καταγράφονται περί τα 40.000 νέα περιστατικά σακχαρώδη διαβήτη στην Ελλάδα, εκ των οποίων τα 500 αφορούν παιδιά ηλικίας κάτω των 16 ετών. Η σωματική άσκηση και ο τρόπος διατροφής σε συνδυασμό με τον έλεγχο του σακχάρου αποτελούν τα πιο αποτελεσματικά «όπλα» για την πρόληψή του.
Τι είναι το σάκχαρο
Τα σάκχαρα ανήκουν στην ομάδα των υδατανθράκων και χρησιμοποιούνται ως γλυκαντικό αλλά και ως συντηρητικό. Υπάρχουν μονοσακχαρίτες όπως η φρουκτόζη ή η γλυκόζη και δισακχαρίτες όπως η επιτραπέζια ζάχαρη ή η λακτόζη. Ο σακχαρώδης διαβήτης όπως μαρτυρά και το όνομά του, συνδέεται με αυτήν ακριβώς την κατηγορία υδατανθράκων, τα σάκχαρα, και συγκεκριμένα με τον μονοσακχαρίτη της γλυκόζης. Η γλυκόζη είναι η κύρια πηγή καυσίμων του σώματος – παράγεται κατά την πέψη και χρησιμοποιείται από τα κύτταρα για να παράγουν ενέργεια στη διαδικασία του μεταβολισμού. Συνεπώς, και προφανώς, είναι σημαντικό να υπάρχει πάντα διαθέσιμη γλυκόζη. Για τον μεταβολισμό των τροφών, ο οργανισμός χρειάζεται επιπλέον ινσουλίνη, μια ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας. Ωστόσο, η γλυκόζη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο μόνο αν υπάρχει ινσουλίνη.
Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης
Είναι μία χρόνια πάθηση που επηρεάζει την ικανότητα του οργανισμού να χρησιμοποιεί σωστά την τροφή. Ένας φυσιολογικός οργανισμός ελέγχει την ποσότητα της γλυκόζης στο αίμα. Στην περίπτωση των διαβητικών ασθενών είτε ο οργανισμός δεν παράγει καθόλου ινσουλίνη (διαβήτης τύπου 1) είτε παράγει ελάχιστη (διαβήτης τύπου 2) και έτσι η γλυκόζη περισσεύει και παραμένει στο αίμα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία του οργανισμού.
Γιατί πρέπει να ελέγχεται το σάκχαρο
Όταν το σάκχαρο είναι αυξημένο, αυτό δεν σημαίνει ότι είστε… γλυκοαίματοι. Αντιθέτως σημαίνει ότι στο αίμα κυκλοφορεί υπερβολική ποσότητα γλυκόζης, κάτι που πρέπει να σας κινητοποιήσει αναφορικά με την υγεία σας. Το σταθερά «τσιμπημένο» σάκχαρο θεωρείται από τους επιστήμονες ως σαφής προειδοποίηση καρδιαγγειακής πάθησης. Συγκεκριμένα, η ύπαρξη αυξημένων τιμών σακχάρου στο αίμα σχετίζεται με δημιουργία βλαβών στα μικρά και στα μεγάλα αγγεία του σώματος που με τη σειρά τους μακροπρόθεσμα οδηγούν σε επιπλοκές λ.χ. καρδιακά επεισόδια, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, περιφερική αγγειοπάθεια, βλάβη των νεφρών, προσβολή των αγγείων στα μάτια που οδηγεί σε μείωση της όρασης ακόμα και σε τύφλωση, διαταραχές στη στύση κλπ.
Ποια τα προειδοποιητικά συμπτώματα
Δυστυχώς το αυξημένο σάκχαρο στα αρχικά στάδια δεν δίδει συμπτώματα. Συχνά, όταν γίνεται η διάγνωση της νόσου, ο ασθενής παρουσιάζει ήδη εγκατεστημένες επιπλοκές – μελέτες δείχνουν ότι το χρονικό διάστημα από την άνοδο του σακχάρου στο αίμα μέχρι την στιγμή της διάγνωσης της ασθένειας του διαβήτη, μπορεί να είναι έως και 6 χρόνια. Πρόκειται όμως για ένα γεγονός με δύο όψεις: αφενός η διάγνωση τυχόν διαβήτη καθίσταται πιο δύσκολη σε σύγκριση πχ με την υπέρταση όπου ο οργανισμός «αντιδρά» αμέσως, αφετέρου η διαδικασία του προληπτικού ελέγχου είναι μονόδρομος και μάλιστα ο μοναδικός, διαθέσιμος και ασφαλής δρόμος για τη διάγνωση.
Οι εξετάσεις του σακχάρου
Η πιο συνηθισμένη εξέταση είναι η μέτρηση του λεγόμενου πρωινού σακχάρου νηστείας. Προϋποθέτει ότι όποιος υποβάλλεται σε αυτήν την εξέταση είναι νηστικός τουλάχιστον 12 ώρες πριν από τη μέτρηση. Οι φυσιολογικές τιμές στο σάκχαρο νηστείας κυμαίνονται από 60 mg/dl μέχρι 110 mg/dl. Αυξημένη τιμή θεωρείται πάνω από 125 mg/dl, σύμφωνα με την Aμερικανική Διαβητολογική Eταιρεία ή πάνω από 140 mg/dl, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Oργανισμό Yγείας (ΠΟΥ).Στην περίπτωση αυτή συνιστάται και μια δεύτερη εξέταση, η δοκιμασία ανοχής γλυκόζης. Πρόκειται για μια εξέταση την οποία κάνουν και οι έγκυες κατά τον 7ο μήνα κύησης. Προϋποθέτει και αυτή η μέτρηση νηστεία 12 ωρών. Αυτό που ελέγχεται είναι πώς «συμπεριφέρεται» το σάκχαρο μετά από φόρτιση, δηλαδή μετά την κατανάλωση γλυκόζης. Έτσι η πρώτη αιμοληψία γίνεται με νηστεία, ακολουθεί η λήψη γλυκόζης και έπειτα από δύο ώρες γίνεται η δεύτερη αιμοληψία και νέα μέτρηση του σακχάρου. Σε αυτή τη δεύτερη μέτρηση, η τιμή του σακχάρου δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 140 mg/dl.
Αν το σάκχαρο είναι μεγαλύτερο από 140 mg/dl και μικρότερο από 200 mg/dl, τότε η πιθανή διάγνωση είναι διαταραχή της ανοχής της γλυκόζης, που θεωρείται προθάλαμος του διαβήτη. Αν η τιμή του σακχάρου στην εξέταση μετά από φόρτιση βρεθεί μεγαλύτερη από 200 mg/dl, τότε τίθεται η διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη.
Υπάρχει επίσης η μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης ( η ουσία αυτή αποτελεί δείκτη των μέσων επιπέδων του σακχάρου τους τελευταίους 2 με 2,5 μήνες. Η εύρεση τιμής πάνω από 6,5% θέτει την διάγνωση της νόσου).
Ποιοι πρέπει να ελέγχονται και με ποια συχνότητα
Η εξέταση σακχάρου πρέπει να γίνεται από όλους τους ενηλίκους, που δεν έχουν συμπτώματα ή σακχαρώδη διαβήτη, εφόσον είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και έχουν ένα τουλάχιστον χαρακτηριστικό από τα εξής: 1. Κάνουν καθιστική ζωή, 2. Έχουν οικογενειακό ιστορικό (1ου βαθμού συγγενής με διαβήτη), 3. Έχουν αυξημένα επίπεδα πίεσης (πάνω από 140/90 mmHg), 4. Έχουν μειωμένα επίπεδα HDL «καλής» χοληστερόλης (κάτω από 35 mg%)ή αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων (πάνω από 250 mg%), 5. Έχουν ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, 6. Γυναίκες που έχουν ιστορικό διαβήτη κυήσεως ή ιστορικό πολυκυστικών ωοθηκών ή ιστορικό γέννας παιδιού με βάρος γέννησης πάνω από 4,5 κιλά, 7. Έχουν ιστορικό προδιαβήτη σε προηγούμενη εξέταση.Η εξέταση σακχάρου είναι ετήσια για τους υπέρβαρους και παχύσαρκους ενήλικες που πληρούν και ένα από τα παραπάνω κριτήρια. Για όλους τους άλλους συνίσταται στο πλαίσιο του τακτικού προληπτικού ελέγχου.
Ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν τα παιδιά και οι έφηβοι, καθώς οι στατιστικές δείχνουν ότι στον συγκεκριμένο πληθυσμό έχει αυξηθεί η συχνότητα σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 που συνδέεται κυρίως με τον τρόπο ζωής (καθιστική ζωή και κατανάλωση fast food). Για τον λόγο αυτό παιδιά και έφηβοι δίχως συμπτώματα πρέπει να ελέγχονται για το σάκχαρο αίματος κάθε 3 χρόνια τουλάχιστον εφόσον πρόκειται για υπέρβαρα άτομα και παράλληλα έχουν οικογενειακό ιστορικό (1ου βαθμού συγγενής με διαβήτη) ή υπάρχει ιστορικό διαβήτη κύησης της μητέρας. Η έναρξη του ελέγχου καλό είναι να γίνεται σε ηλικία 10 ετών ή στην ηλικία έναρξης της εφηβείας, και να επαναλαμβάνεται κάθε 3 χρόνια.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!