Ίσως το πιο δύσκολο πράγμα στη σύγχρονη μουσική είναι να επιβεβαιώνεις το hype που χτίζεται γύρω από το όνομά σου, ειδικά όταν η δουλειά σου αποθεώνεται από την κριτική. Στην περίπτωση του 38χρονου Adam Granduciel των War on Drugs – που στην ουσία είναι το προσωπικό του πρότζεκτ– σημαίνει πολλά αυτήν τη στιγμή που κυκλοφορεί το νέο του άλμπουμ με τίτλο «A deeper understanding». Στη θέση του θα ήθελαν σίγουρα να βρίσκονται οι Arcade Fire που επίσης κυκλοφόρησαν πριν από λίγο καιρό νέο δίσκο, αλλά δεν εντυπωσίασε κανέναν και έφερε για πρώτη φορά πολύ κακές κριτικές στους πάλαι ποτέ μεσσίες του «Pitchfork».
Για τους War on Drugs και το «A deeper understanding» όμως η Amanda Petrusish έγραψε έναν ύμνο στο «New Yorker». «Μπορεί κι άλλες σύγχρονες μπάντες να κάνουν φιλόδοξη και απαιτητική μουσική, ελάχιστες όμως το καταφέρνουν με τόση επιμέλεια. Και οι War on Drugs, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι μόνο η καλύτερη αμερικανική μπάντα αυτής της δεκαετίας αλλά και αυτή που ζωντανεύει το ροκ». Θεωρεί δηλαδή τη μουσική τους τόσο πρωτοποριακή, που ανοίγει δρόμους σε ένα κουρασμένο και σχεδόν πεθαμένο είδος. Πηγή: www.lifo.gr
Η αλήθεια είναι ότι το ροκ ψυχορραγεί τελευταία. Ακούς όλο και λιγότερες ενδιαφέρουσες δουλειές και το είδος παραμένει στάσιμο, χωρίς φρέσκες ιδέες, ενώ κατακλύζεται από αναβιώσεις, επανενώσεις και νοσταλγία που προκαλεί βαρεμάρα. Αρχίζεις να απαντάς καταφατικά από μέσα σου σε αυτό που αναρωτιέται ο Simon Reynolds σχετικά με το αν ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το μέλλον της μουσικής είναι το παρελθόν. Ο Granduciel δεν ξεφεύγει από αυτή την παγίδα του παρελθόντος που μαστίζει τη σύγχρονη ανεξάρτητη τραγουδοποιία. Το ροκ του είναι γεμάτο αναφορές στο soft rock, στο κλασικό ροκ της δεκαετίας του ’80 και στο krautrock. Την πρώτη φορά που ακούς το «Under the pressure» από το εξαιρετικό «Lost in the dream» του 2014 δεν γίνεται να μη σκεφτείς τον Bruce Springsteen.
Αντί όμως αυτό το γεγονός να σε αποτρέπει από το να ακούσεις ολόκληρο τον δίσκο, συμβαίνει το αντίθετο. Πρωτοπόρος δεν σημαίνει ακριβώς ότι πρέπει να κάνεις κάτι που δεν έχει ξανακουστεί, ούτε ότι πρέπει να κάνεις κάτι πρωτότυπο. Δεν χρειάζεται καν να απορρίπτεις συλλήβδην το παρελθόν, αφού τίποτα δεν ξεπήδησε από το πουθενά. Τo περίεργο με το συγκεκριμένο άλμπουμ είναι ότι φάνηκε περισσότερο στις ανασκοπήσεις εκείνης της χρόνιας, κατακτώντας αρκετά ψηλές θέσεις στις δεκάδες. Όταν κυκλοφόρησε το «Lost in the dream», δεν συζητήθηκε τόσο, ακούστηκε περισσότερο. Η αναγνώριση ήρθε εντελώς αθόρυβα. Τα τραγούδια του Graduciel, παρά τη μεγάλη τους διάρκεια, ακούγονται σαν να έχουν γραφτεί για το ραδιόφωνο ή για ταξίδι με αμάξι. Είναι αρκετά μελωδικά. Έχουν μια πραότητα και ομορφιά που δεν συναντάς συχνά. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η αισθητική του δημιουργού τους στην παραγωγή και ο αψεγάδιαστος τρόπος που η μελωδία χτίζεται στα κομμάτια. Αργότερα μαθαίνεις ότι έχουν γραφτεί κάτω από μίζερες συνθήκες, γεμάτες απαισιοδοξία και κατάθλιψη. Μέσα στο άλμπουμ, όμως, δεν συναντάς πουθενά αρνητισμό, μόνο μια υπόγεια θλίψη. PlayPlay Seek00:00 Current time05:36 Toggle Mute Volume Toggle Fullscreen
Ο Adam Granduciel γεννήθηκε το 1979 στο Ντόβερ της Μασαχουσέτης. Δεν προέρχεται από μουσική οικογένεια, ούτε από μουσικόφιλο περιβάλλον. Αντιθέτως, όπως είπε σε μια συνέντευξή του στην «Guardian», ήταν ο μόνος στην οικογένεια που ήθελε να αγοράσει κιθάρα και να μάθει να παίζει. Οι γονείς του και ο αδερφός τους μπορεί να τον στήριζαν, αλλά δεν καταλάβαιναν την ενασχόλησή του με τη μουσική. Αισθανόταν πάντοτε αουτσάιντερ. Έφτιαχνε μέχρι και καφέδες για να καταφέρει να πετύχει ως μουσικός.
Ο πατέρας του ήθελε να πάει να δουλέψει για έναν φίλο του που πουλούσε χαλιά. Μεγάλωσε ακούγοντας κλασικό ροκ στο ραδιόφωνο, ενώ έπαθε σοκ όταν είδε για πρώτη φορά τους Spacemen 3 ζωντανά και τότε συνειδητοποίησε ότι αυτό ήθελε να κάνει στη ζωή του. Το 2003 αποφάσισε να μετακομίσει στη Φιλαδέλφεια. Δεν θα μπορούσε να βρει ιδανικότερο μέρος για να πραγματοποιήσει το όνειρό του εκείνη την εποχή. Η μουσική σκηνή της πόλης ανθούσε.
Βρήκε φίλους όπως ο Kurt Vile, με τον οποίο μοιραζόντουσαν την ίδια φιλοσοφία και τις ίδιες ιδέες γύρω από το ροκ, και έφτιαξαν μαζί τους War on Drugs το 2005. Ο Vile αποχώρησε από το συγκρότημα μετά τον πρώτο δίσκο, το «Wagonwheel Blues», που κυκλοφόρησε το 2008. Ήθελε να επικεντρωθεί στους Violators.
Με τον δεύτερο δίσκο τους, το «Slave Ambient» του 2011, άρχισαν να παίρνουν τις πρώτες διθυραμβικές κριτικές και επιτέλους έκαναν το άνοιγμα σε ένα μεγαλύτερο ακροατήριο. Μια επιτυχία όμως δεν φέρνει την άνοιξη και μετά από μια εξαντλητική περιοδεία που κράτησε σχεδόν δύο χρόνια, ο Granduciel γύρισε πίσω σε μια πραγματικότητα που δεν ήθελε να αντιμετωπίσει. Η κοπέλα του τον παράτησε και ο ίδιος βίωσε την αποξένωση σε μια πόλη που δεν φαινόταν πλέον να τον αγκαλιάζει. Για δύο χρόνια πάλευε με την κατάθλιψη και την παράνοια. Από ένα σκοτεινό δωμάτιο όμως βγήκε το «Lost in the dream».