Με αφορμή την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, το Μουσείο Μπουζιάνη του Δήμου Υμηττού-Δάφνης, επέλεξε να τιμήσει τον εμβληματικό καλλιτέχνη του θεάτρου σκιών Ευγένιο Σπαθάρη, παρουσιάζοντας αυτή τη φορά όχι τις μαγικές φιγούρες Καραγκιόζη που σχεδίαζε και κατασκεύαζε, αλλά τη ζωγραφική του.
Σε μια έκθεση αφιέρωμα στους ήρωες του 1821 που ξεφεύγει από τις συνήθεις προσεγγίσεις του θέματος, ο επιμελητής εκθέσεων του Μουσείου, Φοίβος Κυπραίος, εξασφάλισε έργα ναΐφ ζωγραφικής του Σπαθάρη, τα οποία ανήκουν σε ιδιωτική συλλογή και μέχρι σήμερα δεν είχαν παρουσιαστεί στο κοινό.
Στήνοντας μια έκθεση με τρεις ξεχωριστές θεματικές ενότητες, το Μουσείο Μπουζιάνη επέλεξε, εκτός από τα πρόσωπα που έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως κατ’ εξοχήν προσωπικότητες που έδρασαν ή εξέφρασαν των αγώνα ανεξαρτησίας των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, να παρουσιάσει και τους πίνακες του Σπαθάρη που έχουν ως θέμα τα λαϊκά επαγγέλματα που χάθηκαν από το ελληνικό αστικό και αγροτικό περιβάλλον όπως ο πεταλωτής και ο γανωματής, καθώς επίσης και μυθολογικές ή ιστορικές μορφές της αρχαιότητας.
Στα 21 έργα που θα έχουμε την ευκαιρία να δουμε κυριαρχούν συμβολικές παραστάσεις, τοπία, σκηνές από την καθημερινή ζωή και προσωπογραφίες ενώ είναι σαφές πως ο Σπαθάρης παρατηρεί και αντιγράφει άμεσα τη φύση.
Στους πίνακες του ο Σπαθάρης επιλέγει, με πηγαία εκφραστικότητα, να αποδώσει τα στοιχεία που συγκινούν τον ίδιο, χωρίς να αναζητά την τέλεια, λόγια απεικόνιση. Με αυτό τον τρόπο παραμένει πιο κοντά στην βυζαντινή εικονογραφία παρά στη δυτικότροπη ζωγραφική. Οι κανόνες της προοπτικής – όπως αυτοί καθορίστηκαν από τους δασκάλους της Ιταλικής Αναγέννησης – δεν τηρούνται στα έργα του και οι ανθρώπινες μορφές φαντάζουν δυσανάλογες. Η επιλογή αυτή εκφράζεται πλήρως μέσα από την αφέλεια, τον πρωτογονισμό και την παιδικότητα της ναΐφ τέχνης που στην Ελλάδα ονομάζουμε ελληνική λαϊκή τέχνη, ένα είδος οικείο και πολύ αγαπητό καθώς είναι προσιτό ακόμα και στους μη μυημένους της ζωγραφικής.
Με τον όρο ναΐφ ζωγραφική αναφερόμαστε στους αυτοδίδακτους ζωγράφους, εκ των οποίων ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος σε παγκόμσιο επίπεδο είναι ο Ανρί Ρουσσώ (1844-1910) και στην Ελλάδα ο Θεόφιλος (1870 – 24 Μαρτίου 1934), τα έργα του οποίου επίσης αντλούσαν την θεματολογία τους από το 1821, τα λαϊκά επαγγέλματα, την ελληνική μυθολογία και τα δημοτικά και λυρικά έπη όπως η Αρετούσα. «Η περίπτωση του Ευγένιου Σπαθάρη είναι εν μέρει διαφορετική, καθώς αρχικά εκφράστηκε με το Θέατρο Σκιών, τον Καραγκιόζη στην καθομιλουμένη, είδος θεατρικού θεάματος που παίζεται με ζωγραφισμένες φιγούρες πάνω σε λευκό σεντόνι» μας λέει ο Φοίβος Κυπραίος. «Η αφήγηση του στον καμβά περιέχει συνήθως ένα ανεπαίσθητο ηθικό δίδαγμα για τον θεατή, και σε αυτό, είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους λαϊκούς: o Σπαθάρης είναι πρώτα παραμυθάς κι αφηγητής, και μετά ζωγράφος, γονιμοποιώντας έτσι τις σχέσεις μας με τις ρίζες και αναβιώνοντας τους θρύλους μας».
Πράγματι τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση του μουσείου Μπουζιάνη εικονογραφούν την λαϊκή παράδοση, την ιστορία και την μυθολογία ενώ οι μορφές των επαγγελματιών όπως ο αγωγιάτης, ο βαρελάς, ο ξυλοκερατάς, ο ντελάλης και άλλοι, επιτρέπουν στους νεότερους να γνωρίσουν ολόκληρους κόσμους που έχουν πια χαθεί καθώς άλλαξε άρδην η πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας κατά τον τελευταίο αιώνα.
Ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός είχε εκφράσει καίρια την συνεισφορά του Σπαθάρη στην ελληνική ζωγραφική: «Η τέχνη του Σπαθάρη είναι στη βάση της λαϊκής ψυχής και ζωής και μακάριος όποιος την αντικρίζει με τη σοβαρότητα που της οφείλεται. Μέσα της δεν κατασταλάζει μόνο η λαγαρή θυμοσοφία του λαού μας μπρος στα ανάποδα τον κόσμου, αλλά σκεπάζεται και η πηγαία δύναμη πόχει μέσα του και με την οποία υπερνικά αυτά τα ανάποδα με ψυχισμό ασύγκριτο, ανεβαίνοντας απ’τα σκαλιά της θείας του εξυπνάδας ως με τις κορφές τον ηρωισμού».
Στα 21 έργα που θα έχουμε την ευκαιρία να δουμε κυριαρχούν συμβολικές παραστάσεις, τοπία, σκηνές από την καθημερινή ζωή και προσωπογραφίες ενώ είναι σαφές πως ο Σπαθάρης παρατηρεί και αντιγράφει άμεσα τη φύση. Συζητώντας σχετικά με τον επιμελητή της έκθεσης, μας εξηγεί ότι «τα έργα του Σπαθάρη είναι καθαρά λαϊκή ζωγραφική, χωρίς όμως τα έντονα περιγράμματα ή τα ευφυή χρώματα και μοτίβα του Θεόφιλου… η ζωγραφική του δεν έχει την κλασσική προοπτική, δεν έχει βάθος ούτε διαβάθμιση χρωματική… Το βάθος επιτυγχάνεται μόνο με το να ζωγραφίζει τα αντικείμενα μικρότερα, σαν τη βυζαντινή τέχνη».
Σκιαγραφώντας την Κλεοπάτρα με την μαύρη σκλάβα της, τον πλανόδιο φωτογράφο και την διάσωση της Ελληνοπούλας από τον Νικηταρά, ο Σπαθάρης δημιουργεί ένα σύμπαν όπου μπλέκονται η ιστορία και η παράδοση, τα δημοτικά τραγούδια, τα ήθη και τα έθιμα μιας παλαιότερης εποχής που σήμερα στο μυαλό των περισσότερων εκφράζει απόλυτα την ελληνικότητα και αναδεικνύεται σε κορυφαίο Έλληνα παραμυθά.
Στο σημείο αυτό και σε συνδυασμό με το αφιέρωμά μας για τα παιδιά στο τρέχον τεύχος της LiFO, αξίζει να σημειωθεί για όσους ενδιαφέρονται ότι στο πλαίσιο της έκθεσης προβλέπονται και ξεναγήσεις για τα σχολεία (έπειτα από συνεννόηση με το μουσείο). Παράλληλα στον χώρο του Αμφιθεάτρου του Μουσείου θα προβάλλονται ντοκιμαντέρ για τον Ευγένιο Σπαθάρη, σε συνεργασία με την ΕΡΤ και το Ίδρυμα Σπαθάρη. Η έκθεση θα διαρκέσει ως τις 6 Μαΐου 2018.