Όταν αναλογίζεται κανείς το μεγαλείο της Ελληνικής ψυχής, αισθάνεται, —και πρέπει να αισθάνεται— εθνική υπερηφάνεια. Νοιώθει τότε τον εαυτό του παράξενα μεταμορφωμένο. Νομίζει ότι ζωογονείται από μια θεϊκή, μυστική πνοή…
Όταν όμως πρόκειται αυτό το υπέροχο Ελληνικό μεγαλείο να εκφράσει και να εξυμνήσει, αισθάνεται μαζί και ένα απερίγραπτο δέος. Γιατί γνωρίζει ότι κανείς λόγος δεν είναι ικανός να εκφράσει την πραγματικότητα.
Και στη σημερινή μάλιστα περίσταση το πράγμα είναι ακόμα πιο δύσκολο, γιατί το Βορειοηπειρωτικό, το Ελληνικό Έπος του 1940, που πανηγυρίζουμε σήμερα, δεν είναι απλώς ένα Ελληνικό μεγαλείο, αλλά ένα υπέροχο, ένα εκπληκτικό Ελληνικό θαύμα. Είναι ένα από τα θαύματα εκείνα, που μόνο η Ελληνική ψυχή σε δύσκολες για την ανθρωπότητα στιγμές γνωρίζει να πραγματοποιεί. Άλλωστε αυτή είναι και η μοίρα της φυλής μας: Να αγωνίζεται, να θυσιάζεται, αλλά και να θαυματουργεί. Όταν τα ιδανικά λαών και ατόμων καταπατούνται και κινδυνεύουν, η πατρίδα μας με τους αγώνες της τα ανορθώνει και τα καθαγιάζει. Και δεν στηρίζεται στην υλική δύναμη και στη βία, αλλά στο Δίκαιο και στη δύναμη της ψυχής.
Με αυτά τα όπλα αγωνίστηκε και πάλι, όταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τυλίξει με τις φλόγες του τη γη.
Αλλά ας αφήσουμε τη σκέψη μας να μας οδηγήσει στην ατμόσφαιρα της 28ης Οκτωβρίου 1940…
Σε τραγικά κρίσιμη περίσταση είχαν οδηγήσει την ανθρωπότητα οι δικτάτορες της Ιταλίας και της Γερμανίας, ο Μπενίτο Μουσολίνι και ο Αδόλφος Χίτλερ. Είχαν συγκροτήσει ένα καταπληκτικό σε αριθμό και τρομερό σε πολεμικά μέσα στρατό και με τα εγωιστικά τους ιδεώδη και συνθήματα είχαν τρομοκρατήσει τους Ευρωπαϊκούς λαούς. Η πανίσχυρη Γαλλία —παρά την περίφημη αμυντική της γραμμή «Μαζινό»— είχε καταρρεύσει μέσα σε λίγες ημέρες μπροστά στη δύναμη του Γερμανικού στρατού. Η Ευρώπη ολόκληρη είχε γονατίσει… και μόνο η Αγγλία διατηρούσε την ψυχραιμία της.
Μέσα σ’ αυτήν λοιπόν την εφιαλτική ατμόσφαιρα ενθουσιασμένος ο Μουσολίνι από την κατάκτηση της Αβησσυνίας και τις επιτυχίες του Χίτλερ έστρεψε το βλέμμα του και στη χώρα μας. Είναι γνωστή η ύπουλη συμπεριφορά του, προτού μας κηρύξει επίσημα τον πόλεμο. Και μόνον ο τορπιλισμός της «Έλλης» εν καιρώ ειρήνης —την 15η Αυγούστου ανήμερα της Παναγίας στο λιμάνι της Τήνου— είναι αρκετός για να διαιωνίζει και να στιγματί ζει τη δολιότητα και την ασέβεια της Φασιστικής Ιταλικής Αυτοκρατορίας.
Όμως. με το ανόσιο τούτο έγκλημα ο Ιταλός δικτάτορας όχι μόνο δεν ετρομο-κράτησε, αλλά αντίθετα περισσότερο εξόργισε και ένωσε το λαό μας.
Έτσι, όταν τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μας εζήτησε «γην και ύδωρ» έλαβε από τον τότε πρωθυπουργό μας Ιωάννη Μεταξά απάντηση άξια της ιστορίας μας, το ΟΧΙ εκείνο, που εξέφραζε τη θέληση και τη σταθερή απόφαση ολόκληρου του Ελληνικού Έθνους. Το υπερήφανο αυτό ΟΧΙ βγήκε μέσα από τα σπλάγχνα του Ελληνισμού. Σαν φωτεινό μετέωρο υψώθηκε στον ουρανό, διέλυσε τα μαύρα και πυκνά σύννεφα της απαισιοδοξίας και χάρισε το πρώτο χαμόγελο της Νίκης στους Συμμάχους μας.
Ποιος άνθρωπος μπορεί να περιγράψει τι έγινε εκείνη τη στιγμή στην Ελλάδα; Τι ήταν εκείνο που από τη μια στιγμή στην άλλη μεταμόρφωσε τους Έλληνες; Ήταν ο Ελληνικός ενθουσιασμός, που ξεχύλισε σαν ένας αφρισμένος, ασυγκράτητος χείμαρρος, σαν ένας χείμαρρος γεμάτος εθνικούς πόθους, αναμνήσεις και όνειρα. Η αδικία και η υπεροψία του εχθρού ξύπνησαν μέσα σε κάθε ελληνική ψυχή, τη φωνή της Φυλής μας, τη φωνή των αιώνων της ιστορίας μας.
«Ίτε παίδες Ελλήνων ελευθερούτε Πατρίδα…» (Αισχύλου: Πέρσαι, στίχ. 402).
«Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης» (Ομήρου: Ιλιάδα, Μ 243).
Με αυτή την ηθική πανοπλία όρμησε ο Στρατός μας στα σύνορα και πολέμησε τον επιδρομέα. Δεν είχε ο Ελληνικός Στρατός την αριθμητική υπεροχή, δεν είχε τα τελειοποιημένα όπλα, δεν είχε τα άφθονα πολεμοφόδια του εχθρού.
Είχε όμως την ευλογημένη ομόνοια, την πίστη στα ιδανικά του Έθνους μας, την πίστη στη βοήθεια του θεού. Για τούτο και θριάμβευσε.
Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι και οι Ιταλοί πολέμησαν με πείσμα και μάλιστα, όταν ο ίδιος ο Μουσολίνι ήρθε —την άνοιξη του 1941— στο μέτωπο, για να εμψυχώσει το στρατό του, που υποχωρούσε.
Όσο όμως σκληρά κι αν επολέμησαν κάτω από το βλέμμα του αρχηγού τους οι Ιταλοί και πάλι δεν κατόρθωσαν να λυγίσουν την αλύγιστη ελληνική αντίσταση και πάλι δεν κατόρθωσαν να δαμάσουν την αδάμαστη ελληνική ψυχή.
Έτσι, ο Ιταλός δικτάτορας όχι μόνο δεν έσπασε τα πλευρά της Ελλάδας (NOI SPEZZEREMO LE RENI ALLA GRECIA= εμείς θα σπάσουμε τα πλευρά της Ελλάδας), όπως είχε διακηρύξει, αλλά αντίθετα έσπασε τα δικά του μηχανοκίνητα συντάγματα πάνω στο αδιαπέραστο τείχος, που σχημάτισε με τα ηρωικά του στήθη ο ένδοξος και τιμημένος Ελληνικός Στρατός.
Έτσι αγωνίστηκε ο Στρατός μας το 1940-41. Και μέσα σε Πανελλήνιο ενθουσιασμό και Παγκόσμιο θαυμασμό ελευθέρωσε άλλη μια φορά τα χωριά και τις πόλεις της Ελληνικής από τα βάθη των αιώνων Βορείου Ηπείρου και ασφαλώς θα πετούσε στην Αδριατική τους Ιταλούς, αν δεν ερχόταν σε βοήθεια τους και η Γερμανία.
Κ αι πάλι όμως ο λαός μας με ένα νέο ΟΧΙ ανάλαβε αδίστακτα και νέο αγώνα, ενώ η Γιουγκοσλαβία αδυνατούσε να συγκρατήσει τον Γερμανικό στρατό και η Βουλγαρία τον βοηθούσε.
Και τότε μέσα στα οχυρά του Ρούπελ της Μακεδονίας μας σε μια σύντομη, αλλά δραματική πάλη, σώμα με σώμα, έγραψε ο δοξασμένος Στρατός μας με την ξιφολόγχη και το αίμα του τον επίλογο και έψαλε με την αυτοθυσία του το «κύκνειον άσμα» αυτής της Εποποιίας, την οποίαν εθαύμασαν και οι εχθροί μας ακόμα. Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ έγραψε στα απομνημονεύματα του: «Χάριν της ιστορικής δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένος να διαπιστώσω ότι από τους αντιπάλους μας ο Ελληνικός Στρατός επολέμησε με παράτολμο θάρρος και υψίστη περιφρόνηση προς τον θάνατο».
Και ο Άγγλος Πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ έγραψε: «Ο τρόπος με τον οποίον ο Ελληνικός Λαός αντιμετώπισε τους κινδύνους και τας προκλήσεις των τελευταίων μηνών κατέκτησε τον θαυμασμόν του Βρεττανικού Λαού δια την Ελλάδα. Αι αρεταί αυταί θα ενισχύσουν τον Ελληνικόν Ααόν και κατά την παρούσαν στιγμήν της δοκιμασίας. Θα σας παράσχωμεν την δυνατήν βοήθειαν μαχόμενοι εναντίον κοινού εχθρού και θα μοιρασθώμεν την νίκην. Εις το εξής δεν θα λέγεται ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Ας ακούσουμε όμως και τα διθυραμβικά εγκώμια του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Μόσχας: «Έλληνες, επολεμήσατε άοπλοι εναντίον πάνοπλων και ενικήσατε! Μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε! Δεν είναι δυνατόν να γίνει άλλως, διότι είσθε Έλληνες. Ως Ρώσσοι και ως άνθρωποι σας είμεθα ευγνώμονες, διότι χάριν εις τας θυσίας σας εκερδίσαμεν τον απαιτούμενον καιρόν, δια να παρασκευάσωμεν την άμυνάν μας. Έλληνες, είμεθα ευγνώμονες προς εσάς».
Αλλά και στη μακρινή Ιαπωνία τον Δεκέμβριο του 1940 γράφουν οι εφημερίδες: «Η χώρα μας, εις την οποίαν τιμάται η ανδρεία, παρακολουθεί με θαυμασμόν τον αγώνα των Ελλήνων εις την Βόρειον Ήπειρον, ο οποίος μας συγκινεί τόσον, ώστε παραμερίζοντες προς στιγμήν παν άλλο αίσθημα αναφωνούμεν: ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣ»!!
Με παρόμοια αισθήματα θαυμασμού γράφει και ο Αρχιστράτηγος της Μέσης Ανατολής Στρατάρχης Ουέιβελ: «Προθύμως αναγνωρίζομεν ότι οι Έλληνες Σύμμαχοί μας είναι οι πρώτοι, οι οποίοι με τας υπέροχους νίκας των εις την Βόρειον Ήπειρον ήνοιξαν τον δρόμον για την τελική Νίκη και κατέφεραν αποφασιστικά πλήγματα κατά της φασιστικής Ιταλίας. Αι επιτυχίαι αυταί δεν είχον μόνον τοπικήν σημασίαν, αλλά επηρέασαν την όλην εξέλιξιν του πολέμου».
Θα κλείσουμε την μικρή αυτή σειρά από τα ποικίλα και πολλά εγκώμια των ξένων για το Ελληνικό Βορειοηπειρωτικό Έπος του 1940 με τα εξής συγκινητικά, τα πραγματικά εμπνευσμένα λόγια του δημοσιογράφου Κόμπτον Μάκενζυ: «Εις μιαν κορυφή της Πίνδου ας υψωθεί τεράστιος Ναός Δωρικού ρυθμού, η στέγη του οποίου θα καλύψει τα οστά του Έλληνος Αγνώστου Στρατιώτου, που άφησε την τελευταίαν του πνοήν εις τα χιόνια της Βορείου Ηπείρου, μαχόμενος δια την ελευθερίαν και την ακεραιότητα της πατρίδος του. Η αύρα των γύρω του Ναού ορέων ας συγκεντρώνει πάντοτε εις μίαν ατέλειωτον παρέλασιν ολόκληρον την χορείαν των απανταχού ηρώων Άγγλων, Αμερικανών, Ρώσσων, ελευθέρων Γάλλων, Ολλανδών, Βέλγων, Νορβηγών και εις την κεφαλήν της παρατάξεως ας τεθεί ένας Έλληνας πολεμιστής, το γνησιώτερον τέκνον της Ελευθερίας, του οποίου η κραυγή “ΑΕΡΑ” θα αντηχεί πάντοτε υπεράνω των θαλασσών και των ορέων!»
Με αυτό το υψηλό φρόνημα συνέχισε ο Λαός μας την αντίσταση και κατά τη διάρκεια της κατοχής. Και ούτε μια στιγμή δεν έπαψε να αισθάνεται νικητής. Και ήταν πραγματικά ο πρώτος και ο ηρωικότερος νικητής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και όμως, παρά την ανεκτίμητη συμβολή μας στην τελική Νίκη, παρά τα διθυραμβικά εγκώμια και τις άφθονες υποσχέσεις των Συμμάχων μας, υπόδουλη εξακολουθεί να είναι η μαρτυρική Βόρειος Ήπειρος και μάλιστα με δουλεία χειρότερη από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Γιατί και τότε, που δεν υπήρχε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και οι ποικίλοι Διεθνείς Οργανισμοί, που «κόπτονται» για τα… δικαιώματα του Ανθρώπου!!!, ήσαν ανοικτά τα Ελληνικά Σχολεία στη Βόρειο Ήπειρο και ανοικτές οι Χριστιανικές μας εκκλησίες. Στην Κύπρο ίσα δικαιώματα έδωσαν στην Τουρκία, η οποία, ενώ η Ελλάδα έχυνε άφθονο το αίμα της, εκείνη καιροφυλακτούσε, για να συμμαχήσει με το νικητή.
Άδικα λοιπόν πολέμησαν οι πατέρες μας το 1940-1941; Αδικα χύθηκε τόσο Ελληνικό αίμα;
ΟΧΙ! Δεν πρέπει ποτέ να καταλήξουμε σ’ αυτό το συμπέρασμα, που με πικρό ερώτημα ανεβαίνει στα χείλη μας.
Αν η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων με τόση αχαριστία μας αδίκησε και εξακολουθεί να μας αδικεί, τούτο δεν είναι λόγος να μετανοήσουμε για το ΟΧΙ του 1940. Εμείς ως Έλληνες πράξαμε το καθήκον μας. Δεν επροδώσαμε πρώτα τον εαυτό μας, την Ιστορία μας και έπειτα τους Συμμάχους μας.
Με το ΟΧΙ του 1940 διατηρήσαμε αμόλυντη και ακηλίδωτη την εθνική μας τιμή. Αυτή η συναίσθηση μας δίνει την ηθική ικανοποίηση, αλλά και την ελπίδα ότι κάποτε —έστω και τόσον αργά— θα αποδοθεί η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ.
Αυτή τη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ περιμένουμε όλοι οι Έλληνες και με ιδιαίτερα πικραμένη ψυχή οι χιλιάδες των αναπήρων μας. Αυτή τη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ απαιτούν οι ψυχές των Μεγάλων Νεκρών μας, οι οποίοι με τη θυσία τους επισημοποίησαν και σφράγισαν άλλη μια φορά τα αιώνια, τα απαράγραπτα δικαιώματα της Ελλάδας στην Βόρειο Ήπειρο.
Και αυτή την επίσημη σφραγίδα, σφραγίδα τριάντα αιώνων ελληνικής δοξασμένης ιστορίας, καμιά δύναμη στον κόσμο δεν θα μπορέσει ποτέ να εξαλείψει.
Όσοι αιώνες κι αν περάσουν, όσες βροχές κι αν πέσουν, όσα χιόνια κι αν λειώσουν πάνω στα μαρτυρικά χώματα της Βορείου Ηπείρου ποτέ δε θα σβήσουν αυτή τη σφραγίδα, γιατί είναι γραμμένη ανεξίτηλα με ηρωικό αίμα, με τίμιο Ελληνικό αίμα!