Η ολοκλήρωση του διδακτικού έτους είναι η στιγμή που όλοι, εντός ή πέριξ του Σχολείου, κάνουν τον απολογισμό τους και προσδοκούν την αναγνώριση και επιβράβευση του έργου τους: Οι δάσκαλοι για τους κόπους μιας ολόκληρης χρονιάς. Οι γονείς για το δικό τους αγώνα, που σκοπό είχε το να στηρίξουν τα παιδιά τους με κάθε τρόπο. Οι μαθητές, για τις προσπάθειες που κατέβαλαν, ώστε να μπορέσουν να αποδείξουν στον εαυτό τους και στους άλλους, ότι είναι άξιοι «πρεσβευτές» της γνώσης που σχετίζεται με τον άνθρωπο, την κοινωνία, τη φύση και τα πλάσματά της. Άλλωστε, η κατάκτηση και διακίνηση της γνώσης και των ΑΞΙΩΝ που τη συνοδεύουν, αποτελεί βασικό λόγο ύπαρξης του Σχολείου.
Ωστόσο, η φετινή λήξη του διδακτικού έτους είναι για μένα ξεχωριστή διότι, λήγει η τετραετής θητεία μου στη διεύθυνση του Σχολείου και με διαδέχεται ένας αξιόλογος συνάδελφος, τον οποίο ανέδειξε επάξια η πρόσφατη διαδικασία επιλογής. Ο ίδιος επιστρέφω στον πιο σημαντικό ίσως ρόλο της εκπαιδευτικής μου πορείας, εκείνον του «δασκάλου τάξης». Αυτόν άλλωστε υπηρέτησα κατά το μεγαλύτερο μέρος της θητείας μου στη δημόσια εκπαίδευση και σε διαφορετικούς τύπους σχολείων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Για μένα, η σχολική τάξη υπήρξε πάντοτε, όχι απλώς ένας χώρος εργασίας αλλά, ένας πνεύμονας αδιάκοπης δημιουργίας και ανανέωσης.
Για τους παραπάνω λόγους, ως Διευθυντής προσπάθησα με κάθε τρόπο να είμαι ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ παρά ΔΙΕΚΠΕΡΑΙΩΤΙΚΟΣ. Δεν έπαψα ούτε στιγμή ν’ αναζητώ νέες προσεγγίσεις της σχολικής γνώσης, ώστε να κρατώ ζωντανό το ενδιαφέρον των μαθητών μου. Προώθησα, όπως όφειλα, αλλά και επιδόθηκα ο ίδιος στην υλοποίηση δράσεων, οι οποίες, πέραν του ότι αποτέλεσαν πηγή χαράς και προόδου για τους μαθητές, πολύ συχνά αποτέλεσαν ‘ΓΕΦΥΡΕΣ’ μεταξύ Σχολείου και Κοινωνίας. Μαζί με τους μαθητές μου συμμετείχαμε σε «εποπτευόμενα» προγράμματα και πετύχαμε να χαρίσουμε στο Σχολείο σημαντικές διακρίσεις, οι οποίες οδήγησαν στην κατάταξή του ανάμεσα σε παραδοσιακά σχολεία αριστείας, όπως είναι η Ελληνογερμανική Αγωγή, το Αρσάκειο-Τοσίτσειο Εκάλης και το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Κατά τη διευθυντική μου θητεία διαπίστωσα στην πράξη πως η ποιότητα της εκπαίδευσης που απολαμβάνουν οι μαθητές καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό, τόσο από την ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ του Σχολείου, όσο και από τις ΕΥΡΥΤΕΡΕΣ ΔΟΜΕΣ που το πλαισιώνουν.
Ως προς το πρώτο, πάντα πίστευα πως το Σχολείο οφείλει ν’ αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα άθροισμα τάξεων και διδακτικών αντικειμένων. Στη βάση αυτή, προσπάθησα να «θωρακίσω», προστατευτικά αλλά όχι απομονωτικά, την ενδοσχολική εκπαιδευτική δραστηριότητα και καθημερινή συμβίωση, αντικρούοντας σθεναρά ποικίλες αυθαίρετες ‘έξωθεν’ παρεμβάσεις, απ’ όπου κι αν προέρχονταν. Βασική αρχή μου υπήρξε πάντοτε πως ΟΛΟΙ όσοι πλαισιώνουν το Σχολείο, είτε βρίσκονται μέσα σ’αυτό (διευθυντής, εκπαιδευτικοί, μαθητές), είτε γύρω του (γονείς, φορείς κτλ), οφείλουν να θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα το συμφέρον του ΣΥΝΟΛΟΥ των μαθητών και της ΚΟΙΝΗΣ σχολικής ζωής.
Σχετικά με το δεύτερο από τα παραπάνω, από τη θεσμική μου θέση ως εκπροσώπου του Σχολείου προς τα ‘έξω’, διεκδίκησα από την υπηρεσιακή ιεραρχία και τους αρμόδιους φορείς τους αναγκαίους ανθρώπινους ή υλικούς πόρους, με μοναδικό άξονα αναφοράς την εύρυθμη λειτουργία του σε όλα τα επίπεδα. Σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και το Σύλλογο Γονέων επιδίωξα την ανάδειξη των προβλημάτων και των ελλείψεων του Σχολείου. Ωστόσο, αν και οι όποιες διεκδικήσεις μου, αναφορικά με την αντιμετώπιση των ποικίλων αναγκών του Σχολείου, βρίσκονταν πάντα σε συμφωνία με τις αρχές της ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ & της ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ, δυστυχώς, θεωρήθηκαν από ορισμένους φορείς ως ενδείξεις υπερβολής ή σκοπιμότητας…
Όμως, παρόλο το ότι αποχωρώ από το Σχολείο μη-οικειοθελώς και σε μια κρίσιμη συγκυρία, διατηρώ την ελπίδα και την πίστη πως το μέλλον του θα είναι ευοίωνο, εφόσον το παραδίδω σ’ έναν άξιο συνάδελφο. Ταυτόχρονα, αναπολώ με πρώιμη νοσταλγία τις δημιουργικές και όμορφες στιγμές και, κυρίως, τη σχέση αγάπης που οικοδόμησα με τους μαθητές, καθώς και τη συνεργασία μου με γονείς και εκπαιδευτικούς, για την οποία τους ευχαριστώ όλους. Επίσης ευχαριστώ όλους τους φορείς που συνεργάστηκαν με το Σχολείο κατά την περίοδο ευθύνης μου και ιδιαιτέρως τα Τοπικά Μέσα Ενημέρωσης για την προβολή του έργου μας στην τοπική κοινωνία.
Τέλος, πάντοτε πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω πως οι ‘θεσμοί’ είναι σημαντικότεροι και (οφείλουν να) προηγούνται των ‘προσώπων’, ιδίως στο χώρο της εκπαίδευσης. Επομένως, εκείνο που έχει σημασία είναι το να παραμείνει το Σχολείο μια ‘ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΜΑΘΑΙΝΕΙ’ και να συνεχίσει να αναπτύσσεται ως ένας χώρος αμοιβαιότητας και συνεργασίας, στον οποίο ΟΛΟΙ είναι πρωτίστως ΜΑΘΗΤΕΥΟΜΕΝΟΙ και στη συνέχεια δάσκαλοι άλλων…
Κλείνοντας, έχω κάθε λόγο να πιστεύω πως ο νέος διευθυντής του Σχολείου θα είναι αντάξιος των σκοπών της Παιδείας, ενώ είμαι εκ των προτέρων βέβαιος, τόσο για τις δυνατότητες προσφοράς του, όσο και για την επιτυχία της επικείμενης θητείας του, την οποία εύχομαι ολόψυχα.