Ο Γιώργος Γάλλος είναι ηθοποιός υψηλών υποκριτικών ταχυτήτων, αφοσιωμένος στο θέατρο, διακριτικός στην ζωή του. Γεννήθηκε στην Βοστόνη, κατάγεται από τα Τρίκαλα ενώ η μητέρα του είναι από το Καστράκι Καλαμπάκας. Είναι παντρεμένος κι έχει δύο παιδιά. Είναι ο Μιλτιάδης στις Άγριες Μέλισσες.
«Γεννήθηκα στην Αμερική, έξω από την Βοστόνη, το 1972. Οι γονείς μου ήταν μετανάστες που, παρά τις πολύ μεγάλες δυσκολίες των πρώτων χρόνων, κατάφεραν να βρουν τον δρόμο τους. Είχαν δικό τους εστιατόριο. Και παρόλο που δούλευαν αρκετά πάντα βρίσκανε χρόνο να μας φροντίζουν. Μεγαλώσαμε με πολλή αγάπη, με πολύ ωραίες στιγμές τόσο με την οικογένειά μου όσο και με τους υπόλοιπους συγγενείς. Μαζώξεις με πολλά άτομα, γιορτές και πολλά ταξίδια. Έχω επισκεφτεί όλη την ανατολική Αμερική από το Μόντρεαλ και το Τορόντο του Καναδά μέχρι τη Φλόριντα. Πάντα με αυτοκίνητο. Ατελείωτα road trips με εμπειρίες που έχουν τυπωθεί βαθιά στη μνήμη μου.
Μετακόμισα στην Ελλάδα για να ξεκινήσω δημοτικό, μαζί με τον αδελφό μου -δύο χρόνια μεγαλύτερος- και την γιαγιά μου. Οι γονείς μου επέστρεψαν πιο μετά. Ήταν βασική τους επιθυμία να ξεκινήσουμε εξ αρχής το σχολείο στην Ελλάδα μιας και είχε παρθεί η απόφαση να ζήσουμε μόνιμα κάποια στιγμή, όλοι μας, εδώ».
«Εγκατασταθήκαμε στα Τρίκαλα. Η καταγωγή μου είναι από τα χωριά της Αργιθέας, στα ορεινά της Καρδίτσας. Το χωριό μου λέγεται Ανθηρό. Η μητέρα μου είναι από το Καστράκι Τρικάλων, στα Μετέωρα.
Τον πρώτο καιρό στην Ελλάδα ήταν λίγο δύσκολα. Δεν γνωρίζαμε πολύ κόσμο, καθώς όλοι μου οι συγγενείς ζούσαν στην Αμερική, και το γεγονός ότι έλειπαν οι γονείς μου έκανε τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα. Αργότερα, όταν έφτιαξα τον κύκλο και τις παρέες μου στα Τρίκαλα, δεν ήθελα να φύγω. Γι΄αυτό και δεν ακολούθησα την υπόλοιπη οικογένεια, που αφού είχαμε τελειώσει πια το σχολείο, αποφάσισαν να εργαστούν και πάλι στην Αμερική. Ήμουν πια 18 χρόνων. Ο αδελφός μου μετακόμισε και μάλιστα έμεινε εκεί μέχρι πρόσφατα».
«Σίγουρα δεν αποτελώ την περίπτωση του παιδιού που είχε ως όνειρο να γίνει ηθοποιός. Μάλλον τη μουσική είχα πιο πολύ στο μυαλό μου. Παίζω κιθάρα και τραγουδάω. Με μια παρέα φίλων είχαμε κάνει μια απόπειρα να φτιάξουμε ένα συγκρότημα αλλά δεν προχώρησε. Βρέθηκα σε μια θεατρική ομάδα, το «Άνθος της Ήβης» για να είμαι κοντά στην –τότε- αγαπημένη μου. Εκεί γνωρίστηκα μ´ αυτόν τον κόσμο, δέθηκα, και συνειδητοποίησα ότι μ´αυτό θέλω ν´ασχοληθώ.
Οι γονείς μου ήταν αρκετά επιφυλακτικοί με το επάγγελμα του ηθοποιού αλλά πολύ γρήγορα πείστηκαν ότι αυτό ήταν που ήθελα να κάνω. Σπούδασα παρόλα αυτά μάρκετινγκ και μάνατζμεντ, σε μια σχολή στην Θεσσαλονίκη, με την λογική να υπάρχει ένα πτυχίο.
Το θέατρο με ενδιέφερε αλλά δεν το έβλεπα επαγγελματικά, σαν χόμπι πιο πολύ. Μέχρι που πέρασα στις εξετάσεις της Δραματικής Σχολής του Εθνικού, το ΄96 στα 24 μου. Είχα ήδη πάρει το πτυχίο μου και είχα κάνει μια απόπειρα να εργαστώ στον τομέα του μάρκετινγκ. Αλλά δεν ευδοκίμησε».
«Στην Αθήνα ήρθα το ´94 αμέσως μετά που διαλύθηκε η ομάδα για να συνεργαστώ με τον εικαστικό Νίκο Αλεξίου, τον οποίο είχα ήδη γνωρίσει ως σκηνογράφο στις ερασιτεχνικές μας παραστάσεις. Αρκετά παιδιά από εκείνη την ομάδα έγιναν επαγγελματίες ηθοποιοί, σκηνοθέτες, φωτιστές, εικαστικοί ή μουσικοί. Κρατάω ακόμα επαφή μαζί τους.
Ναι, είμαι άνθρωπος των φίλων. Είμαι αρκετά κοινωνικός, απλώς με τα προγράμματα της δουλειάς και τον χρόνο που αφιερώνω στην οικογένειά μου, έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό οι έξοδοι και η πολλή διασκέδαση.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό των παιδικών μου χρόνων, όπως και της παρούσας φάσης της ζωής μου, είναι το παιχνίδι. Κρατάω στη μνήμη μου την ανεμελιά των πρώτων μου χρόνων όπως και αργότερα στα Τρίκαλα που εκτός απ´το σχολείο θυμάμαι τις ατελείωτες ώρες παιχνιδιού στις αλάνες. Και σήμερα όμως προσπαθώ να διατηρώ το χρόνο και τη δύναμη να ξεχνιέμαι παίζοντας με τα δυο παιδιά μου. Υπάρχουν στιγμές που η σύζυγός μου αισθάνεται ότι στο σπίτι μένουν τρία παιδιά!».
«Προσπαθώ να κρατάω μια ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και οικογενειακή ζωή. Δεν είναι πάντα εύκολο. Γι’ αυτό φροντίζω να αποφεύγω τα διπλά ή τριπλά προγράμματα στη δουλειά μου, αν και υπάρχουν περίοδοι που λείπω αρκετά απ´το σπίτι. Όπως και να’ χει, φροντίζω τις ώρες που είμαι στο σπίτι να μην ασχολούμαι με τίποτα άλλο εκτός απ´το ρόλο μου ως γονιός. Ούτε πολλά επαγγελματικά τηλεφωνήματα, social media ή πολλές κουβέντες σε σχέση με τη δουλειά. Επιλέγω αυτός ο χρόνος που είμαι με τα παιδιά και τη γυναίκα μου, να είναι χρόνος αφιερωμένος μόνο σε κείνους.
Δεν είναι δύσκολο που η γυναίκα μου κι εγώ δουλεύουμε στον χώρο της τέχνης (σ.σ. η Σταυρούλα Σιάμου, χορογράφος και χορεύτρια). Λειτουργούμε συμπληρωματικά. Εξάλλου, έχουμε συνεργαστεί στο θέατρο».
«Όταν γνώρισα την Σταυρούλα κατάλαβα ότι μαζί της θέλω να πορευτώ στην ζωή μου. Γνωριστήκαμε στον “Υπολοχαγό του Ίνισμορ” στο θέατρο του Νέου Κόσμου. Αλλά εκεί που παραδόθηκα ολοκληρωτικά στη γοητεία της ήταν όταν την είδα να χορεύει. Έχουμε αρκετά κοινά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι συμφωνούμε σε όλα. Αλλά ο τρόπος που βρίσκουμε μια άκρη ή μια λύση στα θέματά μας, δείχνει ότι όλα γίνονται μέσα σε ένα πλαίσιο αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού. Κι αυτό το καλό κλίμα είναι που προσπαθούμε να διατηρούμε στο σπίτι. Τα παιδιά μας δεν έχουν γίνει μάρτυρες φωνών, εξάρσεων και καβγάδων….
Ενα θετικό στοιχείο είναι ότι μεταξύ μας, σε θέματα δουλειάς, είμαστε αρκετά αυστηροί στην κριτική μας. Δεν ευλογούμε ο ένας τα γένια του άλλου. Είναι σκληρός κριτής αλλά πάντα με σεβασμό, με αγάπη, ενδιαφέρον και νοιάξιμο… Όπως κι εγώ.
Τα παιδιά μου παρακολουθούν τις “Αγριες Μέλισσες”. Υπάρχουν δάσκαλοι του γιου μου στο σχολείο που συζητούν μαζί του την εξέλιξη της σειράς. Είναι οι στιγμές που η περηφάνια του, απογειώνεται».
«Θέλω να πιστεύω ότι δεν είμαι καταπιεστικός πατέρας. Θεωρώ ότι τα παιδιά, ειδικά τώρα που είναι σε ηλικίες σχολείου, κι ένα μεγάλο μέρος είναι η μελέτη, χρειάζονται ελεύθερο χρόνο. Φροντίζω να έχουν χρόνο για να παίζουν, να βρίσκονται με τις παρέες τους, χώρο για τον προσωπικό τους χρόνο. Νομίζω ότι τα παιδιά μας έχουν το πιο ελαφρύ πρόγραμμα, εκτός σχολείου. Και με τα μαθήματα δεν πιέζω καθόλου -αλλά τα καταφέρνουν μια χαρά.
Προσπαθώ όσο περισσότερο χρόνο μπορώ να βρίσκομαι μαζί τους, να κάνουμε πράγματα. Παρακολουθούμε παραστάσεις, ταινίες, επισκεπτόμαστε μουσεία, κάνουμε βόλτες, πάμε συχνά σε πάρκα ή παιδικές χαρές. Προσπαθώ επίσης να κρατάμε επαφή με τους συγγενείς. Φροντίζω πάντα να κρατάω έναν χρόνο για διακοπές, οικογενειακές, χωρίς να συνδυάζεται με επαγγελματικές υποχρεώσεις. Παλιότερα η καλοκαιρινή περιοδεία μου ήταν συνάμα και οι διακοπές μας. Αυτό είναι κάτι που προσπαθώ ν´αλλάξω.
Οι γονείς μου μένουν στα Τρίκαλα, αλλά δυστυχώς δεν τους επισκέπτομαι συχνά. Γεύονται και χαίρονται κι αυτοί την επιτυχία της σειράς. Οι περισσότεροι συγγενείς παραμένουν στην Αμερική –έχω να πάω από το 2004. Είναι στα σχέδιά μας να τους επισκεφτούμε οικογενειακώς, να πάμε και στην Φλόριντα, εκεί ζει ένας αγαπημένος θείος αλλά να πάμε και στην Ντίσνεϋλαντ».
«Στον χώρο του θεάτρου είμαι, καταρχάς, γιατί περνάω καλά. Όσο βλέπω ότι και οι άλλοι περνάνε καλά μαζί μου, η χαρά μου είναι διπλή. Είναι μια δουλειά που βασικότατο κομμάτι της είναι η εξέλιξη. Σε όλα τα επίπεδα. Εξελίσσεις τα εργαλεία σου, τον εαυτό σου, τον τρόπο που προσεγγίζεις τα πράγματα, την σχέση σου με τους άλλους. Ζητούμενο είναι επίσης, να αιφνιδιάζεις τον εαυτό σου. Να πας πέρα από το αναμενόμενο. Να δημιουργείς τις συνθήκες για να συναντηθείς με κάτι που δεν γνωρίζεις. Όταν αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στο πεδίο μιας μάχης από αντιθετικές δυνάμεις, τότε είσαι στο σωστό δρόμο. Αυτή η δουλειά είναι ταυτόχρονα στέρεη αλλά και ρευστή. Πρόσφατα τέλειωσαν οι παραστάσεις του “Ξύπνα Βασίλη”, μια ολοκληρωμένη και άκρως ομαδική δουλειά, ιδιαίτερα απαιτητική –γιατί απαιτεί την ολοκληρωτική εμπλοκή του ηθοποιού».
«Με τις “Αγριες Μέλισσες” κάνω τηλεόραση για δεύτερη φορά. Η πρώτη ήταν ο «Αστέρας Ραχούλας». Αγαπημένη στιγμή της επαγγελματικής μου ζωής. Κάθε φορά που μου έρχεται στο μυαλό αυτή τη δουλειά, χαμογελάω. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά καιρούς κανονίζουμε συναντήσεις που δεν λείπει κανείς.
Μετά τον «Αστέρα Ραχούλας» είχα διάφορες προτάσεις για τηλεόραση. Κάποιες απ´αυτές είχαν και αρκετά ευνοϊκές συνθήκες. Είχα όμως θέμα με τα σενάρια. Έχουμε πολύ έμπειρους παραγωγούς, ταλαντούχους σκηνοθέτες, καλούς ηθοποιούς αλλά λίγους πραγματικά ικανούς σεναριογράφους. Στη δική μας σειρά το σενάριο κερδίζει τις εντυπώσεις. Κι αυτό δεν το συναντάς συχνά.
Σκηνοθέτης, ηθοποιοί και σενάριο, με την ίδια ακριβώς βαρύτητα το καθένα, είναι οι παράμετροι που λαμβάνω υπ´οψιν μου για να προχωρήσω σε περαιτέρω συζητήσεις. Στις “Μέλισσες” όλοι οι ρόλοι είναι καλογραμμένοι, πολυεπίπεδοι».
«Ο Μιλτιάδης είναι ένας ιδιαίτερα δύσκολος, πολυσύνθετος, ρευστός ρόλος. Μέσα σε δύο-τρεις μήνες τού έχουν συμβεί γεγονότα που κανονικά δεν σου συμβαίνουν ούτε σε δύο ζωές! Κι ενώ έχει τα στοιχεία για να είναι ένας άνθρωπος αισιόδοξος, φωτεινός, η πρόσφατη περίοδος της ζωής είναι τόσο σκληρή που δεν του αφήνει το παραμικρό περιθώριο να χαμογελάσει. Ειδικά μετά το θάνατο του Γιάννου, απομονώνεται, βάζει τον εαυτό του στο περιθώριο και παραιτείται από οποιαδήποτε δράση. Ενεργοποιείται και αντιδρά μόνο όταν αισθάνεται ότι απειλείται, ασκώντας ακόμα και σωματική βία.
Επίσης, κουβαλάει μεγάλα ψυχικά βάρη απ´το παρελθόν του. Πιστεύει ότι ευθύνεται για το θάνατο δύο αγαπημένων του προσώπων. Αλλά και στο παρόν, αισθάνεται ότι έχει την ευθύνη για το χαμό του παιδιού του -με την άρνησή του να δεχτεί ότι ο Γιάννος χρειαζόταν κάποια βοήθεια.
Ανακάμπτει, όμως. Το πένθος σιγά σιγά αποφορτίζεται, μαθαίνει ότι ο πατέρας του δεν πέθανε εξαιτίας του. Έρχεται ο έρωτας με την Βιολέτα. Η περίοδος της κατάθλιψης, της παράδοσης και της αναποφασιστικότητας, περνάει. Αναγεννιέται. Σύντομα θα τον δούμε να βγαίνει στο προσκήνιο, να αναλαμβάνει δράσεις, να συλλαμβάνει την ιδέα και να πρωτοστατεί στην προσπάθεια να χαλάσει τα σχέδια του Δούκα για την βιομηχανική ζώνη, να γίνεται μπροστάρης. Δεν σκύβει πια το κεφάλι μπροστά στις απειλές του αδελφού του, αλλά διεκδικεί, απαιτεί».
«Ναι, προσωπικά προετοιμάζομαι αρκετά για τα γυρίσματα. Με τη μελέτη και το διάβασμα αυτών των τελευταίων πέντε μηνών θα μπορούσα ίσως να έχω περάσει Ιατρική στην Αθήνα. Οι ρυθμοί των γυρισμάτων είναι αδυσώπητοι, δεν θα μπορούσε να είναι κι αλλιώς, σε καθημερινή σειρά. Πέρα απ΄αυτό όμως φροντίζω να βρίσκομαι με τους συναδέλφους τα σαββατοκύριακα, ειδικά με την “οικογένεια”: Κάνουμε πρόβες, μόνοι μας ή με τον σκηνοθέτη. Συζητάμε το πλαίσιο για την επόμενη ομάδα σεναρίων».
«Η στιγμή που μαθαίνω ότι πέθανε Γιάννος είναι μια σκηνή που ακόμα την θυμάμαι. Δεν είχε γραφτεί κείμενο, γιατί θα ήταν ντυμένη με μουσικό κλιπ. Αυτοσχεδίασα στα λόγια και τελικά κρατήθηκαν. Το αυθόρμητο κείμενο που προέκυψε ήταν προϊόν μιας μάχης μεταξύ της άρνησης αποδοχής του γεγονότος και της απόλυτης ψυχικής κατάρρευσης λόγω της αποδοχής του γεγονότος. “Όχι Βασίλη, μην το ξαναπείς αυτό, μην μιλάς άλλο, αποκλείεται, το παιδάκι μου, όχι, σταμάτα Βασίλη, δεν θέλω να το ακούσω” (σ.σ. έλεγε στον Προύσαλη). Θα την θυμάμαι αυτή την σκηνή. Όπως και την πρόσφατη με τον Δούκα. Γιατί δεν είναι και το πιο εύκολο πράγματα να επιτίθεται κανείς στον αδελφό του. Βγήκε όλη η συσσωρευμένη καταπίεση και αδικία. Ηταν μια στιγμή λύτρωσης η συμπλοκή με τον Δούκα…»
«Αν μοιάζω με τον Μιλτιάδη; Υπάρχουν πολλά πράγματα που στην ζωή μου τα παίρνω κατάκαρδα. Είναι πολλές φορές που δίνω ιδιαίτερη σημασία σε πράγματα που θα μπορούσα να τα αφήσω να περάσουν. Δεν ανήκω όμως στους ανθρώπους που κρατάνε κακία. Πολλές φορές κάνω εγώ το πρώτο βήμα να λυθούν παρεξηγήσεις. Είμαι θετικός και αισιόδοξος άνθρωπος, όπως ο Μιλτιάδης, κι ας μην του φαίνεται. Αν του δοθεί το πλαίσιο για να εκφράσει αυτή του την πλευρά, θα το κάνει. Έχει ήδη αρχίσει να ενεργοποιείται και σύντομα θα αποκαλυφθεί όλος του ο πραγματικός, δυναμικός, χαρακτήρας.
Κι εγώ είμαι άνθρωπος που αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Δεν περιμένω τα πράγματα να μου έρθουν. Διεκδικώ, συγκρούομαι όταν το κρίνω απαραίτητο και είμαι αρκετά επίμονος. Κάποιες φορές δυσκολεύομαι να κάνω πίσω.
«Απ´τις πρώτες συζητήσεις με την παραγωγή ζήτησα απαλλαγή από την «υποχρέωση» να βγαίνω στα κανάλια, να δίνω συνεντεύξεις. Και είμαι ευγνώμων που το κανάλι σεβάστηκε αυτή μου τη επιλογή.
Με τις «Μέλισσες» μπαίνουμε στα σπίτια του κόσμου τέσσερις μέρες την εβδομάδα. Δεν επιθυμώ να βομβαρδίζω το κοινό με την παρουσία μου και το πρωί, το μεσημέρι ή τα μεσάνυχτα. Γενικά, ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με την μεγάλη έκθεση και ειδικά αυτή την περίοδο είναι αρκετή.
Το βλέπω κάπως σαν να είμαι εγώ στη θέση του κοινού. Όταν παρακολουθώ ή ακόμα και θαυμάζω έναν ηθοποιό, μουσικό, χορευτή, ζωγράφο αδιαφορώ για πληροφορίες που αφορούν στην προσωπική του ζωή. Πού συχνάζει, με ποιον βγαίνει αυτόν τον καιρό, τι τρώει, γιατί πάχυνε ή πώς κατάφερε ν´αδυνατίσει κτλ. Αναλόγως κι εγώ θεωρώ ότι δεν είναι χρήσιμο σε κανέναν να γνωρίζει τέτοιες πληροφορίες για μένα.
Σαφώς υπάρχουν και εκπομπές που τίθενται ερωτήσεις που μπορούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες για μια ενδιαφέρουσα κουβέντα. Για την πορεία του καλεσμένου ή το τρόπο δουλειάς του, τα “πιστεύω” του, τις επιρροές του, τα σχέδιά του. Και ευτυχώς που υπάρχουν..».
«Η αγάπη που εισπράττουμε από τον κόσμο, όλοι μας σ´αυτή τη σειρά, είναι συγκινητική. Το νιώθεις απ´τον τρόπο που σε πλησιάζουν για να σου μιλήσουν. Πέρα απ´τα προσωπικά καλά λόγια η κουβέντα επικεντρώνεται στο πόσο τους αρέσει στο σύνολό της αυτή η σειρά. Για μένα αυτό είναι το πιο σημαντικό. Φαίνεται πως το κοινό είχε πραγματική ανάγκη να συναντηθεί με μια ποιοτική τηλεοπτική δουλειά. Και οι «Μέλισσες», προφανώς δίνουν στον κόσμο αυτή την ευκαιρία. Επίσης, ευχή όλων είναι να συνεχίσουμε με την ίδια φροντίδα τη δουλειά μας καθώς έχουμε γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς τους.
Μ´έχει προβληματίσει πάντως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που θα μου μιλήσουν θα αναφερθεί στο ότι στη σειρά φαίνομαι πιο μεγάλος, πιο παχύς, πιο άσχημος και πιο κοντός. Ακόμα και αυτοί που με γνώριζαν από πριν. Και λέω με έχει προβληματίσει γιατί δεν υπάρχει καμιά τεχνική παρέμβαση ούτε στο μακιγιάζ, ούτε στο μαλλί. «Πάλι καλά» λέω μέσα μου. Φαντάζεσαι να μου λέγανε το αντίστροφο!».