Το απόγευμα της 17ης Ιουνίου 2014 οι ενορίτες της Διάβας πραγματοποίησαν, με τη χάρη του Τριαδικού Θεού, το τάμα και την υπόσχεσή τους, να πάνε να προσκυνήσουν στο μοναστήρι του αγίου Νικολάου, που βρίσκεται στον διαλυμένο σήμερα οικισμό Σιαμάδων της Καστανιάς – Καλαμπάκας.
Στις τέσσερις παρά τέταρτο, με λεωφορείο του ταξιδιωτικού γραφείου Ζαρόπουλου και οδηγό τον κ. Κώστα Τζιώρα από Καλαμπάκα, αναχωρήσαμε για το μοναστήρι, όπου και φτάσαμε στις τέσσερις και μισή. Μας υποδέχτηκε με το χαρακτηριστικό και ευγενικό, γεμάτο καλοσύνη χαμόγελό του ο Πανοσιολογιότατος Αρχιμανδρίτης π. Μακάριος.
Μπήκαμε στον Ναό, ανάψαμε το κεράκι μας και με ευλάβεια προσκυνήσαμε τις άγιες εικόνες και ο καθένας ευχαρίστησε τον άγιο και μυστικά του υπέβαλλε και το αίτημά του.
Μετά τον Εσπερινό, μας μίλησε ο π. Μακάριος για τον Ιερό Ναό και στη συνέχεια περάσαμε στο περικαλλέστατο και ευρύχωρο αρχονταρίκι, όπου πήραμε τον καφέ, το γλυκό και το δροσερό νεράκι. Και μαζί με αυτά ακούγαμε και τον πλούσιο λόγο του Θεού, που μας προσέφερε, από καρδιάς, ο Πανοσιολογιότατος π. Μακάριος.
Λόγια της καθημερινής μας ζωής και αναστροφής, πρακτικά, απλά και κατανοητά. Διδακτικά, ενθαρρυντικά, γεμάτα παρηγοριά και πίστη στον Τριαδικό Θεό. Μας προβλημάτισαν, και άγγιξαν τα συναισθήματά μας.
Διαπέρασαν όλες τις πτυχές και τα κρύφια της ψυχής μας, και μίλησαν στην καρδιά του καθενός μας.
Μετά το κέρασμα, επισκεφθήκαμε τη έκθεση, απ’ όπου ο καθένας ψώνισε κάποιο αναμνηστικό δώρο, κάτι χρήσιμο και ωφέλιμο.
Απολαύσαμε για λίγο και εξωτερικά τον περικαλλέστατο Ιερό Ναό, ο οποίος πριν μερικά χρόνια ήταν έτοιμος να καταρρεύσει, καθώς και τον περιβάλλοντα αυτόν χώρο. Μέσα στην όμορφη και ήρεμη φυσική ερημιά το μοναστήρι του αγίου Νικολάου είναι ένα καταφύγιο, ένα πραγματικό ησυχαστήριο, μια πνευματική και ψυχική όαση, ένας αληθινός παράδεισος.
Ο Ιερός Ναός είναι «αθωνίτικου τύπου και σύμφωνα με λιθανάγλυφη επιγραφή χτίστηκε το 1807», και είναι όλος αγιογραφημένος.
Ήταν κυριολεκτικά εγκαταλειμμένος. Τη διαφορά τη βλέπουν μόνον όσοι επισκέφτηκαν το μοναστήρι πριν την αναστήλωση και την αποκατάστασή του από το «ΠΕΠ Θεσσαλίας 2000-2006…» και την 19η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η οποία είχε την αυτεπιστασία του έργου.
«…Γι’ αυτές τις δυο μονές, Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσίνου Κλεινού, και του αγίου Νικολάου Σιαμάδων Καστανιάς, παλεύω δέκα χρόνια για να μπουν στο πρόγραμμα και ήδη έχουν μπει και έχουν αρχίσει οι εργασίες…», είπε μεταξύ άλλων, ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης μας κ. Σεραφείμ, στις 19.1.2009 στην πρώτη του έτους μηνιαία σύναξη των ιερέων (Βλ. και Παρακλητικός Κανών αγίου Παντελεήμονος, εκδόσεις Ενορίας Διάβας, ΔΙΑΒΑ 2009, σ.13).
Και φυσικά έλαβε, με την πραγματοποίηση των προσπαθειών του, την αμοιβή, που δεν είναι άλλη από την ηθική ικανοποίηση, διασώζοντας από την εξαφάνιση και παραδίνοντας στις επόμενες γενιές ένα ακόμη πολιτισμικό και ιστορικό μνημείο στο μεγάλο πλήθος, που ανακαίνισε, αναστήλωσε και διάσωσε στη Μητροπολιτική του περιφέρεια.
Μαζί με την αποκατάσταση του Ναού, έγιναν και οι δυο πτέρυγες του ξενώνα, που προστατεύουν και «αγκαλιάζουν» τον Ναό, από τη βόρεια και δυτική πλευρά, και ο οποίος, ξενώνας, βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της αποπεράτωσής του.
Η τσιμεντόστρωση και το γκαζόν γύρω από τον Ναό απομάκρυναν τα λιθοσώρια, δίνοντάς του ιεροπρέπεια, λάμψη και αίγλη. «Αγίασον, Κύριε, τους αγαπώντας την ευπρέπεια του οίκου Σου». Προσφέρουν ψυχική αγαλλίαση και αναπτερώνουν τον νου του επισκέπτη και προσκυνητή.
Απολαμβάνοντάς τα και νιώθοντας ψυχική ευχαρίστηση και αναζωογόνηση, διερωτάται κανείς πώς όλα αυτά, που χρειάζονται συνεχή εργασία και επιμελημένη φροντίδα, τα προλαβαίνει ένας άνθρωπος. «…Δούλεψα σκληρά… για να ρίξω τα τσιμέντα, τη χαλικόστρωση, τα γκαζόν και δουλεύω ασταμάτητα και με τις άλλες καλλιέργειες του μοναστηριού…», θα μας πει ο π. Μακάριος.
Η φιλεργατικότητα, η ευπρέπεια και η καλλωπιστικότητα αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση. Ο π. Μακάριος εργάζεται άοκνα, με ιερό ζήλο και ψυχικό μεράκι.
Οι άνθρωποι που εργάζονται, από οποιοδήποτε πόστο και θέση και με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, για την ευπρέπεια του μοναστηριού τούτου, και όχι μόνο, επιτελούν έργο θαυμαστό και θεάρεστο. Διασώζουν τον Ελληνορθόδοξο πολιτισμό και την ιστορία του Έθνους μας. Εκπολιτίζουν τον άνθρωπο, εξωραΐζουν και προβάλλουν τον τόπο και την περιοχή. Αναπαύουν τους κουρασμένους οδοιπόρους της ζωής, τους διδάσκουν και οδηγούν τις ψυχές τους στον Θεό.
Μετά την αναμνηστική φωτογραφία μας, μπροστά στον Ναό, πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Η σύντομη αυτή προσκυνηματική μας εξόρμηση, σε συνδυασμό με το φυσικό κάλλος του καταπράσινου τοπίου, με τα περιβόλια, τις στροφές τα ανηφορίσματα και τα κατηφορίσματα του δρόμου, τα κελαηδίσματα των πουλιών, τα γάργαρα τρεχούμενα νερά με τα κελαρύσματά τους, «ο εξαποστέλλων πηγάς εν φάραγξιν, αναμέσον των ορέων διελεύσονται ύδατα», ήταν μια αναζωογόνηση και μια αναψυχή. Μας πρόσφερε όντως δύναμη, πρόσκαιρη ξεγνοιασιά, χαρά και ευχαρίστηση.
Είχε και αυτή η εσπερινή προσκυνηματική εξόρμησή μας συνδυασμένα το τερπνό με το ωφέλιμο.
«Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον … Ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. έθου σκότος, και εγένετο νύξ…. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε. πάντα εν σοφία εποίησας».
Πρωτ/ρος Φώτιος Βούρλας,
Εφημέριος Διάβας