To δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας μεγαλώνει καθώς συνεχίζεται η μείωση του πληθυσμού που ξεκίνησε από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας.
Περίπου κατά 17.000 άτομα (0,15%) μειώθηκε το 2019 ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας, καθώς οι γεννήσεις ήταν λιγότερες από τους θανάτους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας την 1η Ιανουαρίου 2019 ήταν 10.724.599 άτομα (5.208.293 άνδρες και 5.516.306 γυναίκες), έναντι 10.741.165 την 1η Ιανουαρίου 2018.
Στη Θεσσαλία η καταγραφή ανά νομό έχει ως εξής:
– Νομός Τρικάλων 64.725 (άνδρες) 64.317 (γυναίκες) 129.042 (σύνολο)
– Νομός Λαρίσης 136.305 (άνδρες) 144.728 (γυναίκες) 281.033 (σύνολο)
– Νομός Μαγνησίας και Σποράδες 98.730 (άνδρες) 104.432(γυναίκες) 203.162(σύνολο)
– Νομός Καρδίτσας 51.221 (άνδρες) 54.182(γυναίκες) 105.403 (σύνολο)
Συγκριτικά με το προηγούμενο έτος (2018) παρατηρείται μια μείωση του πληθυσμού και στους τέσσερις νομούς κατά 3.425 άτομα (722.065 ο πληθυσμός το 2018).
Στο νομό Τρικάλων η μείωση φτάνει τα 803 άτομα (129.845 άτομα ο πληθυσμός το 2018).
Το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων είναι όλο και περισσότερο αρνητικό και τίθεται ένα ερώτημα: οι θάνατοι που είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις τα τελευταία χρόνια θα συνεχίσουν να υπερτερούν και στο μέλλον, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο να παραμένει αρνητικό;
Απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα δίνει μια μελέτη του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και διευθυντή του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων Βύρωνα Κοτζαμάνη.
Οι θάνατοι καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο αυξάνονται σχεδόν σταθερά παρόλο που την τελευταία 65ετία ο μέσος όρος ζωής έχει αυξηθεί κατά, σχεδόν, 15 χρόνια.
Το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων
“Η αύξηση των θανάτων οφείλεται στην προοδευτική γήρανση του πληθυσμού, στην αύξηση δηλαδή του «βάρους» των 65 ετών και άνω (ακόμη δε περισσότερο στην αύξηση του «βάρους» των 85 και άνω). Οι μεν 65 και άνω σε απόλυτες τιμές πενταπλασιάστηκαν μεταξύ του 1951 και του 2018 (το ποσοστό στον συνολικό πληθυσμό από 6,8% αυξήθηκε στο 22%), ενώ την ίδια περίοδο, ο αριθμός των 85 και άνω υπερδεκαπλασιάστηκε και το ειδικό τους βάρος στο εσωτερικό της ομάδας των 65 ετών και άνω από 5,8% το 1951 έφτασε στο 15% το 2018”.
Από την άλλη μεριά, ότι η θνησιμότητα αυξάνεται σημαντικά μετά τα 65 έτη, ταχύτατα δε μετά τα 85 έτη. Έτσι, παρόλο που το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε την τελευταία 65ετία, η αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων οδήγησε σε αύξηση του αριθμού των θανάτων. Οι θάνατοι υπερδιπλασιάσθηκαν ανάμεσα στην πρώτη μεταπολεμική πενταετία και στην τελευταία αντίστοιχη (2013-2017). Ο αριθμός των θανάτων αναμένεται να αυξηθεί και τις δυο επόμενες δεκαετίες.
Η πορεία των γεννήσεων την ίδια περίοδο ήταν διαφορετική. Ενώ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 ο αριθμός τους υπερέβαινε σταθερά τις 140.000, στη συνέχεια καταγράφεται μια σημαντική πτώση (102.000 το 1990). Οοι γεννήσεις θα σταθεροποιηθούν γύρω από τις 100.000 την δεκαετία του 1990. Καταγράφηκε μάλιστα μια μικρή αύξησή τους ανάμεσα στο 2001 και το 2008. Το 2017 όμως οι γεννήσεις δεν υπερβαίνουν τις 85.500 με αποτέλεσμα το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων να είναι αρνητικό κατά 36.000.
Το δημογραφικό πρόβλημα τα επόμενα χρόνια
Μπορούμε να ελπίσουμε ότι τις επόμενες δεκαετίες οι γεννήσεις θα ανακάμψουν;
Ο κ. Κοτζαμάνης εκτιμά ότι αυτό είναι αδύνατον. Επισημαίνει ότι ο πληθυσμός των γυναικών που θα είναι σε ηλικία να τεκνοποιήσουν αναμένεται να μειωθεί (κατά 300 χιλιάδες ανάμεσα στο 2018 και το 2035), ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχουν βάσιμες πιθανότητες ότι θα αυξηθεί ο μέσος αριθμός των παιδιών που θα φέρουν στον κόσμο. Αλλά ακόμη και αυτό αν γίνει, εάν δηλαδή οι γυναίκες που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000 αυξήσουν λίγο τον αριθμό των παιδιών τους, φέρνοντας στον κόσμο, κατά μέσο όρο, από 1,5 παιδιά έως 1,7-1,8 παιδιά, ο μέσος ετήσιος αριθμός των γεννήσεων την περίοδο 2018-2035 δύσκολα θα ξεπεράσει τις 95.000.
Με δεδομένο ότι οι ετήσιοι θάνατοι την ίδια περίοδο θα ανέλθουν στην καλύτερη των περιπτώσεων στις 135.000 και στη δυσμενέστερη στις 140.000, ακόμη και αν υιοθετήσουμε το πλέον ευνοϊκό για τις γεννήσεις σενάριο το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων μέχρι το 2035 θα παραμείνει αρνητικό κατά 40.000-45.000 ανά έτος.
Με βάση τα παραπάνω, ακόμη και στην περίπτωση που το μεταναστευτικό ισοζύγιο παραμείνει μηδενικό (όσοι έξοδοι τόσοι και είσοδοι), το 2035, στην πλέον ευνοϊκή περίπτωση θα είμαστε οι Έλληνες κατά 700-800 χιλιάδες. λιγότεροι σε σχέση με το 2018, κάτι που δείχνει το μέγεθος του δημογραφικού προβλήματος.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!