Ήταν Δεκέμβριος του 2019 όταν ο Σύλλογος Φίλων Σιδηροδρόμου Τρικάλων έκανε την τελευταία του εκδρομή. Μετά ήλθε η πανδημία και πάγωσαν όλα. Φέτος το καλοκαίρι είπαμε να ξορκίσουμε τον καταραμένο ιό και να επιχειρήσουμε μια εξαήμερη εκδρομή στα Ανατολικά Βαλκάνια.
Ξεκινήσαμε λοιπόν το πρωί της Παρασκευής 26 Αυγούστου με προορισμό την Αλεξανδρούπολη όπου φτάσαμε το μεσημέρι. Είχαμε δυο ώρες στη διάθεσή μας για να δούμε την πόλη αλλά μια καταρρακτώδης βροχή που κράτησε ακριβώς αυτές τις δύο ώρες δεν μας άφησε να δούμε τίποτα άλλο εκτός απ’ τον φάρο στο λιμάνι.
Στις τρεις μετά το μεσημέρι συγκεντρωθήκαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό του λιμανιού, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο βρεγμένοι για να επιβιβαστούμε στην αυτοκινητάμαξα με προορισμό το ακριτικό Ορμένιο.
Το τρενάκι αναχώρησε στην ώρα του και ακολούθησε την πορεία προς τον βορρά δίπλα στον ποταμό Έβρο. Το προσωπικό, αποτελούμενο από δύο νεαρούς, έναν μηχανοδηγό και έναν συνοδό πρόθυμα μας ξεναγούσε και μας υποδείκνυε τα μέρη ιδιαίτερου ενδιαφέροντος (υδροβιότοπους, φράχτης του Έβρου, κ.ά. ) που μπορούσαμε να δούμε και ν’ αποτυπώσουμε στη μνήμη μας ή στις φωτογραφικές μηχανές και τα κινητά μας. Το τρένο κινούνταν άνετα, στην μόλις προ δεκαπενταετίας πλήρως ανακαινισμένη γραμμή, με λιγοστούς όμως επιβάτες περνώντας από ερημωμένους σταθμούς και πολλά χωριά εκατέρωθεν των γραμμών. Δικαιολογημένη λοιπόν η απορία όλων μας, γιατί άραγε προγραμματίζεται η εκ νέου ανακατασκευή και μάλιστα ο διπλασιασμός της γραμμής αυτής τη στιγμή που πάνω της κινείται μόνο ένα τρένο, σε ένα μόνο δρομολόγιο κι αυτό σε εντελώς άκυρη για τους ντόπιους ώρα; Όμως το ελληνικό κράτος τις επιδοτήσεις του για τα δρομολόγια δεν τις ξοδεύει για τον ακριτικό Έβρο ώστε να κυκλοφορήσουν εκεί περισσότερα τρένα αλλά τις ξοδεύει στον …άγονο άξονα Αθήνας-Θεσσαλονίκης για να κινούνται εκεί άδεια τα ΙΝΤΕΡΣΙΤΙ ΕΞΠΡΕΣ με τα πανάκριβα εισιτήρια και την παντελή έλλειψη σταθμεύσεων και εξυπηρέτησης του επιβατικού κοινού.
Έτσι λοιπόν, απολαμβάνοντας τα ακριτικά μας τοπία και συζητώντας τα παράδοξα που συμβαίνουν στη χώρα, (όπως κλεπτοκρατία, διαπλοκή, εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων σε βάρος του κοινωνικού συνόλου) φτάσαμε στο ακριτικό Ορμένιο, προς μεγάλη έκπληξη των λιγοστών ντόπιων ταξιδιωτών και όσων περίμεναν τους δικούς τους να αποβιβαστούν. Δεν σταματούσαν να μας φωτογραφίζουν (εμάς και το λεωφορείο που μας περίμενε, γίναμε αξιοθέατο), γιατί όπως φαίνεται ο σταθμός ‘’ΟΡΜΕΝΙΟ’’ είχε δεκαετίες να βιώσει κάτι ανάλογο. Μας συγκίνησαν οι ντόπιοι, όταν επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο και μας τράταραν τα ντόπια τους δαμάσκηνα για να συνεχίσουμε το ταξίδι.
Με την αναμενόμενη καθυστέρηση στα σύνορα και διασχίζοντας οδικώς πλέον τη βουλγαρική ύπαιθρο φθάσαμε το βράδυ στη Στάρα Ζαγόρα για την πρώτη διανυκτέρευσή μας. Το πρωί είχαμε την ευκαιρία να περπατήσουμε στους φαρδείς της δρόμους και τις πλατείες, να θαυμάσουμε το πράσινο που τόσο λείπει από τις δικές μας πόλεις, έως ότου επιβιβαστούμε στο τρένο για το Βελίκο Τάρνοβο.
Η Βουλγαρία είναι μια χώρα με πυκνό σιδηροδρομικό δίκτυο, στο μεγαλύτερο μέρος του ηλεκτροκινούμενο από παλιά. Το τρένο είναι αρκετά δημοφιλές και χρήσιμο στους κατοίκους της. Έτσι σε όλους τους σταθμούς περίμεναν αρκετοί επιβάτες για να επιβιβαστούν κι έτσι τελικά είχαμε και πολλούς όρθιους συνταξιδιώτες. Παρότι αυτό δυσκόλευε τη δική μας άνεση, τα κινητά δεν σταμάτησαν να βγάζουν φωτογραφίες και να τραβούν βίντεο από τις καταπράσινες πλαγιές με τα γραφικά χωριά καθώς ο συρμός σκαρφάλωνε στον Αίνο, για να μας πάει τελικά στις δύο το μεσημέρι στο πανέμορφο Βελίκο Τάρνοβο την παλιά πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Με το λεωφορείο πια κατευθυνθήκαμε στον λόφο που βρίσκεται το φρούριο του Τσάρεβετς όπου θα περνούσαμε το μεσημέρι. Η ηλιόλουστη μέρα μας έδωσε απλόχερα την ευκαιρία για ωραίες φωτεινές φωτογραφίες στο κατάφυτο τοπίο της παλιάς πόλης με το ποτάμι και το κάστρο.
Κάπως έτσι πέρασε η ώρα και αναχωρήσαμε για το γοητευτικό Ρούσε. Το βρήκαμε λουσμένο στην υγρασία του μεγάλου ποταμού. Περπατήσαμε στον κεντρικό πεζόδρομο και φτάσαμε στις όχθες του Δούναβη. Γυρίσαμε κατόπιν στην πλατεία να πιούμε έναν καφέ και ξεκινήσαμε και πάλι για το Βουκουρέστι. Περάσαμε την μεγάλη επιβλητική γέφυρα που βρίσκεται ανάμεσα στους δύο μεθοριακούς σταθμούς και στις δέκα το βράδυ ήμασταν πια στο ξενοδοχείο μας.
Η επόμενη μέρα ήταν αφιερωμένη στην περιήγηση στο κέντρο του Βουκουρεστίου που δίκαια ονομάζεται Παρίσι της ανατολής, αρχίζοντας από το μεγαλόπρεπο ‘’παλάτι του λαού’’ και καταλήγοντας το βράδυ στο κέντρο της πόλης μαζί με χιλιάδες ντόπιους και ξένους επισκέπτες για να παρακολουθήσουμε ένα μοναδικό φαντασμαγορικό ‘’show’’ με τα αμέτρητα σιντριβάνια να λικνίζονται στο ρυθμό της μουσικής (ρουμάνικης, κλασσικής, Beatles, Pink Floyd κ.ά.).
Η Δευτέρα ήταν η μέρα για το ταξίδι στο Μπρασόφ. Άλλη μια διαδρομή με τρένο από τον κεντρικό σταθμό της πόλης του Βουκουρεστίου. Οι αποβάθρες πολλές, οι αναχωρήσεις ανά πεντάλεπτο, οι ρουμάνοι με τα ελάχιστα αγγλικά κι εμείς με τα λιγοστά ‘βλάχικα’’ που μιλούσαν κάποιοι, ευτυχώς τα καταφέραμε να βρούμε το σωστό τρένο και το σωστό βαγόνι.
Το ταξίδι παρότι στην αρχή είναι σε μια απέραντη πεδιάδα με τα μεγάλα αγροτεμάχια, δίνει το έναυσμα για συγκρίσεις με την κατακερματισμένη ελληνική ύπαιθρο. Όσο όμως πλησιάζουμε στην Τρανσυλβανία το τοπίο γίνεται μαγικό. Η σιδηροδρομική γραμμή ελίσσεται στις πλαγιές των Καρπαθίων δίπλα σε ποτάμια, όμορφα χωριουδάκια αλλά και πόλεις όπως η Σινάια. Εκεί μας περίμενε μια απίθανη έκπληξη. Συναντήσαμε το θρυλικό Orient Express που μετά από τρία χρόνια ακινησίας ξανάρχισε με 16 βαγόνια τα δρομολόγια Παρίσι-Κωνσταντινούπολη μέσω Βιέννης-Βουδαπέστης- Βουκουρεστίου. Και πριν προλάβουμε να χορτάσουμε όλες αυτές τις εικόνες φτάσαμε στο Μπρασόφ. Το κέντρο της παλιάς πόλης με τη “Μαύρη Εκκλησία” και τα καλοδιατηρημένα κτίρια γύρω απ’ την πλατεία και όχι μόνο είναι ένα μεγάλο ζωντανό μουσείο. Από πάνω στην πλαγιά του βουνού δεσπόζει το τελεφερίκ που το χρησιμοποίησαν μερικοί από μας για να απολαύσουν την πανοραμική θέα.
Το λεωφορείο σχεδόν μας παρακολουθεί και βρίσκεται δίπλα μας όταν το χρειαζόμαστε. Για την επιστροφή στο Βουκουρέστι επιβιβαζόμαστε σ’ αυτό για τις επόμενες δύο στάσεις. Μία στο χωριό του Δράκουλα που μάλλον τον είχε πάρει ο ύπνος και ήταν κλειδαμπαρωμένος στον πύργο του που τον φωτογραφίσαμε απ’ έξω και μια το βράδυ πια στην όμορφη καλοδιατηρημένη Σινάια.
Η τελευταία μέρα είναι η μέρα πολλαπλών επιλογών για την ομάδα, ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του καθένα. Έτσι έχουμε:
• την ομάδα που μετέβη με τρένο στην Κωστάντζα για περιήγηση στην πόλη και στο λιμάνι της στη Μαύρη Θάλασσα.
• την άλλη ομάδα που έμεινε για περιήγηση στο Βουκουρέστι ξεκινώντας από την αψίδα του θριάμβου, αντίγραφο της αντίστοιχης των Παρισίων, περιήγηση στο Herăstrău Park με τη λίμνη, το μουσειακό εθνικό χωριό με την πραγματική εξέλιξη της κατοικίας και των δραστηριοτήτων των κατοίκων, την όπερα, το μοναδικό Κοιμητήριο Μπελού, μέλος του Διεθνούς Οργανισμού Αξιόλογων Κοιμητηρίων, με μοναδικά γλυπτά μεταξύ των οποίων και της οικογένειας Χαλεπά από την Τήνο, όταν ήκμαζε η ελληνική παροικία στο Βουκουρέστι και άλλα.
Αργά το απόγευμα όλοι σχεδόν συναντηθήκαμε εντελώς τυχαία για τα τελευταία ψώνια μας σε καταστήματα κοντά στο ξενοδοχείο, ετοιμαζόμενοι για το ταξίδι της επιστροφής.
Κάπως έτσι φτάσαμε στην τελευταία μέρα του ταξιδιού μας. Ξεκινώντας στις οκτώ το πρωί απ’ το Βουκουρέστι και κάνοντας τις απαραίτητες στάσεις για ξεκούραση και ψώνια στα αφορολόγητα φτάσαμε λίγο πριν τις δώδεκα το βράδυ στα Τρίκαλα.
Ο ιός, παρότι τον είχαμε ξορκίσει, μας άγγιξε οριακά χωρίς ευτυχώς να μας ταλαιπωρήσει πολύ.
Θερμά ευχαριστούμε όσους πήραν μέρος στην εκδρομή και έδειξαν την απαιτούμενη κατανόηση σε ότι προέκυπτε. Κύρια όμως ευχαριστούμε τους αφανείς συνοδοιπόρους μας όλες αυτές τις μέρες, τους δύο οδηγούς του τουριστικού λεωφορείου, τον Δημήτρη Βράκα και τον Δημήτρη Μπεχλιβάνο για την άψογη συνεργασία, την εξυπηρέτηση και την ικανοποίηση όλων των επιθυμιών μας,.
Ευχόμαστε σε όλους ένα καλό φθινόπωρο και ελπίζουμε σε άλλες τέτοιες αποδράσεις στο μέλλον.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΙΛΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!