Παραθέτουμε την Ομιλία της Βουλευτού Τρικάλων του ΣΥΡΙΖΑ, Παναγιώτας Δριτσέλη, στο σχέδιο νόμου «Ρύθμιση θεμάτων μεταθέσεων οπλιτών, μέριμνας προσωπικού και άλλες διατάξεις» στην Ολομέλεια Βουλής της 28/1/2016.
Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι άλλη μία νομοθετική παρέμβαση της Κυβέρνησης, στη μεγάλη προσπάθεια που έχει ξεκινήσει εδώ και ένα χρόνο περίπου για εκδημοκρατισμό των θεσμών, για αξιοκρατία, για διαφάνεια, για κοινωνική δικαιοσύνη. Και είναι άλλη μία φορά που ομολογουμένως τα κόμματα της Αντιπολίτευσης και κυρίως η Αξιωματική Αντιπολίτευση έχει αφωνία. Σε κάθε τέτοια νομοθετική παρέμβαση, διαβάζοντας κανείς τον αριθμό των Βουλευτών της Αντιπολίτευσης που εγγράφονται για να τοποθετηθούν, είναι τόσο ελάχιστος όσο και τα επιχειρήματα που έχουν για να μην ψηφίσουν ένα τέτοιο νομοσχέδιο.
Διότι το σημερινό νομοσχέδιο αποτελεί ουσιαστική τομή. Είναι ένα νομοσχέδιο που έπρεπε να έχει γίνει χθες, προχθές, πριν πολλά χρόνια. Είναι ένα νομοσχέδιο που εμπεδώνει τις αξίες, που θωρακίζει το κύρος των Ενόπλων Δυνάμεων, που αναβαθμίζει ποιοτικά τη στρατιωτική και ακαδημαϊκή εκπαίδευση.
Συγχρόνως, είναι ένα νομοσχέδιο άκρως ανθρωποκεντρικό. Είναι ένα νομοσχέδιο που συγχρονίζεται με τις νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της χώρας. Είναι ένα νομοσχέδιο που αντιμετωπίζει τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και τους οπλίτες ως ανθρώπους με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και αξιοποιεί όλες τις γνώσεις και όλες τις εμπειρίες τους.
Γι’ αυτό και κρίνεται ως ένα νομοσχέδιο, το οποίο είναι θετικό, γιατί κυρίως έρχεται να αντιμετωπίσει μία απίστευτη παραφωνία των τελευταίων χρόνων, μια πελατειακή παραφωνία που είχε δημιουργηθεί και είχε διογκωθεί από όλες ανεξαιρέτως τις προηγούμενες κυβερνήσεις αυτής της χώρας. Γι’ αυτό φιλοδοξεί να θέσει ένα τέρμα στις αδιαφανείς λογικές που επικρατούσαν κυρίως στα θέματα των μεταθέσεων των οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες μέχρι πρότινος συνέχιζαν να αμαυρώνουν το κύρος του θεσμού και να καταβαραθρώνουν κυρίως το ηθικό των οπλιτών.
Και επειδή ορισμένοι έχουν την τάση και να κραυγάζουν και να αντιπολιτεύονται χωρίς κανέναν λόγο, καλό είναι να θυμούνται ότι το πολιτικό σύστημα των τελευταίων τριάντα ετών είναι αυτό το οποίο εξέθρεψε αυτές τις πελατειακές σχέσεις, υποβαθμίζοντας ραγδαία το κύρος του στην κοινωνία.
Ταυτόχρονα, το κοινωνικό μήνυμα που συνήθιζαν να εκπέμπουν, είναι «ελάτε, ρε παιδιά, και θα σας βολέψουμε» -μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, φυσικά, αυτό σταμάτησε-, αντιμετωπίζοντας έτσι τα προηγούμενα χρόνια τους πολίτες ως πελάτες, αλλά και τους οπλίτες ως ραγιάδες.
Αυτές τις παθογένειες και παρά τα υποκριτικά δάκρυα, έπρεπε να έρθει η Αριστερά για να τις αντιμετωπίσει, ενώ όλες οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις δόμησαν τις πελατειακές σχέσεις τους πάνω στις μεταθέσεις των οπλιτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων. Με αυτές τις πρακτικές τους αποδυνάμωσαν πλήρως το κύρος τους και αποδοκιμάστηκαν, φυσικά, από όλη την κοινωνία σε τρεις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Αυτό το νομοσχέδιο, λοιπόν, αποτελεί το πρώτο βήμα για τη θέσπιση ενός σταθερού, διάφανου συστήματος μοριοδότησης των οπλιτών για τις μεταθέσεις τους. Θεσπίζονται εξουσιοδοτικές διατάξεις, με τις οποίες το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας θα καταρτίσει τους πίνακες μοριοδότησης των οπλιτών, με γνώμονα τις επιχειρησιακές ανάγκες, τα κοινωνικά κριτήρια και τις δεξιότητες του κάθε στρατεύσιμου. Εμπεδώνεται έτσι ένα αίσθημα δικαιοσύνης με αυτόν τον τρόπο και προστατεύονται οι ίδιοι οι οπλίτες από τις καταχρήσεις του χρεοκοπημένου πλέον πελατειακού συστήματος.
Στόχος μας, όμως, δεν είναι μόνο η κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και η δυνατότητα συμφιλίωσης της στρατιωτικής θητείας με την επαγγελματική εξέλιξη, να μπορεί, δηλαδή, ο οπλίτης να αξιοποιείται όχι μόνο για την εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών αναγκών, αλλά και για να εξασκήσει και να βελτιώσει και ο ίδιος τις δεξιότητες και τις γνώσεις του, να κερδίσει, δηλαδή, από τη θητεία του κάτι για τη μετέπειτα κοινωνική και επαγγελματική του πορεία.
Η λογική του νομοσχεδίου είναι η ενδυνάμωση της αξιοκρατίας στις Ένοπλες Δυνάμεις και η διασφάλιση της αξιοπρέπειας του οπλίτη. Σε αυτήν την κατεύθυνση εισάγεται και ο θεσμός του Γραφείου Στήριξης Οπλιτών, ώστε να εξαλειφθούν πλήρως ακόμα και τα τελευταία κρούσματα κατάχρησης εξουσίας που δυσφημίζουν τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα οποία μπορεί να στιγματίσουν τα άξια στελέχη της. Ταυτόχρονα, οι οπλίτες αποκτούν μια σημαντική συμβουλευτική και υποστηρικτική δομή η οποία διευκολύνει την ένταξή τους στη νέα τους ζωή στη μονάδα.
Σε αυτό το νομοσχέδιο υπάρχουν επίσης και πολύ σημαντικές πρόνοιες σχετικά με τη ρύθμιση των στρατιωτικών υποχρεώσεων των ανυπότακτων οπλιτών. Οι μεγάλες καινοτομίες στο συγκεκριμένο πεδίο δεν είναι άλλες από την κατάργηση του αξιόποινου και την απαλοιφή των εξοντωτικών οικονομικών προστίμων που επιβάλλονταν. Πρόκειται για ένα ακόμη βήμα εκδημοκρατισμού των Ενόπλων Δυνάμεων το οποίο ουσιαστικά απεγκλωβίζει χιλιάδες νέους από την υπέρμετρα σκληρή αντιμετώπιση του παλαιότερου πλαισίου.
Με το νομοσχέδιο δίνεται, επίσης, η δυνατότητα αξιοποίησης των νέων επιστημόνων και ιδιαίτερα των γιατρών και των δικηγόρων, οι οποίοι μπορούν να απασχοληθούν στο αντικείμενό τους κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Με τον τρόπο αυτόν δεν επιδιώκεται, προφανώς, η υποκατάσταση της κρατικής λειτουργίας από τις δομές των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά αντίθετα στόχος είναι η κάλυψη κοινωνικών αναγκών εκεί που για διάφορους λόγους η δημόσια υπηρεσία δεν μπορεί να παρέμβει.
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα αγροτικά ιατρεία της περιφέρειας και ιδιαίτερα τα πιο απομακρυσμένα, η ενεργοποίηση οπλιτών ιατρών μπορεί να προσφέρει σημαντικές ανάσες στις ακριτικές και μειονεκτικές περιοχές της χώρας.
Για τους αποφοίτους των νομικών σχολών είναι σημαντικές επίσης οι διατάξεις με τις οποίες καθίσταται δυνατή η συνεισφορά τους στις νομικές υπηρεσίες των Ενόπλων Δυνάμεων, με την ταυτόχρονη αναγνώριση αυτής της προσφοράς για τη μετέπειτα επαγγελματική τους πορεία.
Η λογική, βέβαια, αυτών των ρυθμίσεων είναι να σταματήσει επιτέλους να αποτελεί η στρατιωτική θητεία μια εμπειρία στη ζωή ενός πολίτη χωρίς αυτή να διασυνδέεται άμεσα με την μετέπειτα εξέλιξή του.
Τέλος, κατά την άποψή μου υπάρχει ακόμη μία πολύ σημαντική πτυχή του νομοσχεδίου η οποία αφορά την ενθάρρυνση του δυναμικού των Ενόπλων Δυνάμεων να προχωρήσει σε ανώτερες και ανώτατες σπουδές, καθώς και να διευκολυνθεί στην εισαγωγή για την πλήρωση αυτού του σκοπού.
Κατοχυρώνεται το δικαίωμα στις σπουδές για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ εισάγονται και οι απαραίτητες εξουσιοδοτικές διατάξεις για την έκδοση της δευτερογενούς νομοθεσίας που θα οριοθετεί ξεκάθαρα την εφαρμογή αυτού του πλαισίου.
Στην ίδια κατεύθυνση της ενίσχυσης του επιπέδου εκπαίδευσης, αλλά και κατάρτισης του δυναμικού των Ενόπλων Δυνάμεων εντάσσεται και η αύξηση της φοίτησης των Σχολών Μονίμων Υπαξιωματικών κατά ένα έτος. Η σχετική διάταξη έρχεται να υλοποιήσει ένα πάγιο αίτημα των Σχολών αυτών για την αναβάθμιση των σπουδών και για την αρτιότερη εκπαίδευση και κατάρτιση των στελεχών τους. Η φοίτηση πλέον θα είναι τριετής και θα είναι ισότιμη των ανώτερων στρατιωτικών σχολών.
Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η Κυβέρνηση αυτή δεν διστάζει και θα συνεχίσει να κάνει τομές δημοκρατίας και προόδου, ακούγοντας την κοινωνία και αναβαθμίζοντας τους θεσμούς της πολιτείας. Σ’ αυτή την κατεύθυνση λειτουργούμε και σε σχέση με τα θέματα των Ενόπλων Δυνάμεων, δίνοντας έμπρακτες απαντήσεις ως προς τη διαφορά της δικής μας διακυβέρνησης από τα προηγούμενα έτη.
Αυτή είναι η δική μας δημοκρατική, προοδευτική αντίληψη για τα πράγματα. Και είμαστε βέβαιοι ότι, παρά τις τερατολογίες ορισμένων, η κοινωνία θα συνεχίσει να βρίσκεται δίπλα στο ΣΥΡΙΖΑ για πολλά χρόνια ακόμα. Είμαστε οργανικό κομμάτι αυτής της κοινωνίας, είμαστε η δύναμη της κοινωνικής αλλαγής και μ’ αυτά τα ηθικά πλεονεκτήματα θα συνεχίσουμε και θα πορευόμαστε.
Οι υστερικές κραυγές και τα παιχνίδια των πολιτικών εντυπώσεων δεν μας ενδιαφέρουν, αλλά ούτε μας τρομάζουν. Η προσπάθειά μας είναι ξεκάθαρη και με αυτή θα συνεχίσουμε να απευθυνόμαστε στο σύνολο της κοινωνίας.