Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας χωρικός. Ζούσε σ’ ένα αγρόκτηµα µε την πολυµελή οικογένειά του και τα πολυπληθή ζώα του, ήµερα και άγρια.
Καταπράσινα πανέµορφα λιβάδια περιτριγύριζαν το ήσυχο σπιτικό του. Τα ήµερα ζώα τα φρόντιζε µε περισσή αγάπη και στοργή. Όχι µόνο επειδή ζούσε από αυτά, αλλά διότι ήταν και φιλόζωος.
Καθηµερινά έπαιρνε όλα τα προαπαιτούµενα µέτρα για την προστασία των ήµερων ζώων από τα άγρια. Τις κότες τις έκλεινε στο κοτέτσι, τα αρνάκια και τα κατσικάκια στο µαντρί, τις πάπιες και τις χήνες σ’ ένα σπιτάκι στο κέντρο µιας λιµνούλας, το άλογο και το βόδι στον στάβλο… Τα άγρια και πεινασµένα θηρία που περιτριγυρίζαν το αγρόκτηµα δεν µπορούσαν έτσι να προκαλέσουν καµιά ζηµιά στον καλό µας χωρικό.
Παρ’ όλες όµως τις προφυλάξεις που έπαιρνε ήταν ανήµπορος απέναντι σ’ ένα φίδι. Αυτό τρύπωνε κι από τη µικρότερη χαραµάδα-ρωγµή και έτρωγε τα ζώα του. Ο χωρικός ήταν απελπισµένος.
Κάθε µέρα όλο και κάποιο από τα αγαπηµένα του ζώα κατέληγε στην αχόρταγη κοιλιά τού όφεως. Και το χειρότερο ήταν πως το φίδι όλο και µεγάλωνε κι όλο περισσότερα ζώα ήθελε για να χορτάσει. Το τραγικότερο όµως ακόµη δεν είχε συµβεί.
Ένα απόγευµα ανακάλυψε τυχαία σε µια γωνιά αυγά. Αυγά φιδιού, που θα γεννούσαν δεκάδες-εκατοντάδες άλλα φίδια-τέρατα.
Τρελαµένος µε την ιδέα ότι δεν θα είχε να αντιµετωπίσει µόνο ένα αλλά πολλά φίδια, έψαχνε και έβρισκε τα αυγά και τα κατέστρεφε. Κατέληξε να είναι η σηµαντικότερη δουλειά του αυτή. Σκέτος εφιάλτης!
Η ηρεµία του χάθηκε. Τρόµος τα όνειρά του. Παντού µπροστά του έβλεπε φίδια, χιλιάδες φίδια και αυγά, εκατοµµύρια αυγά. Έγινε νευρωτικός από την αϋπνία. Αχ! Αυτά τα καταραµένα αυγά! Αν δεν τα βρει κι εκκολαφτούν, αλίµονο. Πάνε τα ζώα του, η ζωή του.
Τα βράδια εξαντληµένος καθόταν στο χαγιάτι τού σπιτιού κι αντί να απολαµβάνει τις οµορφιές της φύσης, προσπαθούσε να φανταστεί τις πιθανές κρυψώνες, όπου µπορεί το φίδι ν’ άφηνε τα αυγά του.
Τι φρικτή ζωή! Τι έφταιγε για να τιµωρείται έτσι; Αυτός ήταν ένας καλός κι εργατικός άνθρωπος που αγαπούσε και φρόντιζε τα ζώα του. Σίγουρα δεν τού ‘πρεπε τέτοια δυστυχία.
Μέρα µε την ηµέρα η κατάστασή του χειροτέρευε. Ο στοργικός πατέρας και τρυφερός σύζυγος, δεν υπήρχε πλέον. Όλη η οικογένεια βίωνε µε τον αρνητικότερο τρόπο το δράµα του. Και του συµπαραστεκόταν το κάθε µέλος όπως µπορούσε. Στο τέλος όλοι µαζί σε κατάσταση παροξυσµού έψαχναν στο αγρόκτηµα.
Οι γείτονες τον συµπονούσαν και τον καταλάβαιναν. Του έλεγαν να κάνει κουράγιο και υποµονή, και να µην εγκαταλείψει την καθηµερινή προσπάθεια αναζήτησης και εξόντωσης των αυγών. Του έλεγαν ακόµα πως έτσι είναι η ζωή, γεµάτη προβλήµατα. Δεν ήταν δα κι ο µόνος!
Μια µέρα όµως, ένα µικρό παιδάκι αναφώνησε:
– «Μα γιατί δεν σκοτώνεις το φίδι;»…
Φίλοι µου, τώρα αποφασίστε τι θέλετε. Θέλετε να ασχοληθείτε µε το φίδι ή µε τα αυγά;
Συµπληρωµατική Σηµείωση: Αν κάποιος θέλει να παραλληλίσει τα καθηµερινά µας προβλήµατα µε τα αυγά του φιδιού, είναι ελεύθερος να το κάνει. Είναι επίσης ελεύθερος ν’ ακούσει την αθώα και αγνή φωνή του µικρού παιδιού, που υπάρχει µέσα µας, για να δώσει τη λύση στο πρόβληµα. Ποιος γεννά αυτά τα προβλήµατα εδώ και τόσα χρόνια; Μήπως είναι το κοινοβουλευτικό – πολιτικό – πελατειακό µας σύστηµα;
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!