Κυριακή, 8:00 το πρωί. Χτυπάει ξυπνητήρι. Κλασικά κάνω ότι δεν το ακούω για να κλέψω λίγα δευτερόλεπτα ύπνου! Δεν αντέχω για πολύ όμως την σπαστική αυτή μελωδία που εσκεμμένα έχω βάλει, και το κλείνω.
Κάθομαι λίγο στο κρεβάτι μέχρι να ανοίξουν καλά τα μάτια μου και σκέφτομαι για ένα δευτερόλεπτο: μήπως να συνεχίσω τον ύπνο μου από εκεί που τον άφησα; «Σχεδόν όλοι τέτοια ώρα ακόμα ξεκουράζονται και εσύ ετοιμάζεσαι για αγώνα 10 χλμ. και μάλιστα με τέτοιο συννεφιασμένο και κρύο γεμάτο υγρασία καιρό;» σκέφτομαι, αλλά ευτυχώς η θέληση είναι ισχυρή και αρχίζω σιγά σιγά να ετοιμάζομαι.
Δυο φέτες ψωμί με ταχίνι και μέλι, μία μπανάνα για πριν τον αγώνα, εξοπλισμός για κάθε καιρικές συνθήκες που μπορεί να τύχουν την ώρα της εκκίνησης και έτοιμος για ξεκίνημα.
Η ώρα πλέον έχει πάει 9 παρά τέταρτο κι εγώ βρίσκομαι στο αμάξι να το ζεσταίνω, για να ξεκινήσω την διαδρομή μου. Απέχω περίπου 82 χλμ. από την Καλαμπάκα, οπότε σταματάω πρώτα σε ένα βενζινάδικο να ενισχύσω την αυτονομία του αυτοκινήτου και φύγαμε για τα όμορφα αυτά βράχια που ακούνε στο όνομα Μετέωρα.
Ο καιρός από την στιγμή που έφυγα δεν σταμάτησε να βρέχει και εγώ σε όλη την διαδρομή σκέφτομαι τι θα φορέσω, τι ρυθμό θα ακολουθήσω και το κυριότερο τι θα συναντήσω, μιας και δεν έχω συμμετάσχει ξανά σε αγώνα 10 χλμ. citytrail, αφού γενικά τρέχω μόνο σε άσφαλτο, οπότε για εμένα προσωπικά φάνταζε κάτι το διαφορετικό, το επικίνδυνο αλλά και συναρπαστικό μαζί.
Τραβάω χειρόφρενο και κοιτάω την ώρα. 10:10 π.μ. Μια χαρά στην ώρα μου όπως το υπολόγιζα. Η βροχή για καλή μου τύχη σταμάτησε λίγο πριν φτάσω στην Καλαμπάκα. Κοιτάω το θερμόμετρο του αυτοκινήτου και δείχνει 10 βαθμούς Κελσίου. Φοράω λοιπόν τον καταλληλότερο εξοπλισμό που είχα για τις συνθήκες αυτές, τρώω την μπανάνα που είχα πάρει μαζί μου από το σπίτι και πάω στη γραμματεία του αγώνα, για να πάρω το νούμερο, τσιπάκι και τα σχετικά…
Αφού τακτοποιούμε με το νούμερο, που πάντα με βασανίζει να το στερεώσω στην μπλούζα, μιας και συνέχεια κάπου θα στραβώνει και θα θέλει λίγο τέντωμα από τη μια άκρη και λίγο μάζεμα από την άλλη, αρχίζω το σχετικό ζέσταμα και ήπιες διατάσεις μετά.
Η ώρα 11:00 π.μ. και ο αφέτης έτοιμος να δώσει την εκκίνηση για τα 315 περίπου άτομα που έλαβαν μέρος στον αγώνα. Ξεκινώντας ο δρόμος ευθύς με μια σχετικά μικρή κατηφόρα, οπότε και ο ρυθμός λίγο πιο γρήγορος για όλους. Μετά το 1,5χλμ. περίπου η πρώτη ευχάριστη έκπληξη μας περίμενε στον γραφικό σταθμό τρένων, αφού ανεβήκαμε την πεζογέφυρα από τη μία μεριά και την κατεβήκαμε από την άλλη, τρέξαμε για λίγο ακόμα δίπλα από τις γραμμές και βγήκαμε πάλι στα στενά της πανέμορφης Καλαμπάκας.
Η μεγάλη έκπληξη όμως ήρθε στο τέλος του 3ουχλμ, όταν είδα να υψώνεται μπροστά μου ένας βράχος, που με καλούσε να σταματήσω και να γυρίσω πίσω στη θαλπωρή του σπιτιού μου και της οικογένειάς μου. Πεισματάρης όμως όπως είμαι βάζω πρώτη ταχύτητα στο εγκεφαλικό σασμάν μου και συγκεντρώνομαι στις αναπνοές μου.
Ξάφνου μπαίνουμε μέσα σε κάτι αμφιθεατρικό και γυρνώντας το κεφάλι βλέπω μια σκηνή αριστερά μου, οπότε αμέσως καταλαβαίνω ότι τώρα είμαι στο υπαίθριο θέατρο της Καλαμπάκας.
Σκέφτομαι και δίνω το δεύτερο μπράβο στη διοργάνωση, μετά την όμορφη πινελιά του σιδηροδρομικού σταθμού, και αγωνιώ τι άλλο έχουν να δουν τα μάτια μου, αφού απομένουν κάτι περισσότερο από 7 χλμ ακόμη μέχρι τον τερματισμό.
Μετά το θέατρο ακολουθεί η πολύ δύσκολη ανάβαση του λόφου Προφήτη Ηλία, όπου η καρδιά φτάνει σε φρενήρεις ρυθμούς και οι ανάσες γίνονται γρήγορες και κοφτές. Στην κορυφή μας περιμένει ένας από τους πολλούς ανθρώπους της διοργάνωσης, για να μας προσφέρει λίγο νερό από την πηγή και να μας δώσει κουράγιο να συνεχίσουμε.
Τελειώνοντας την κατάβαση του λόφου, λέω στον δύσμοιρο τον εαυτό μου ότι τα δύσκολα περάσανε και αρχίζω να επιταχύνω. Σύντομα όμως ανακάλυψα ότι πλανώμαι πλάνην οικτράν. Λίγα μέτρα αργότερα, ανεβαίνοντας μερικά σκαλιά, απλώνεται μπροστά μου ένας δεύτερος λόφος, ίσως δυο φορές μεγαλύτερος του προηγούμενου. Η ένταση όμως του λόφου του Προφήτη Ηλία μου έδωσε τις σωστές ανάσες και τον ρυθμό που ήθελε το σώμα μου, για να συνεχίσει σε αυτό που πρώτη φορά στην δρομική μου εμπειρία λέγεται αγώνας citytrail.
Η ανάβαση και πάλι δύσκολη και με την καρδιά για άλλη μια φορά στα κόκκινα, αναρωτιέμαι εάν στις διαλλειματικές μου προπονήσεις έχω φτάσει ποτέ σε αυτούς του παλμούς.
Η διαδρομή συνεχίζεται ίδια, και στο 5ο χλμ. φτάνουμε στο ωραιότερο σημείο του αγώνα, σε ένα πολύ όμορφο μονοπάτι ακριβώς κάτω από τα Μετέωρα, αντλώντας δύναμη και κουράγιο από τους αιώνιους αυτούς βράχους.
Επόμενη έκπληξη ήταν μετά την τροφοδοσία νερού κάπου στο 6ο χλμ., όπου ο δρόμος τελείωνε και χώριζε αριστερά και δεξιά, και μη ξέροντας προς τα πού να πάω φωνάζω: «Προς τα πού;»
Κάποιος μου δείχνει ευθεία μπροστά κάτι σκαλιά. Ανεβαίνω και εγώ μη έχοντας ιδέα που βγάζουν αυτά τα σκαλιά και μπαίνω κατευθείαν σε ένα κτήριο με γραφεία όπου κάποιος άλλος από την διοργάνωση μου δείχνει πάλι κάτι σκαλιά, αλλά αυτή τη φορά να τα κατέβω και βγαίνω πάλι στο δρόμο, όπου πλήθος κόσμου χειροκροτούσε τον κάθε αθλητή δίνοντας κουράγιο. Πιθανολογώ ότι ήταν το Δημαρχείο, και συνεχίζω αγέρωχος τον δρόμο μου.
Η διαδρομή συνεχίστηκε έτσι ανεβοκατεβαίνοντας σκαλιά, δρομάκια πάσης φύσεως, περνώντας μέσα από την πανέμορφη παλιά πόλη και καταλήγοντας στο σημείο της εκκίνησης.
Τερματίζοντας, ο άνθρωπος που μου έδωσε το αναμνηστικό μετάλλιο με ρώτησε πώς ήταν, και το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ, είπα: «απλά τέλεια».
Τα συναισθήματα ανάμεικτα από χαρά, κούραση και περηφάνια που τερμάτισα κάτι το πρωτόγνωρο για μένα έως τότε citytrail. Η διαδρομή σίγουρα είναι απαράμιλλου φυσικού κάλους, όπως προϊδέαζε το σποτ της διοργάνωσης, και σίγουρα θα καθιερωθεί κάθε χρόνο η συμμετοχή μου στον αγώνα δρόμου στην υπέροχη αυτή πόλη.
Η οργάνωση του αγώνα ήταν κάτι το απίστευτο με ένα, δύο ή και περισσότερα άτομα σε κάθε στροφή να σου δίνουν πρόθυμα οδηγίες και κουράγιο μέχρι τον τερματισμό, όπου υπήρχε η ιδανική ενυδάτωση και συμπλήρωση ενέργειας μετά από έναν τόσο κουραστικό αγώνα.
Για μένα πλέον θα αποτελέσει μέτρο σύγκρισης σε ομορφιά αλλά και σε δυσκολία με τους επόμενους αντίστοιχους αγώνες…
Διατάσεις, καφεδάκι με φίλο συναγωνιστή και επιστροφή στα πάτρια εδάφη, με το μυαλό μου να μην ξεκολλάει από την πιο όμορφη δρομική μου εμπειρία μέχρι τώρα!
Ραντεβού ελπίζω και σίγουρα το 2015!
Μάγγας Βασίλειος, 33 χρόνων από Λάρισα
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!