«Το μυστήριο της οικονομίας του Χριστού σημαίνεται μεν δι’ αυτής της θυσίας, αλλά σημαίνεται και δια των τελουμένων και λεγομένων…» (Ν. Καβάσιλας).
Ολόκληρη η Θεία Λειτουργία τόσο με τα όσα γίνονται, τα τελούμενα, όσο και με τα λεγόμενα και ψαλλόμενα είναι μια διήγηση του μυστηρίου της ενανθρώπισης του Χριστού και της σωτηρίας του ανθρώπου. Η Χάρη του Θεού μεταδίδεται στον κάθε χριστιανό, χωρίς ο ίδιος να το αντιλαμβάνεται, μυστικά και αθόρυβα.
Η «Μικρά» Είσοδος ή Είσοδος του Ευαγγελίου ή πρώτη Είσοδος σημαίνει και φανερώνει την παρουσία του Χριστού στον κόσμο και την είσοδό Του στην τριετή δημόσια εμφάνισή Του σ’ αυτόν (Γερμανός Κ/Πόλεως), που έχει σκοπό να διδάξει και φωτίσει τον κόσμο.
Λέγεται δε μικρά Είσοδος σε αντιδιαστολή από τη Μεγάλη Είσοδο, κατά την οποία τα Τίμια δώρα μεταφέρονται εν πομπή από την Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα. Ιστορικά, πρέπει να αναφέρουμε πως μέχρι και πριν τον Ε’ αιώνα, η Θεία Λειτουργία άρχιζε από τη Μικρή Είσοδο, την Είσοδο του Ευαγγελίου, το οποίο φυλάσσονταν στο σκευοφυλάκιο και το οποίο για πρώτη φορά από την έναρξη του Όρθρου εισέρχονταν εν πομπή στο Ιερό βήμα. «Πρόκειται περί της εισόδου κλήρου και λαού εις τον ναόν…» (Ι. Φουντούλης).
Τα αναμμένο κερί που προηγείται του Ευαγγελίου, εκτός από πρακτικούς λόγους να διανοίγει «δρόμο» για να περάσει η πομπή των εισοδευόντων και να φωτίζει τον Ιερέα κατά την ανάγνωση των ιερών κειμένων, μεταφορικά δηλώνει τον φωτισμό της διανοίας των ανθρώπων. Συμβολίζει το Χριστό ο οποίος είναι το φως του κόσμου. «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία αλλ’ έξει το φως της ζωής» (Ιω. 8,12).
Ο λόγος του Χριστού είναι φως που φωτίζει το νου και καίει κάθε αμαρτία του ανθρώπου. Συμβολίζει το φως που φωτίζει όλους τους ανθρώπους. «Φως Χριστού φαίνει πάσι». Συμβολίζει τον Τίμιο Πρόδρομο, ο οποίος έλεγε: «Έρχεται ο ισχυρότερός μου, του οποίου εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω το λωρί (κορδόνι) των υποδημάτων Του» (Λκ. 3,16).
Σημειώνουμε ακόμη πως το κερί είναι «μια μικρή προσφορά και θυσία. Συμβολίζει τη θυσιαζόμενη αγάπη, που λιώνει σιωπηρά για να φωτίζει. Μια λαμπάδα μπροστά στην Παναγία, ένα φλογερό «παρακαλώ», ένα θερμό «ευχαριστώ».
Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, η Είσοδος του Ευαγγελίου συμβολίζει την είσοδο των πιστών στο ναό, που σημαίνει τη μετάθεσή τους από την κακία στην αρετή.
Εισερχόμενος ο πιστός στο ναό αλλάζει προσανατολισμό. Αφήνει το δικό του τρόπο ζωής και μπαίνει στη ζωή του Χριστού (Μωυσής Αγιορείτης). Ζει σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού.
Με το Ευαγγέλιο δηλώνεται ο Χριστός, όπως τα προφητικά βιβλία λέγονται ‘Προφήτες’. «… έχουσι Μωυσέα και τους προφήτες, ακουσάτωσαν αυτών» (Λκ. 16,29), είπε ο Αβραάμ στον πλούσιο, όταν του ζήτησε να πάει ο Λάζαρος στο σπίτι του πατέρα του για να πληροφορήσει τα αδέλφια του την κατάσταση που βρισκόταν.
Ο Ιερέας Λειτουργός, εξερχόμενος από το Ιερό βήμα κρατά το Ευαγγέλιο στο ύψος του προσώπου του, καλύπτει μ’ αυτό το πρόσωπό του. Τούτο σημαίνει πως ο εισοδευόμενος δεν είναι ο Ιεράς, αλλά Αυτός ο Χριστός, ο Οποίος έρχεται στο κόσμο για να τον διδάξει και να τον φωτίσει. Και το ότι το Ευαγγέλιο βγαίνει κλειστό, σημαίνει πως ο Χριστός εισέρχεται στον κόσμο σιωπηλός.
Κρατώνας ψηλά το Ευαγγέλιο ο Ιερέας ή ο διάκονος όταν υπάρχει, ζητάει μαζί με τη δική μας είσοδο, να γίνει και η είσοδος των αγίων αγγέλων για να συλλειτουργούν και συνδοξολογούν μαζί μας την αγαθότητά Του. «Δέσποτα Κύριε… κάνε τώρα με τη δική μας είσοδο στον άγιο και ιερό θυσιαστήριο να μπουν και οι άγιοι άγγελοι. Για να συλλειτουργήσουν μαζί μας και μαζί μας να δοξολογήσουν την αγαθότητά Σου…».
«Άγγελοι και άνθρωποι αποτελούν πλέον ένα χορό κι έτσι οι δύο ιεραρχίες, ουράνια και εκκλησιαστικά, συνδέονται» (Ν. Καβάσιλας).
Φθάνοντας μπροστά στην Ωραία Πύλη, και αφού ασπασθεί το ιερό Ευαγγέλιο, θα το υψώσει με ιεροπρέπεια και με ισχυρή και επιβλητική φωνή θα πει: «Σοφία Ορθοί». Η ύψωση του Ευαγγελίου εκτός από πρακτικό σκοπό, για να δουν όλοι οι πιστοί το Ευαγγέλιο, σημαίνει και την ανάδειξη, επίδειξη, του Κυρίου στο εκκλησίασμα.
Η πρώτη λέξη («σοφία»), σημαίνει ότι Ευαγγέλιο είναι η σοφία του Θεού, που μας γνώρισε ο Χριστός. Αυτή η ύψιστη σοφία δηλαδή το Ευαγγέλιο, είναι η σοφίζουσα εμάς διδασκαλία. Η διδασκαλία του Χριστού που μας κάνει σοφούς.
Η δεύτερη λέξη («Ορθοί»), είναι προτροπή του Ιερέα στο εκκλησίασμα να σηκωθεί, και όρθιο να υποδεχθεί τη σοφία αυτή. «Να υψώσουμε τη διάνοια πάνω από τα γήινα και να δεχθούμε το σπόρο (το λόγο του Θεού), προς αγαθή καρποφορία» (Μωυσής Αγιορείτης).
Οι πιστοί υπακούουν στην προτροπή. Όρθιοι όλοι, κληρικοί και λαϊκοί, σωματικά και πνευματικά αποδίδουν τιμή στο Χριστό ψάλλοντες με ευλάβεια και δέος «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ. Σώσον ημάς Υιέ Θεού». («Ελάτε να προσκυνήσουμε όλοι μαζί λατρευτικά και να γονατίσουμε με φρόνημα ταπεινό μπροστά στο Χριστό και να του ειπούμε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, σώσε όλους εμάς που Σε δοξολογούμε και Σε ψάλλουμε το αλληλούια (=αινείτε τον Θεόν)»).
Μετά από αυτή τη παρακλητική κραυγή ο Ιερέας θα εισέλθει στο Ιερό Βήμα και θα αποθέσει πάνω στην Αγία Τράπεζα το Ιερό Ευαγγέλιο.
Πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου ο Ιερέας ικετεύει το Θεό να δεχθεί τον Τρισάγιο ύμνο και να ανταποδώσει τη Χάρη Του σε όλους εμάς που Τον υμνούμε. «Ποια Χάρη;». Να αγιάσει τις ψυχές μας και τα σώματα και να συγχωρήσει κάθε αμάρτημα, που με τη θέλησή μας ή χωρίς αυτήν διαπράξαμε. Και να μας δώσει δύναμη ώστε να Τον λατρεύουμε με καθαρότητα και αγιότητα σε όλη μας τη ζωή. «Συγχώρησον ημίν παν πλημμέλημα εκούσιό τε και ακούσιον, αγίασον ημών τας ψυχάς και τα σώματα, και δος ημίν εν οσιότητι λατρεύειν σοι πάσας τας ημέρας της ζωής ημών».
Του Ευαγγελικού αναγνώσματος προηγείται το Αποστολικό Ανάγνωσμα με το οποίο διακηρύττεται ότι ο Χριστός, που είναι ο Σωτήρας και Λυτρωτής μας, ήρθε και εξ ονόματός του οι μαθητές εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο ως απεσταλμένοι Του και εξαγγέλουν τη διδασκαλία Του.
Με την επαναλαμβανόμενη μονολεκτική φράση «πρόσχωμεν», ο Ιερέας παραγγέλει στους πιστούς να μην είναι αμελείς και να μην στέκονται με ραθυμία, βαριεμάρα, οκνηρία και νωθρότητα, αλλά να έχουν το νου τους προσηλωμένο στα τελούμενα και ψαλλόμενα. «Ας προσέξουμε σ’ αυτά που θα ακουσθούν. Είναι η σοφία του Θεού. Ας προσέξουμε». («Πρόσχωμεν, σοφία, πρόσχωμεν»).
Της ανάγνωσης της Ευαγγελικής περικοπής προηγείται ακόμη η ευχή με την οποία ο Ιερέας ζητά να λάμψει στις καρδιές μας το φως της θεογνωσίας για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα θεία λόγια και να κατανικήσουμε το κοσμικό φρόνημα και κάθε αμαρτωλή σαρκική επιθυμία και να ζήσουμε ζωή πνευματική με πράξεις και σκέψεις μόνο όσες είναι αρεστές στο Θεό. «Έλαμψον εν ταις καρδίαις ημών, φιλάνθρωπε Δέσποτα, το της σης θεογνωσίας ακήρατον φως…». Ο χριστιανός φωτίζεται όταν παρακολουθεί και συμμετέχει απερίσπαστος σ’ αυτά που αναγιγνώσκονται και τελούνται. Όταν είναι απαλλαγμένος από περιπλανήσεις και βιοτικές μέριμνες. «…αποθώμεθα πάσαν την βιοτικήν μέριμναν…».
Μετά την ευχή ο Ιερέας θα ζητήσει και πάλι από τους πιστούς να ακούσουν και να προσέξουν τα λόγια του Ευαγγελίου, που είναι η σοφία του Θεού, όρθιοι («Ορθοί»).
«Ποια είναι η σοφία;» Είναι οι κατάλληλες σκέψεις και λογισμοί με τους οποίους πρέπει να βλέπουμε τις πράξεις, τα πραττόμενα, και να ακούμε τα λεγόμενα χωρίς να έχουμε τίποτα το ανθρώπινο και το γήινο στο νου μας. Αυτό είναι η σοφία των χριστιανών κι αυτό εννοεί η λέξη ‘σοφία’, που εκφωνείται σε πολλά σημεία της λειτουργίας από τον Ιερέα προς τους πιστούς. Είναι η ανάμνηση αυτών των λογισμών. Με τη μικρή αυτή λέξη – ‘σοφία’ – υπενθυμίζουμε ο ένας στον άλλο μια ολόκληρη έννοια.
Και είναι πολλή σπουδαία αυτή η υπενθύμιση. Γιατί η λησμοσύνη είναι ένα, από τα πιο τυραννικά, ανθρώπινο πάθος, που διαφθείρει συχνά-πυκνά τον άνθρωπο και τον κάνει να ξεγελά εύκολα το Θεό και τα λόγια του Θεού. Γι’ αυτό χρειάζεται αυτή η υπόμνηση. Μας φέρνει «εις εαυτούς» και μας βοηθάει να ξανασυγκεντρώσουμε το νου μας, που συνεχώς αρπάζεται από τη λήθη, τη λησμονιά και περιπλανάται σε μάταιες μέριμνες (Ν. Καβάσιλας).
Η λέξη «Ορθοί», είναι παραίνεση, συμβουλή, παρακίνηση και σημαίνει εγρήγορση και ετοιμότητα για αγώνα. Γιατί η συναναστροφή μας με τα μυστήρια και η συνομιλία μας με το Θεό δεν μπορεί να γίνει με ραθυμία και τεμπελιά, αλλά με ζήλο και ευλάβεια σ’ αυτά που βλέπουμε, λέμε και ακούμε.
Η όρθωση του σώματος δείχνει το πρώτο σημείο του ζήλου και της ευλάβειας. Δεν εκτελούμε τις ενέργειές μας αυτές καθήμενοι αλλά όρθιοι.
Το «ειρήνη πάσι», κατά τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας σημαίνει μια σημαντική προσφορά του Χριστού, δια του λειτουργού, στους πιστούς, Σημαίνει εσωτερική, ψυχική, ενδυνάμωση ειρήνευση και χαρίτωση για επιμελή, επίμονο και υπομονητικό αγώνα, για παθοκτονία και αρετοσυγκομιδή (Μωυσής Αγιορείτης).
Ο ανειρήνευτος κόσμος καταλαγιάζει και ηρεμεί μέσα στο Ναό δεχόμενος τη θεϊκή ειρήνη και ευχαριστώντας δέεται και προσεύχεται την ειρήνη αυτή να την έχει και ο δωρητής του, λειτουργός, Ιερέας του. «Και στη δική σου ψυχή να υπάρχει αυτή η ειρήνη», («Και τω πνεύματί σου») απαντάει δια του ψάλτη ο λαός στον Ιερέα.
Πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου, της λίαν χαρούμενης και σωτηριώδους αγγελίας, οι πιστοί δοξολογούν προκαταβολικώς τον Κύριον που καταδέχεται, συγκαταβαίνει και τους επισκέπτεται. Η δοξολογία αυτή είναι έκφραση ευγνωμοσύνης, που έχομε μπροστά μας τον Κύριο να μας μιλάει και να μας διδάσκει. «Δόξα σε Σένα, Κύριε, Δόξα σε Σένα, που μας καταξιώνεις να ακούσουμε τα θεία Σου λόγια». («Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι»).
Αυτή τη δοξολογία, οι πιστοί, θα επαναλάβουν και μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου. Και είναι μια έκφραση ευχαριστίας που τους αξίωσε να ακούσουν τους λόγους και εμπεριέχει την έννοια της ταπεινής και ευλαβούς ικεσίας. «Σ’ ευχαριστούμε και Σε δοξολογούμε, Κύριε, διότι μας αξίωσες να ακούσουμε τα ρήματα της ζωής σου. Φρούρησε τώρα τις καρδιές μας, για να μην αρπάξει απ’ αυτές, ο αντίδικός μας, τον ασύλητον θησαυρόν που έσπειρες σ’ αυτές» (Π. Ν. Τρεμπέλας).
Κατά την ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου ο Ιερέας στέκεται στην Ωραία Πύλη και ακούει το λόγο του Κυρίου. Το ίδιο γίνεται κι όταν ιερουργεί ο Αρχιερέας, ο οποίος καίτοι παριστά τον Κύριο, εν τούτοις στέκεται χωρίς το ωμοφόριο, διακριτικό του αξιώματός του άμφιο, δηλώνοντας πως μπροστά στο Χριστό είναι και αυτός δούλος μαθητευόμενος και ταπεινός διάκονος και ως εκπρόσωπος του Λαού ψάλλει το «Δόξα Σοι, Κύριε, Δόξα Σοι». «Κατά την ανάγνωσιν του Ευαγγελίου ο Επίσκοπος απέβαλλε το ωμοφόριον και πάντες ίσταντο» (Ι. Φουντούλης).
Μετά το πέρα της ανάγνωσης του Ευαγγελίου ο λειτουργός σφραγίζει, με το Ευαγγέλιο, το λαό. «Πολλοί Αρχιερείς κατέρχονται στο Σωλέα και υποδέχονται το ιερόν Ευαγγέλιο, καθ’ ότι τούτο είναι Αυτός ο Κύριος» (Ευάγ. Κ. Μαντζουνέας).
Με την ανάγνωση του Ευαγγελίου «επισφραγίζονται» τα κηρύγματα των προφητών και των αποστόλων. Στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα εμφανίζεται, όπως προαναφέρθηκε, Αυτός ο Κύριος μάς διδάσκει και μάς καλεί με το Ευαγγέλιό Του στη σωτηρία (Π.Ν. Τρεμπέλας).
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής ερμηνεύει και συσχετίζει την ανάγνωση του Ευαγγελίου με τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου (Μωυσής Αγιορείτης).
Η θεία Λειτουργία, γράφει ο Νικόλαος Καβάσιλας, είναι η βασιλική οδός που μπορεί να «μεταποιήσει» πνευματικά τον άνθρωπο και ολόκληρο τον κόσμο.
Σκοπός της τέλεσης των ιερών μυστηρίων της Εκκλησίας μας είναι ο αγιασμός και η σωτηρία των πιστών.
Οι ευχές, οι ψαλμοί, τα αναγνώσματα των αγίων γραφών και όλα όσα γίνονται και λέγονται «μας αγιάζουν και μας διαθέτουν έτσι ώστε αφ’ ενός μεν να δεχθούμε τον αγιασμό σωστά, αφ’ ετέρου δε να τον συντηρήσουμε και να τον κρατήσουμε παντοτινά» (Ν. Καβάσιλας).
* Ο Πρωτοπρεσβύτερος Φώτιος Βούρλας είναι εφημέριος Διάβας.
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!