Ομιλία του Νικηφόρου Βρεττάκου στην Ακαδημία Αθηνών (Αποσπάσματα):
1. Η ποίηση στον τόπο αυτό δεν υπήρξε παιγνίδι της φαντασίας· υπήρξε ζωή και σε τελευταία ανάλυση υπήρξε Παιδεία. Τα πιο υψηλά διδακτήρια και οι πιο υποδειγματικές εκκλησίες που λειτούργησαν ποτέ στον κόσμο αυτό, υπήρξαν τα αρχαία ελληνικά θέατρα, όπου ο ποιητικός λόγος διαμοιραζόταν ως ένα είδος άρτου της ψυχής, με δικαιοσύνη.
Ο ποιητικός μας λόγος υπήρξε ο εκφραστής της ελληνικής μοναδικότητας, γιατί μέσα στους ποιητές λειτουργεί ο ίδιος ο κόσμος και η φωνή τους· είναι φωνή του κόσμου αυτού. Εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος και φωνή του ανθρώπου, του οποίου η παρουσία αποτέλεσε το κέντρο της ελληνικής καρδιάς και του ελληνικού σκεπτικού.
2. Η κοίτη αυτή στην πορεία της δεν χάνει τον προσανατολισμό της. Όσο κι αν ο δρόμος της Αρετής είναι δυσανάβατος, όπως λέει ο Ησίοδος, το ελληνικό πνεύμα δεν αλλάζει κατεύθυνση. Η πορεία του, όπως το είπαμε άλλωστε, αρχίζει από ένα μοναδικό σε ύψος ορόσημο: από τα ομηρικά έπη, που όσο κι αν είναι παράξενο, όσο κι αν φαίνεται ανεξήγητο, αποτελούν το κορυφαίο μνημείο που χτίστηκε με λέξεις σ’ αυτό τον κόσμο.
3. Η Σιμόν Βέιλ σε μια σχετική μελέτη της εκφράζει την έκπληξή της για την «εξαίσια αμεροληψία» του Ομήρου απέναντι στους δύο αντιπάλους. Και πραγματικά, νομίζει κανείς πως κι απ’ τις δύο πλευρές βρίσκεται ο ίδιος άνθρωπος, που είναι μοιρασμένος στα δύο και κατασπαράζει τον εαυτό του.
4. Είναι σημαντικός ο στίχος του Αρχίλοχου: «Μια παλίρροια κυβερνά τους ανθρώπους». Πρόκειται γι’ αυτό το πλέγμα που ονομάστηκε Μοίρα και που το συναποτελούν από τη μια η θνητή μας φύση, που είναι υποκείμενη στις θλίψεις, τις οποίες συνεπάγεται η φθορά, κι από την άλλη οι δυνάμεις της βίας, στις οποίες χρωστάει αναρίθμητα μαρτυρολόγια το ανθρώπινο γένος. Αυτή τη μοίρα καταπολεμάει το ελληνικό πνεύμα. Βαθιά πίκρα αποπνέει στο σύνολο της η Ιλιάδα. Ο Ποιητής στέκεται μπροστά στη συμφορά του ανθρώπου σαν ανθρώπου και όχι σαν Έλληνα ή σαν Τρώα.
5. Το έπος αυτό των αρμάτων είναι γεμάτο ανοίγματα, που μέσα από τις μικρότητες και τον αλληλοσκοτωμό βλέπουν στο φως και στην ομορφιά της ζωής· βλέπουν στην ειρήνη, η οποία όπως λέει ο Ευριπίδης, ασεβώντας προς το Δία, είναι η κορυφαία των Θεών. Η Ιλιάδα διακόπτεται συχνά από οριακές σκηνές ανθρώπινης τρυφερότητας. Θα περιοριστούμε μόνο σε μια. Ο Αχιλλέας κλαίει σπαραχτικά μαζί με τον εχθρό του το γέρο-Πρίαμο, του οποίου έχει σκοτώσει το γιό, τον ‘Εκτορα· κι αυτός πέφτει τα πόδια του, παρακαλώντας τον να του δώσει το νεκρό, για να τον ενταφιάσει. Ο Πρίαμος του θυμίζει και το δικό του γερο-πατέρα και ο τόπος γύρω αντηχεί από το γογγυτό του θρήνου τους. Καθένας κλαίει για το μερίδιο της δικής του μοίρας. Μοίρα του ενός, μοίρα και των δύο, μοίρα της ανθρωπότητας. Παράπονα, θρήνοι γυναικών, βαρυγκώμιες αγωνιστών συγκλίνουν μέσα στην Ιλιάδα και συναρθρώνονται σε μια κοινή διαμαρτυρία, που μοιάζει ως να είναι του ενός ανθρώπου, του ανθρώπου επί της Γης. Είναι η άλλη εκείνη δύναμη, που θα τη λέγαμε απλά, δύναμη του καλού και που αντιμετωπίζει τη μοίρα με πολλά, σπαραχτικά, γιατί. Πρόκειται για το πνεύμα, που στο σύνολό του μπορούμε να το ονομάσουμε ελληνικό, χωρίς τον κίνδυνο να παρεξηγηθούμε από κανέναν, αφού το ελληνικό σημαίνει και παγκόσμιο, όπως έχει αποδειχθεί.
6. Δεν υπάρχει στην παγκόσμια ιστορία άλλη μορφή, που να έχει τη μοναδικότητα της μορφής του Οδυσσέα. Αυτό και μόνο μπορεί να μας κάνει να ισχυριστούμε πως η μοναδικότητά του εκφράζει την ελληνική μοναδικότητα, μια μοναδικότητα που είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Ίσως είναι πολλά τα μυστικά που βρίσκονται κρυμμένα ακόμη μέσα στη Φύση. Πρόκειται για ένα αμετάβλητο αρχέγονο φως; Πρόκειται για ένα αμετάβλητο αρχέγονο κύτταρο; Κάποτε ο άνθρωπος ξέρει, χωρίς να έχει διδαχθεί. Κάποτε ένα περίεργο ένστικτο ξεπερνάει τη γνώση. Πώς αλλιώς να εξηγηθούν εκείνα τα τέλεια ειδώλια, που κατασκευάστηκαν από τους πρωτόγονους εδώ και εικοσιπέντε χιλιάδες χρόνια, όπως υπολογίζεται, ή εκείνες οι θαυμάσιες παραστάσεις του σπηλαίου της Αλταμίρας, που σ’ έναν διαχρονικό διαγωνισμό θα έφερναν δεύτερο τον Πάμπλο Πικάσο με τις ανάλογες παραστάσεις του;
7. Το άλλο που μπορεί να υποθέσει κανείς, είναι ότι η μήτρα του ανθρώπινου πνεύματος, βρήκε εδώ πολύ φως, το φως που βλέπουμε και το φως που δεν βλέπουμε, κι έκαμε την πλουσιότερη γέννα της σε πράγματα παγκόσμιου στολισμού, που τα εναπομείναντα βρίσκονται σήμερα παντού. Έτυχε να τα ιδώ κι ο ίδιος στο μουσείο του Λούβρου, στο Βρεττανικό μουσείο, στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, στο Ερμιτάζ του Λένιγκραντ. Και έκλαψε η ψυχή μου. Κι όχι μόνο για το γεγονός αυτής της διασποράς. Αναλογίστηκα πως και εμείς ζούμε κάτω από το ίδιο λειτουργικό φως· το ψωμί που τρώμε βγαίνει από το ίδιο χώμα· μιλάμε την ίδια γλώσσα στην τελευταία από τις διαδοχικές εξελίξεις της, αλλά… Ας μην προσθέσω τίποτε άλλο εδώ. Ας ξαναγυρίσουμε στον Οδυσσέα.
8. Ο Τζέημς Τζόυς στο ομώνυμο έργο του βρίσκει πως το θέμα της Οδύσσειας, είναι το πιο ανθρώπινο της παγκόσμιας λογοτεχνίας και αναφέρεται στο περιστατικό της βίαιης στράτευσης του Οδυσσέα, που δεν ήθελε να πάει στον πόλεμο.
9. Όταν πήγαν στην Ιθάκη να τον πάρουν ο Μενέλαος, ο Νέστορας κι ο Πυλάδης, εκείνος όργωνε το χωράφι του, κάνοντας τον τρελό. Και τότε, για να τον εξαναγκάσουν, άρπαξαν από τα χέρια της Πηνελόπης τον Τηλέμαχο, που ήταν ακόμη βρέφος και απείλησαν πως θα τον πετάξουν στην αυλακιά που άνοιγε το υνί του αλετριού του. Ήταν οι δυνάμεις της βίας, που τον ανάγκασαν έτσι να τις ακολουθήσει στην Τροία. Επιστρέφοντας μετά είκοσι ολόκληρα χρόνια στην Ιθάκη, εξομολογείται στην Πηνελόπη τη λαχτάρα του να γυρίσει, να ζήσει εκεί βαθιά θαλερά γεράματα, ανάμεσα στους λαούς του, που θα τους ένιωθε να ζουν ευτυχισμένοι γύρω του. Το τέρμα του ταξιδιού του οριοθετείται από την ανθρώπινη παρουσία, την οποία οραματίζεται να ζει χωρίς έγνοιες και πολέμους σ’ ένα κλίμα ειρήνης. Το μικρό του σώμα δεν μετράει μπροστά στα στοιχεία της Φύσης και τις άλλες σκοτεινές εγκόσμιες εναντιώσεις. Αυτό που κοντραρίζεται με τον πουνέντε και με το σιρόκο και που εξουδετερώνει τον Κύκλωπα, βρίσκεται μέσα του. Αυτοεπιστρατεύει το άμερο των εσωτερικών του δυνάμεων. Το πολυμήχανο μυαλό του βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση. Χρησιμοποιεί το δόλο, που δεν έχει καμιά σχέση με την ανέντιμη δολιότητα, αλλά αποτελεί ένα είδος άμυνας, με σκοπό τη διάσωση της αγίας Ζωής και των ειρηνικών οραματισμών της.
10. Η μορφή του Οδυσσέα δεν θα μπορούσε να συμβολίζει παρά μόνο την πορεία του ελληνικού πνεύματος, την πορεία της ελληνικής ψυχής. Λωτοφάγοι, Λαστρυγόνες, Κύκλωπες, Κίρκη, Σκύλα και Χάρυβδη, κάθοδος ως τον Άδη, φυγή από το νησί των Φαιάκων, δίχως ένα καράβι από τα καράβια του, δίχως ένα σύντροφο από τους συντρόφους του, πάνω σ’ ένα ξύλο, που όπως λέει ο Όμηρος, ο ένας άνεμος το πετούσε στον άλλο. Δεν βούλιαζε, και μακάρι να μη βουλιάξει ποτέ.
11. Στον Οδυσσέα βρίσκουμε τα εθνικά μας χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Την ευφυία και την περιπέτεια.
12. Το έθνος μας κι όταν είναι κράτος, κι όταν υπάρχει, χωρίς να είναι κράτος, είναι ένας Οδυσσέας που πορεύεται. Σε ποιο σκόπελο, απ’ όσους έχει περάσει, να βρίσκεται άραγε πάλι σήμερα ο Οδυσσέας;
Ως απ’ ένα βουνόν
ο αετός εις άλλο
πετάει, κι εγώ τα δύσκολα
κρημνά της αρετής
ούτω επιβαίνω
13. Απ’ όποια πλευρά κι αν εξετάσει κανείς τον ελληνικό ποιητικό λόγο, παρατηρεί μια σταθερά όχι μόνο στη χρησιμοποίηση των εκφραστικών του συμβόλων, αλλά και του πνεύματος του βέβαια, που μοιάζει ως ένα είδος ευθύγραμμου φωτός. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτό που ονομάζουμε ελληνικό, παραμένει το ίδιο πάντοτε και από την άποψη της εσωτερικής του γραφής. Το ίδιο σ’ ό,τι αφορά τον έρωτα, ανανεωμένο θρίαμβο της ζωής, τη φθορά και το θάνατο.
14. Ακολουθώντας την ιερά οδό του ποιητικού μας λόγου, παρατηρούμε πως δεν αλλάζουν ποτέ μέσα του ούτε το φυσικό μας περιβάλλον, ούτε το όραμα μιας ανθρώπινης καθαρμένης ζωής, που αποτελεί τη βαθύτατη επιθυμία του δοκιμαζόμενου ανθρώπινου πλάσματος. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε μάλιστα πως η αρχαία τραγωδία δεν θα είχε γεννηθεί, αν πρωταγωνιστής της δεν ήταν η ίδια η αρετή. Μέσα στο λόγο της διολισθαίνει ένα φως, ένας νόμος, ο αντινόμος του νόμου της βίας και της ασέβειας προς τις ηθικές αξίες, του οποίου φορέας γίνεται ο ποιητής, εκφράζοντας τη βαθύτερη θέληση του λαού, που υπάρχει συγκεντρωμένος πίσω από τη δική του παρουσία. Γιατί, όπως το έχουμε ειπεί ήδη, ο λαός εκβλασταίνει από τα σπλάχνα του τον ποιητή, που έχει ανάγκη να τον εκφράσει. Αλλά κι όταν υπάρχει δυστοκία ως προς αυτή τη γένεση, ο ανώνυμος λαός, αναλαμβάνει να εκφραστεί μόνος του, όπως έγινε με τα ακριτικά, και αργότερα με τα προεπαναστατικά δημοτικά μας τραγούδια, που κάποτε φτάνουν σε μιαν οριακή τελειότητα.
15. Η εσωτερική ποιότητα του μεγάλου ποιητικού μας λόγου, ταυτίζεται με την σε βάθος ποιότητα του ελληνικού λαού. Το γενικό του πνεύμα δεν αλλάζει σε όλο το μάκρος της ιστορικής του συνέχειας και εκφράζεται, παίρνοντας γην και ύδωρ από τον τόπο, και εσωτερικό πλάτος από την παγκοσμιότητα. Τον διακρίνει η ίδια χρωματική και τον εκφράζουν τα ίδια σύμβολα, που γίνονται ιδεογράμματα των ηθικών αξιών, ή των βίαιων δυνάμεων στις διάφορες τους μορφές.
16. Κι ακόμη, ίδιες είναι και οι εκπλήξεις και οι παραινέσεις και οι εξορκισμοί, που εκφράζουν τον ενδύμυχο ανθρώπινο πόθο, σε περιπτώσεις εθνικών παραστρατημάτων, όπως είναι «η μισητή διχόνοια» όπως λέει ο Ευριπίδης, «η απαίσια διχόνοια, που μουλιάζει το χώμα με το αίμα των πολιτών», όπως λέει ο Σοφοκλής, «η δολερή διχόνοια» όπως λέει ο Διονύσιος Σολωμός. Αρχίζοντας από τον Όμηρο και περνώντας από τον Βακχυλίδη, συναντάμε τις ίδιες διαδοχικές χαρές να συνεχίζονται, άτονα και σποραδικά έστω, ακόμη κι ως την ολιγωρία των μισαλόδοξων δικών μας ημερών. Η φωνή είναι ίδια από την άποψη του τόνου και της εσωτερικής ταραχής, ως να μην ήταν πολλοί οι εθνικοί κήρυκες, αλλά ένας που μετασταθμεύει από τη μια στην άλλη εποχή.
17. Μέσα στον ποιητικό μας λόγο ανακαλύπτουμε την ιδιαίτερα χαρισματική, την καλή πλευρά του εαυτού μας, καθώς και την πλευρά των αδυναμιών μας. Απότομες κορυφώσεις σε δύσκολες εθνικές ώρες και αμέσως, ή λίγο μετά, απότομες πτώσεις. Ωστόσο, ο καλός σπινθήρας, βρίσκει κρύπτη και ενδημεί αφανής μέσα στο αίμα μας. Ο Οδυσσέας κοιμάται στην κουπαστή του. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο λαός μας κάτω από το βυζαντινό σχολαστικό λογιοτατισμό, διαμόρφωσε τη ζωντανή μας γλώσσα και σε μια κορυφαία του έξαρση με μέσο τον εντεταλμένο του ελληνικού πνεύματος Διγενή, αρνήθηκε το δικαίωμα του Χάρου πάνω στην ελληνική λεβεντιά. Και δεν είναι τυχαία η έκρηξη του 1821, που εκσφενδόνισε στο ίδιο παράλληλο ύψος από τη μια τον Κολοκοτρώνη και τον Καραϊσκάκη, και από την άλλη το Σολωμό και τον Κάλβο. Ούτε το ότι αγράμματοι άνθρωποι συντάξανε, σε ύφος κλασικό στην ιδιομορφία του, τις εθνικές τους διαθήκες, όπως ο Μακρυγιάννης.
18. Εθνικοί λόγοι, ανθρώπινοι λόγοι, θείοι λόγοι, επιβάλλουν να μην επιτρέψουμε να διαγραφεί από την διαρκώς συρρικνούμενη γλώσσα μας η λέξη «χρέος» με την ηθική έννοια του όρου, που την εγγραφή της επιχειρώ απόψε, εις θέαν της Πολιτείας, εις θέαν της Εκκλησίας, εις θέαν των Πανεπιστημίων μας στην υψηλή προμετωπίδα αυτού του Ιδρύματος.
(Περιοδικό «Ερυθρός Σταυρός», Οκτ. 1989)
Επιλογές φιλολόγου Νικολάου Κατοίκου. Το σκίτσο του Νικηφόρου Βρεττάκου (1912-1991) είναι του Γιάννη Τρούκη.
{loadposition mypos1}
Ακολουθήστε το tameteora.gr στο Google News!